ΓΕΦΥΡΑ

eviahistοry.gr

Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

ΑΡ Χ Α Ι Α Ε Ρ Ε Τ Ρ Ι Α. ΟΙ ΔΗΜΟΙ


ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Α Ρ Χ Α Ι Α Ε Ρ Ε Τ Ρ Ι Α


 Του Γιάννη Μαγκούτα


Δήμοι της Αρχαίας Πόλης






Γενικά Χάρτης των δήμων της αρχαίας Ερέτριας, όπως τους έχει τοποθετήσει ο Ουάλλας Η αρχαία Ερέτρια δεν ήταν μία μόνο πόλη κλεισμένη στα τείχη της.
Εκτός από τη μητρόπολη υπήρχαν και πολλοί άλλοι δήμοι, που υπάγονταν στην κυριαρχία της. Έλεγχε μια γειτονική περιοχή, στην οποία ήσαν διασκορπισμένες πάνω από 50 μικρές και μεγάλες πόλεις. Για μια σημαντική περίοδο ήταν πρωτεύουσα ολόκληρης της νότιας Εύβοιας -εκτός από ένα μικρό τμήμα γύρω από την Κάρυστο-, όπως και σε ένα μεγάλο κομμάτι στο κέντρο του νησιού. Όμως, δεν είναι γνωστό έως ποιο σημείο ακριβώς επεκτεινόταν προς τα βόρεια και τα δυτικά η κυριαρχία της πόλης.
Μερικών μόνο δήμων της αρχαίας Ερέτριας οι θέσεις είναι γνωστές. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς -αν και γνωστά τα ονόματα τους- είναι άγνωστο, ακόμα, που ακριβώς βρίσκονταν. Σε πολλούς από αυτούς τους δήμους δεν ξέρουμε καν το πλήρες όνομα τους.

Ε Ρ Ε Τ Ρ Ι Α


Ε Ρ Ε Τ Ρ Ι Α


 Του Γιάννη Τάσου Μαγκούτα




Το αρχαίο θέατρο Ερέτριας.1900 


Γενικά Η Ελλάδα στα αρχαία χρόνια δεν ήταν ένα ενιαίο κράτος, μέσα σε καθορισμένα πλαίσια και με την έννοια που δίνουμε σήμερα στο κράτος. Απαρτιζόταν από πολλά ανεξάρτητα κράτη ή μάλλον από πόλεις-κράτη με κάποια ενδοχώρα. Η πόλη-κράτος αποτελείτο από μία πόλη και τη γύρω περιοχή. Κάθε πόλη-κράτος είχε δική της κυβέρνηση και νόμους και πολλές φορές έρχονταν σε σύγκρουση μεταξύ τους. Τέτοια κράτη υπήρχαν και έξω από τα σημερινά όρια της Ελλάδας, όπως στη Μικρά Ασία, τη Σικελία, την Ιταλία, την Κριμαία, την Αφρική και σε άλλες περιοχές. Παρά τη διασπορά αυτή όμως, ο Ελληνισμός γλωσσικά και πνευματικά αποτελούσε ένα ενιαίο έθνος, το Ελληνικό.

Αντιά - Κάρυστος - Εύβοια - 2011 Greek.Odyssey - Joanna Lumleys - ITV

Ιστιαία


 
 
                                                                            
Η Πολυστάφυλος Ιστιαία και οι Αειναύτες
Αμαλία Καραπασχαλίδου
Αρχαιολόγος
Το θέμα παρουσιάσαμε στο Α' Αρχαιολογικό Συνέδριο Βορ. Ευβοίας.
«Οι δ' Εύβοιαν έχον μένεα πνείοντες Άβαντες, Χαλκίδα τ' Ερέτριάν τε πολυστάφυλον θ' Ιστιαίαν Κήρινθον τ' έφαλον Δίον τ' αιπύ πτολίεθρον, οι τε Κάρυστον έχον ηδ' οι Στύρα ναιετάασκον των αυθ' ηγεμόνευ' Ελεφήνωρ, όζος Άρηος Χαλκωντιάδης, μεγάθυμων αρχός Αβάντων.

Ο ΤΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΩΡΕΩΝ


 
    ΑΠΟ ΤΑ ΕΥΒΟΙΚΑ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΖΑΠΠΑ
            Η φιλόστοργη θάλασσα του βόρειου Ευβοϊκού κρατούσε - στις ρηχοπατιές της αυτή τη φορά - ποιος ξέρει πρίν από πόσους αιώνες, και ένα άλλο έργο της αρχαίας ελληνικής τέχνης, ένα μαρμάρινο ταύρο. Το αρχαίο γλυπτό βρισκόταν στην περιοχή  του λιμανιού  των Ωρεών, στην άκρη της θάλασσας. «Μέρος του ταύρου - μου έγραφε στις 2.4.1969 ο πρόεδρος της Κοινότητας Ωρεών Γ. Σταμπόρης, απαντώντας σε γράμμα μου - εξείχε πάντοτε επί της αμμουδιάς, ουδείς όμως  υποπτεύετο περί τίνος επρόκειτο.  Ανεκαλύφθη εις τας 20.8.1965 όταν εγίνετο εκσκαφή θεμελίων δια την προέκτασιν του κρηπιδώματος προς την βορείαν πλευράν του

ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΙ ΘΕΟΙ


ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΙ ΘΕΟΙ



                                                                                                                  ΑΠΟ ΤΑ ΕΥΒΟΙΚΑ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΖΑΠΠΑ

Η Ελλάδα δικαιολογημένα έχει χαρακτηριστεί μητέρα των τεχνών και των καλλιτεχνικών αριστουργημάτων. Δεν θ’ αποτελούσε υπερβολή αν υποστηριζόταν ότι καμιά άλλη χώρα δεν ανάδειξε τον πλούτο των θαυμαστών γλυπτών και αρχιτεκτονημάτων που οι Έλληνες καλλιτέχνες, τιμώντας τους θεούς τους, έπλασαν και έστησαν σε κάθε γωνιά τους, τ’ αγάλματα και τους ναούς τους μέσα στη ροή των αιώνων. Καθημερινά συνεχίζονται να έρχονται στο φώς, από τις κάθε φορά διενεργούμενες ανασκαφές, αρχαιολογικοί θησαυροί ανεκτίμητης αξίας. Οι σχετικά πρόσφατοι θησαυροί της Βεργίνας, του Δίου κ.α. αποτελούν μια πρόσθετη εύγλωττη μαρτυρία.

Ο ανεξάντλητος αυτός καλλιτεχνικός πλούτος της ελληνικής γής, σκορπίστηκε, με τη διαπαγή κατά τους ρωμαϊκούς προ πάντων χρόνους, και κατέκλυσε, σε πλήθος χώρες, τ’ αρχαιολογικά τους μουσεία. Συμβαίνει να με γοητεύει και να με συγκινεί βαθιά το παρελθόν• ό,τι αποτελεί ιστορία, όταν μάλιστα αυτή είναι συνυφασμένη με την τέχνη, το πνεύμα και τα υπόλοιπα της αρχαίας ή νεότερης ζωής των ανθρώπων που διάβηκαν. Έμεινα ώρες ολάκερες να σεργιανάω μέσα σε, ξένα προ πάντων, αρχαιολογικά μουσεία και πινακοθήκες και ν’ απολησμονιέμαι θαυμάζοντας κατορθώματα του νου και της καρδιάς, έργα τέχνης, αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής ή τεκμήρια του ανθρώπινου βίου, μέσα σε λαογραφικές συλλογές, στοχαζόμενος τα περασμένα.



Από την ηπειρωτική Ελλάδα, κι από τα νησιά, από κάθε περιοχή του αρχαίου ελληνικού κόσμου μας είναι γνωστή η λεηλασία των πόλεων, των ναών, των θεάτρων και άλλων καλλιτεχνικών μνημείων από τους Ρωμαίους, μα και κατοπινά, ως την Τουρκοκρατία. Τα γλυπτά του Παρθενώνα , τα Ελγίνεια όπως τα είπανε, και άλλα, δεν είναι μοναδική περίπτωση. Κατά την Ρωμαϊκή περίοδο η αδίσταχτη λαφυραγώγηση των ελληνικών πόλεων και ο αφανισμός των αρχαίων καλλιτεχνημάτων γνώρισε την πιο επαίσχυντη ακμή. Ο Πλούταρχος (ΧΧ-XXV-XXXII-XXXIV) που ο Εμίλ Λούντβιχ1 τον θεωρεί έναν από τους μεγαλύτερους παιδαγωγούς της ανθρωπότητας, περιγράφοντας τον πόλεμο των Ρωμαίων κατά των Μακεδόνων και την ήττα του βασιλιά Περσέα το 168 π.Χ στην Πύδνα από τον Ρωμαίο στρατηγό Αιμίλιο Παύλο, μας δίνει μια παραστατική και θα ‘λεγα συναρπαστική εικόνα του αρχαιολογικού πλούτου και του χρυσαφιού του Μακεδονικού Βασίλειου που κούρσεψε και τον κουβάλησε στη Ρώμη. «Η πρώτη μέρα (της θριαμβευτικής πομπής) μόλις έφτασε για θεαματική επίδειξη των λαφυραγωγημένων αγαλμάτων, εικόνων και κολοσσών που τα περιφέρανε πάνω σε διακόσια πενήντα αμάξια. Την επομένη πέρασαν σε πομπή μέσα σε πολλά αμάξια τα ωραιότερα και πολυτελέστερα μακεδονικά όπλα  που αστραφτοκοπούσαν όλα.... Ξοπίσω από τις άμαξες με τα όπλα, ακολουθούσαν τρείς χιλιάδες άντρες κουβαλώντας ασημένιο νόμισμα μέσα σε εφτακόσια πενήντα δοχεία τριτάλαντα». Και ακολουθεί από τον αρχαίο συγγραφέα η περιγραφή του ασύλληπτου αριθμού χρυσών και αργυρών νομισμάτων, που κουβάλησε ο Ρωμαίος στρατηγός.

            Όμως θα χρειαζόνταν ν' ασχοληθεί κανείς πολύ για ν' απαριθμήσει τις δηώσεις και ν' αναφέρει την καταλήστεψη των αρχαιολογικών  θησαυρών που φυγαδεύτηκαν στη Ρώμη από το Σύλλα, το Μόμμιο, τον Αιμίλιο Παύλο και άλλους, για να μνημονέψουμε τους πιο σημαντικούς. Από κάθε ηπειρωτική γωνιά και από τα νησιά μας, βαριά στάθηκε η λεηλασία των έργων τέχνης. Κι άλλοι από τους θησαυρούς αυτούς φτάσανε στη Ρώμη, ενώ άλλοι χάθηκαν σε ναυάγια «στην  πιο όμορφη απ' όλες τις θάλασσες» κατά την μεταφορά τους. Από τα πιο ονομαστά απ' αυτά μένει το ναυάγιο και η ανέλκυση των αρχαιολογικών θησαυρών των Αντικυθήρων. Δεν πρόκειται ν' ασχοληθώ μ' αυτά. Πρόθεσή μου είναι ν' αναφερθώ  στους αρχαιολογικούς θησαυρούς ειδικά του Ε υ β ο ϊ κ ο ύ κόλπου και συγκεκριμένα του Αρτεμίσιου, του Μαραθώνα και των Ωρεών. Στοργική η ευβοϊκή θάλασσα φύλαξε στα σπλάχνα της απείραχτα κι αναλλοίωτα τα χ ά λ κ ι ν α  γλυπτά ευρήματα, παρα τους αιώνες που διάβηκαν. Οι ειδικοί επιστήμονες, δικοί μας και ξένοι, ερεύνησαν πλατιά τη μορφή, την τέχνη, την εποχή και έκαναν την αποτίμηση της σπουδαιότητας των ευρημάτων. Οι εξειδικευμένες αυτές μελέτες δημοσιεύτηκαν κυρίως σε αρχαιολογικά δελτία και ειδικά περιοδικά. Έτσι όμως, το πλατύτερο κοινό, ιδιαίτερα της Εύβοιας που ενδιαφέρει εδώ, είναι πολύ πιθανό να μην έχει αρκετά ενημερωθεί για τους θησαυρούς αυτούς. Γι' αυτό θα προσπαθήσουμε να δώσουμε κάποια χρήσιμα στοιχεία - και εικόνες - που να πληροφορούν σε ποιες μεριές, πότε και από ποιους ανακαλύφθηκαν και ανελκύστηκαν τα γλυπτά αυτά, κάτου από ποιες συνθήκες, σε ποια εποχή πλάστηκαν, από πού προέρχονταν, ποια η καλλιτεχνική τους σπουδαιότητα. Νομίζουμε ότι, για την ιστορία, αξίζει το θέμα ν' απασχολήσει τούτες τις σελίδες.

Α' ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΤΕΜΙΣΙΟΥ

α.  Άγαλμα Ποσειδώνα ή Δία




            Στις 12 Νοεμβρίου 1945 που έτυχε να βρεθώ στο μαγαζί του Κοσμά Λαζόπουλου, στην πλατεία  της Ιστιαίας, ο ξηροχωρίτης δασοκτήμονας Κώστας Κοτζάμπασης, μου είχε διηγηθεί που, πως και κάτου από ποιες συνθήκες βρέθηκε  και ανελκύστηκε  στην περιοχή του Αρτεμισίου το περίφημο χαλκό άγαλμα  του Ποσειδώνα.

            «Ανάμεσα στο Π ε υ κ ί και το Ο χ υ ρ ό - διηγείται ο Κοτζάμπασης - υπάρχει μια αμμουδερή έκταση, μια γλώσσα, που εκτείνεται μες στη θάλασσα. Η τοποθεσία αυτή ονομάζεται από τους ξηροχωρίτες και τους γύρω κατοίκους «Βουλίκι»2.

            Κάποια μέρα σ'αυτή τη μεριά, πρίν από αρκετά  χρόνια, δούλευε μια ανεμότρατα,  δεν μου είπε όνομα, σέρνοντας την τράτα της. Ο καπετάνιος της, ένας ανεμοτρατάρης από τη Σκιάθο, ήξερε πως στο μέρος εκείνο ο βυθός ήταν στρωτός και δεν είχε κ ο λ λ η σ ι έ ς, επομένως μπορούσε εκεί ξένοιαστα να καλάρει την τράτα του. Γι' αυτό  παραξενεύτηκε  που κόλλησαν μια - δυό φορές τα δίχτυα του και μάλιστα πάθανε ζημιά.  Μιαν άλλη μέρα ψαρεύοντας στην ίδια μεριά ξανακόλλησαν τα δίχτυα. Τα τράβηξε με το ζόρι και τ' ανέσυρε. Ερχόνταν όμως κάπως βαριά απάνου. Αυτή τη φορά μές στο σάκκο της τράτας βρέθηκε  ένα χέρι από μπρούτζινο άγαλμα. Ο ανεμοτρατάρης φαίνεται να σκέφτηκε πως το πράμα είχε ψωμί. Κοίταξε αμέσως να βάνει τα νοητά σημάδια του στις τριγύρω στεριές, δίχως να πεί τίποτα να πονηρευτούνε οι συντρόφοι του.

            Ύστερα από 2-3 μέρες πήγε στο Τρίκερι και βρήκε τον Καπετάν Νικόλα - δε συγκρατώ το επώνυμο -που είχε καΐκι  βουτηχτάδικο, του μίλησε για το χέρι που έπιασε η τράτα του και τον κάλεσε να συνεργαστούν και με βουτηχτάδες της εμπιστοσύνης του, να πάνε μαζί και τα δυό καΐκια  (σφουγγαράδικο και ανεμότρατα) να ψάξουνε να βρούνε το άγαλμα, απ' όπου είχε κοπεί το χέρι. Τα φκιάξανε  κι ένα πρωί πλεύσανε στο μέρος, όπου σύμφωνα με τα σημάδια που είχε βάλει στις στεριές, είχανε πιάσει στο δίχτυ το χέρι. Ρίξανε τους βουτηχτάδες  να ψάξουνε το βυθό, καμιά εικοσιπενταριά οργιές βάθος. Ψάχνοντας  κανά δυό μέρες πέρα - δώθε,  πέσανε στερνά πάνω στον τόπο. Εκεί, καθώς μολόγησε ο βουτηχτής, βρισκόταν το κουφάρι ενός αρχαίου πλοίου, τόσο σαπισμένο, που μόλις το άγγιζε,  διαλυόταν. Στο κουφάρι αυτό βρέθηκαν, όχι μόνο το μεγάλο, αλλά και άλλα αγάλματα. Απ' αυτά, τα δυό τα δέσανε καλά και μπορέσανε σιγά - σιγά να τα ανεβάσουνε στο καΐκι. Το μεγάλο όμως άγαλμα απ' όπου είχε κοπεί το χέρι, δε μπορούσανε να το ανεβάσουνε γιατί ήταν πολύ βαρύ και τους κοβόνταν τα σχοινιά.  Τα καΐκια τους ήταν μικρά και δεν δύνονταν να το ανεβάσουν, γι' αυτό συνεννοήθηκαν κι ήρθε μεγαλύτερο καΐκι, ένα ιταλικό και το σήκωσε. 

            Ένας με τ' όνομα Γουνελάκης, φαίνεται πως έκανε συνεννοήσεις με την Αθήνα και ήρθε το ιταλικό πλοίο να το σηκώσει και να το πάρει για την Ιταλία,  με τη συμφωνία να μοιραστούνε το διάφορο. Δεν πρόκανε όμως να γίνει αυτό, γιατί στο μεταξύ,  κάποιοι κάτοικοι από το Κ ο ρ μ π ά τ σ ι (Αρτεμίσιο) βρήκανε λίγο παράξενες και κάπως ύποπτες  αυτές τις καθημερινές δουλειές πέρα -δώθε  του ιταλικού και του ελληνικού καϊκιού . Αναφέρανε τις υποψίες τους στον πρόεδρο της Κοινότητας Μ π ρ α ϊ μ ά κ η, ο οποίος ειδοποίησε  αμέσως την αστυνομική αρχή. Ο αστυνόμος με τα όργανά του μπήκανε σε βάρκα, κρυφτήκανε κάτου να μη φαίνονται, παρά μόνον ο βαρκάρης. Σαν φτάσανε στα καΐκια , σηκωθήκανε απάνου και προτείνανε τα όπλα τους από φόβο  μη βρούνε αντίσταση. Τα ευρήματα ήταν στο κατάστρωμα  του ενός καϊκιού  έτοιμα για φευγάτισμα στο εξωτερικό. Τα πήρε η αστυνομία και τα ακούμπησε στην πλατεία της Ιστιαίας  ώσπου ήρθαν ειδοποιημένοι αρχαιολόγοι και τα φόρτωσαν για την Αθήνα.

            Αυτές στάθηκαν  οι πληροφορίες που μου δόθηκαν από τον ιδιώτη Κοτζάμπαση στην Ιστιαία  και που ίσως να μην απέχουν από την πραγματικότητα.

            Καταπληκτική στάθηκε η εντύπωση και η συγκίνηση που προκάλεσε στους αρχαιολόγους το χάλκινο αριστούργημα του Αρτεμίσιου. Ο Έφορος  Αρχαιοτήτων τότε Χρ. Ι. Καρούζος - μετέπειτα ακαδημαϊκός - θα γράψει σχετικά:

            «Κάποια εξαιρετικώς ευτυχής συγκυρία έφερε τον Απρίλιο του 1926 τα δίκτυα Σκιαθιτών αλιέων, ενώ εσάρωναν τον βυθόν  της παρά το Αρτεμίσιον  της Ευβοίας  θαλάσσης, να εμπλακούν εις ένα χάλκινον άγαλμα από αιώνων  κατακρημνισθέν εκεί τόσον στέρεα, ώστε δεν ημπόρεσαν να επανέλθουν εις την επιφάνειαν, παρά συναποφέρονται εν τουλάχιστον τεκμήριον του θησαυρού  που ευρίσκετο εκεί κάτω:  απέσπασαν βιαίως τον αριστερόν βραχίονα του αγάλματος αυτού, ο οποίος μετεφέρθη από τους ανθρώπους εις την Σκιάθον. Η Αρχαιολογική υπηρεσία επενέβη  δια να σώση το ευρεθέν και να ερευνήσει προς ανεύρεσιν  και του υπολοίπου αγάλματος, υπεχώρησεν όμως πρό της πληροφορίας  των αρμοδίων ναυτικών αρχών ότι έρευνα μακρά τις τόσον μέγα βάθος (πλέον των 25 οργιών) απεκλείετο απολύτως. Τους ιδιώτας εν τούτοις εθέρμανεν η ελπίς του κέρδους περισσότερον παρά τας υπερβολικά νηφαλίους δημοσίας αρχάς και τους έκαμε περισσότερον αποφασιστικούς: εσχημάτισαν επιχειρηματικήν εταιρείαν, εξηρεύνησαν αυτοί τον βυθόν με δύτας ριψοκινδύνους.... Και δεν εβράδυναν  να επιτύχουν κατά τα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1928 την ανακάλυψιν και του υπολοίπου αγάλματος (το οποίον) υπήρξε ακόμη αφορμή να εξέλθουν ολίγον αργότερον εις το φώς και άλλα έργα τέχνης, κοντινοί ή μακρινοί συγγενείς του πρώτου, κατακρημνισθέντα μαζί του εκεί κάτω: ένας νέος και ένας ίππος, χάλκινοι και αυτοί. Είναι ευνόητον ότι η χαρά μας δια το γεγονός δεν έχει όρια»3.

            Τα ευρήματα μεταφερθήκανε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας όπου άρχισε η εργασία του καθαρισμού και της συμπλήρωσης.

            Σε έκθεση του επίσης Εφόρου αρχαιοτήτων Ν. Μπέρτου4 -  που μαζί με τον Χρ. Καρούζο, είχαν ειδικά επιφορτιστεί με τον χειρισμό των ευρημάτων Αρτεμίσιου - αναφέρεται ότι «πρόκειται περί μεγάλου υπερφυσικού μεγέθους (2.02 μ.) αγάλματος εκ μπρούτζου το οποίον παριστάνει όρθιο «γενειώντα άνδρα», περιγράφει τη στάση του σώματος, το οποίον «ήτο κεκαλυμμένον  με θαλάσσια κοχύλια κατά την ανέλκυσιν και εχρειάσθη  σύντομος εργασία δια να απαλλαγή αυτών. Τότε εφάνη η υπέροχος τέχνη αυτού και μάλιστα της κεφαλής». Σημειώνει ακόμα  ότι σχεδόν καμιά πραγματική βλάβη  δεν έχει υποστεί «το καλλιτέχνημα  κατά την επί τόσους αιώνας εντός της θαλάσσης αφανή ζωήν του..... Εξαιρετικής διατηρήσεως και εργασίας είναι η προς τα αριστερά στρεφομένη κεφαλή με την πλουσίαν γενειάδα και την επιμελώς διατεθειμένην κόμην. Η αυτή τελειότης εργασίας και μεγαλειώδης  απόδοσις των μορφών παρατηρείται εις ολόκληρον το σώμα του θαυμασίου αγάλματος το οποίον, δια τούτο, δύναται να θεωρηθεί το ω ρ α ι ό τ ε ρ ο ν - εγώ υπογραμμίζω -  μπρούτζινον  έργον, το διασωθέν ημίν εκ της αρχαιότητος των περί το 460 χρόνων της κλασικής τέχνης, αποτελεί δε μ ο ν α δ ι κ ό ν - υπογράμμιση δική μου - απόκτημα του Εθνικού Μουσείου».

            Έτσι σώθηκε μες από τη μοναξιά του βυθού αυτό το πραγματικά μεγαλειώδες χάλκινο άγαλμα του Ποσειδώνα,  που στοργικά φύλαγε στον κόρφο της η βαθύστερνη θάλασσα του Αρτεμισίου5 χωρίς καμιά καταλυτική επίδραση απάνου του. Σίγουρα θα  είχανε ριζώσει στο κορμί του θαλασσινού θεού στρείδια, μύδια, τσουλούφες και άλλα, μα δεν του κάνανε ζημιά.

            Το αριστουργηματικό αυτό έργο της αρχαίας χαλκοπλαστικής  τέχνης - που μαζί με τον Ηνίοχο των Δελφών, αποτελούν τα ωραιότερα χαλκά γλυπτά τα οποία κατέχει η Ελλάδα - κυριαρχεί μέσα στο χώρο του Εθνικού Αρχαιολογικού μας Μουσείου. Πώς να μην την χαρακτηρίσω θεοκατοίκητη την ευβοϊκή θάλασσα, απ' όπου αναδόθηκε στην εγκόσμια φωτόχαρη ζωή ο χάλκινος θεός;

            Ο Καρούζος,  εκείνος ο διαπρεπής αρχαιολόγος, στη μελέτη του για το άγαλμα του Αρτεμίσιου, δίνει λεπτομερειακά τις διαστάσεις και τα χαρακτηριστικά των μελών του, μελετάει τη μορφική του έκφραση, τις αναλογίες του σώματος, προσπαθεί  να αποκαλύψει τι κρατούσε στα χέρια του ο Θεός, αναζητάει την εποχή, το καλλιτεχνικό εργαστήριο που έπλασε το άγαλμα · διερευνάει από κάθε πλευρά το αντικείμενο και καταλήγει στη γνώμη ότι ο αναδυθείς θεός κρατούσε στο χέρι του τρίαινα και είναι επομένως  Ποσειδώνας και όχι Δίας, όπως υποστήριξαν άλλοι.

            Έκτοτε το αριστούργημα αυτό της θεογεννήτρας ευβοϊκής θάλασσας, έτσι ως Ποσειδώνας είναι γνωστό.

            Τάχα από την έμπνευση και τα χέρια ποιανού αρχαίου Έλληνα γλύπτη πλάστηκε αυτός ο ενάλιος θεός, με τα καλοχτενισμένα μαλλιά της κεφαλής και της γενειάδας του; Ποιος έβαλε την τέχνη του για να στήσει μπρός μας καλλίγραμμο  αυτό το γιομάτο ρώμη σώμα; Άγνωστος μένει ο πλάστης του. Ίσως να ταιριάζει εδώ αυτό  που απαιτεί από τον καλλιτέχνη ο Σίλλερ: «Το έργο του να το ρίξει σιωπηλά μέσα στον απέραντο χρόνο»6.

β.  Το άλογο και το παιδί



            Η αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία, σκεφτόμενη ότι στο χώρο του ναυάγιου μπορεί να υπήρχαν και άλλα γλυπτά, έκλεισε συμφωνία με τον ίδιο πλοίαρχο του σπογγαλιευτικού Δημ. Δεληκωσταντή, που ανέλκυσε το άγαλμα του Ποσειδώνα, για να εξερευνήσει το βυθό. Επί ημέρες ανεβοκατέβαιναν  με σκάφανδρο 4 δύτες  σε βάθος πάνου από 40 μέτρα και σε βυθό λασπώδη - συχνά με θολούρα - που δυσκόλευε την εργασία,  ψάχνοντας για τυχόν άλλα αρχαιολογικά έργα.  Σε κάποια  από τις καταδύσεις βρέθηκε πέτρινο σώμα που πιστεύτηκε  ότι μπορεί να ήταν το άγαλμα της Προσηώας  Αρτέμιδας, που είχε  διαρπαγεί από το ναό της,   βρισκόμενο στην τοποθεσία Άγιος Γεώργιος, κοντά στο χωριό Κορμπάτσι (Αρτεμίσιο). Ύστερα από την ανέλκυση  διαπιστώθηκε  ότι ήταν ο κάτω πέτρινος τροχός χερόμυλου! «Πέτρα μεγάλη ήτονε και πολλά επικραθήκασι όλοι (οι ψαράδες) για την πέτρα» για να θυμηθούμε μεταφρασμένο ψαράδικο μύθο του Αίσωπου.

            Βρέθηκε κατόπι και η δεύτερη μυλόπετρα. Επίσης βρέθηκε μια οξυπύθμενη υδρία του νερού, πολλά άλλα πήλινα θραύσματα και ένας μολύβδινος σωλήνας. Με το χερόμυλο - τη μόκρα όπως λένε στην περιοχή των Στύρων - φαίνεται αλέθανε και εξασφαλίζανε την τροφή τους στο ταξίδι.

            Η έρευνα τελικά στέφθηκε με επιτυχία όταν οι δύτες ανακαλύψανε, δέσανε και ανεβάσανε στο σκάφος το πρόσθιο μέρος χάλκινου αλόγου με το κεφάλι του και το αριστερό πισινό του πόδι. «Κρίμα στους κόπους μας, είπε ο καπετάνιος. Γι' αυτό λοιπόν το ψοφάλογο δουλέψαμε τόσες μέρες»!

            Στο πευκί που αναγκάστηκαν να διακόψουν από τη φουρτούνα και ν' αράξουν, ο αρχαιολόγος Μπέρτος που επόπτευε την εργασία, καθάρισε το άλογο από τη λάσπη, που είχε μέσα στο κοίλωμά του, καθώς και από τα όστρακα, που ήταν κολλημένα απάνω. Κατά το καθάρισμα βρήκε και ελάχιστα ίχνη ολότελα σάπιου ξύλου. Όταν έφκιαξε  ο καιρός και ξαναπιάσανε δουλειά, οι βουτηχτές ψάχνοντας για το υπόλοιπο τμήμα του αλόγου, ανακάλυψαν χάλκινο άγαλμα μικρού παιδιού - αναβάτη - γεμάτο όστρακα κι αυτό, που του λείπανε όμως το δεξί πόδι και ο δεξιός βραχίονας. Κάτου από το άγαλμα υπήρχανε βότσαλα. Ο βυθός στο μέρος αυτό είναι λασπερός και δε δικαιολογούνται βότσαλα. Η γνώμη του  αρχαιολόγου είναι ότι το πλοίο που βυθίστηκε εκεί, είχε τ' αγάλματα πάνου στο έρμα (σαβούρα που αποτελούνταν από βότσαλα) στο κοίλωμα του σκάφους. Ότι επρόκειτο για ναυάγιο, προκύπτει και από το γεγονός ότι βρέθηκαν πολλά μολυβένια  πλακίδια, με τα οποία ήταν επενδυμένα  τα ύφαλα του πλοίου.

            Άραγε από ποια περιοχή είχανε διαρπαγεί οι αρχαιολογικοί αυτοί θησαυροί  και που κατευθύνονταν; Κατά τους αρχαιολόγους πρέπει να προέρχονταν από κάποιο ιερό  της Βόρειας Εύβοιας - που αγνοούμε - ή από ιερό που θα βρισκόταν σε κάποια απ' τις αντικρινές ακροθαλασσιές της Θεσσαλίας. Δεν αποκλείεται όμως να προέρχονταν  από σύληση που έγινε  σε βορειότερα μέρη, στη Μακεδονία, το Δίο ή αλλού,  και για να περνούσε το σκάφος από τον Ευβοϊκό, ασφαλώς θα κατευθυνόταν στην Ιταλία. Για την Κωνσταντινούπολη αποκλείεται να πήγαινε, γιατί θ' ακολουθούσε  άλλη πορεία, κατά το βοριά. Για όλα αυτά τα γλυπτά,  χρειάστηκε  να γίνει στο Αρχαιολογικό Μουσείο μακρά και επίπονη εργασία από τους ειδικούς για το καθάρισμα και τη συμπλήρωσή της. Η σοβαρότερη όμως εργασία - καθαρή καλλιτεχνική δημιουργία - ήταν εκείνη που απαιτήθηκε να πραγματοποιηθεί  για να κατασκευαστούν  τα μέρη που έλειπαν,  ώστε ν' αναπλαστεί και ολοκληρωθεί το έργο. Δε θ' ασχοληθώ εδώ - αναρμόδιος άλλωστε - με τα ζητήματα και τις απορίες που προκύπτουν ως προς τη σχέση αλόγου με το παιδί, και τις φανερές δυσαναλογίες ίππου και αναβάτη, ούτε σε ποια εποχή ανήκουν, και αν το παιδί αυτό αποτελούσε τον τζόκεϋ του αλόγου ή ήταν άσχετο με εκείνο. Τούτα είναι της αρμοδιότητας των ειδικών. Για το λόγο αυτό προσέφυγα  στο μουσειακό καλλιτέχνη γλύπτη Νίκο Περαντινό, προϊστάμενο τότε των Τεχνικών Υπηρεσιών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ο οποίος  είχε αναλάβει την ανασυγκρότηση από αισθητικής και πλαστικής μορφής του έργου. Είναι φανερό ότι ο καλλιτέχνης αντιμετώπισε  πολλά προβλήματα ως προς το μήκος του αλόγου, γιατί έλλειπαν  μεγάλα τεμάχια από την κοιλιά και τη ράχη του που θα ένωναν το μπρός και το πίσω μέρος. Επίσης υπήρχε το πρόβλημα της κινήσεως του ίππου. Ο διακεκριμένος γλύπτης, που τον επισκέφθηκα στο ατελιέ του, για να έχω μιαν υπεύθυνη γνώμη πάνω στο λεπτό αυτό καλλιτεχνικό θέμα, που περιέγραψε από κάθε άποψη και ανάλυσε έτσι το όλο αντικείμενο:

            «Αρχικά, από το διάσημο γερμανό αρχαιολόγο E. Buschor, χρονολογήθηκε ο ίππος ότι ανήκει στην εποχή του 5ου αιώνα π.Χ., γιατί η πλαστική  μορφή του κεφαλιού θεωρήθηκε ότι είναι ίσως ένα δείγμα γλυπτικής σαν προάγγελος της ζωφόρου του Παρθενώνα. Ο αναβάτης όμως, το μικρό άγαλμα του παιδιού, που πιθανόν να ανήκε στον ίππο, θύμιζε χαρακτηριστικά πλαστικής μπαρόκ της ελληνιστικής εποχής. Ο αναβάτης είναι πολύ μικρός, οι διαστάσεις του σε σχέση με τον ίππο, και έτσι δημιουργήθηκε  ζήτημα για την αρχική σχέση ίππου και αναβάτη. Ειπώθηκε ακόμα ότι μπορεί να προστέθηκε μεταγενέστερα, κατά την ελληνιστική εποχή, πάνω στον προϋπάρχοντα ίππο.

            Πρίν από σαράντα περίπου χρόνια, ο τότε γλύπτης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Ανδρέας Παναγιωτάκης, είχε επιχειρήσει την αναστύλωση του ίππου, αλλά η μελέτη εκείνη παρουσίαζε σφάλματα, γι' αυτό και αποκλείσθηκε από του να παρθεί σαν βάση για μια μελλοντική ανασυγκρότηση του έργου.

            Τα κύρια μειονεκτήματα ήσαν αφ' ενός η υπερβολική επιμήκυνση του σώματος του ίππου και αφ' ετέρου η υπέρ το δέον ανύψωση του τραχήλου του, σε τρόπο ώστε το στήσιμο έδινε την εντύπωση άλματος μάλλον παρά καλπασμό όπως τελικά αποδείχθηκε, όταν έγινε νέα ανασυγκρότηση και δόθηκε η σωστή κίνηση του ίππου.

            Η ακριβής λοιπόν κίνηση, το μήκος του σώματος, η συμπλήρωση του μεσαίου τμήματος που έλειπε και που ένωνε το εμπρός με το πίσω μέρος του σώματος, το στήριγμα που υπήρχε στη μέση, στο σημείο ακριβώς που αντίστοιχα πάνω στη ράχη του ίππου καθόταν ο αναβάτης, καθώς και οι σχέσεις αναλογίας ίππου και αναβάτη, αποτελέσανε τα βασικά  προβλήματα της νέας ανασυγκροτήσεως του ίππου που έγινε το 1970 - 1972.

            Με τη συνεργασία μου με τον αρχαιολόγο Βασ. Γ. Καλλιπολίτη, τότε διευθυντή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και ύστερα από επισταμένη μελέτη με σχέδια  σε κλίμακα και στις φυσικές διαστάσεις του ίππου, και με σπουδή της ανατομίας συγχρόνων ίππων, γιατί το άλογο του Αρτεμισίου ως προς τη ράτσα του, συγγενεύει με σημερινό αραβικό ίππο, είναι κέλης με ραδινό και μυώδες σώμα, τελικά βρέθηκε η σωστή κίνηση και η αναλογία του σώματος. Τα μέρη του έλλειπαν στο σημείο της κοιλίας και μέρους του δεξιού γοφού, το αριστερό πόδι από το πέλμα μέχρι τη μέση της κνήμης, καθώς και ολόκληρη η ουρά συμπληρώθηκαν στην ανατομική τους μορφή με υλικό εποξυνικής ρητίνης τύπου «αραλδίτε σιδά», αναμιγμένης με σκόνη από στόκο και με επάλειψη στην επιφάνεια σε χρώμα χαλκού, όπως και του αγάλματος. Η τεχνική εργασία στηρίξεως με σιδερένιο οπλισμό εσωτερικώς και η συγκόλληση των κομματιών έγιναν από τον αρχιτεχνίτη  του Μουσείου Χρήστο Χατζηλιού.

            Ως προς τη σχέση ίππου και αναβάτη, δεν υπάρχει τώρα καμιά αμφιβολία έπειτα από τη σχετική μελέτη για το πλαστικό ύφος του δημιουργού γλύπτη της όλης συνθέσεως.

            Επίσης συνηγορεί και η ύπαρξη στη ράχη του ίππου μέρους του ρούχου, όμοιο σε απόδοση με τις πτυχές του χιτώνα του αναβάτη. 

            Το κύριο λοιπόν μνημείο είναι ο ίππος, ο δέ μικρός αναβάτης αποτελεί συμπληρωματικό τρόπο μορφής που πληροί  το επάνω από την ράχη κενό του ίππου. Άλλωστε είναι φυσικό να υποτεθεί ότι κατά τις ιπποδρομίες ιππεύουν τ' άλογα μικρόσωμοι καβαλάρηδες για το απαιτούμενο ελαφρό βάρος. Ο δημιουργός γλύπτης, είχε το λόγο του, υφής  καλλιτεχνικής για τη δυσαναλογία αυτή, δηλαδή την προσαρμογή της μορφής στη σύνθεση του μνημείου, παρά το γεγονός ότι παρ' όλο που οι διαστάσεις του αναβάτη είναι παιδιού 5 ετών,  η μυϊκή ανάπτυξή του είναι 14-15 ετών.

            Μια λεπτομέρεια ακόμη ίσως καταλήγει στο ίδιο χρονολογικό συμπέρασμα: Η εξέταση μιας μορφής Νίκης που υψώνει  στα δύο χέρια της στέφανο και αναπαριστά σφράγισμα συνηθισμένο πάνω σε ευγενείς ίππους,  κατά την αρχαιότητα, (παραδείγματα έχουμε πάνω σε αγγειογραφίες). Η μορφή της Νίκης είναι στο δεξί μηρό του ίππου χαραγμένη και δηλώνεται με περίγραμμα αποτελούμενο από ίχνος ένθετης από ασήμι στενής ταινίας, που τώρα εχάθηκε.

            Προσφέρεται λοιπόν τώρα το έργο στην άνετη μελέτη, ως προς τη σύνθεση και τις πλαστικές λεπτομέρειες, ώστε είναι σκόπιμο να σημειωθούν μερικές παρατηρήσεις σχετικές με την τεχνοτροπία και την σύνθεσή του.

            Η κεφαλή του ίππου μπορεί πραγματικά να παραβληθεί  προς ανάγλυφες κυρίως παραστάσεις της κλασικής τέχνης. Η ομοιότητα αυτή υπέβαλε την αρχική χρονολογία του έργου στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. Είναι γνωστό ότι μεγάλοι γλύπτες του αυστηρού ρυθμού είχαν επιδοθεί στην ακριβή παράσταση των ανατομικών λεπτομερειών του ίππου και άλλων ζώων.

            Οι λεπτομέρειες λοιπόν της διάπλασης των μυών του ίππου, η μορφή των πτυχών του δέρματος και οι αρθρώσεις των σκελών, ιδίως η έντονη δήλωση των φλεβών, μας υποβάλλει να αναγνωρίσουμε στο γλυπτό τεχνοτροπία μεταγενέστερη ελληνιστικών χρόνων, δηλαδή περί τα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ.

            Το μνημείο ήταν ανατεθειμένο σε κάποιο σημαντικό ιερό, απ' όπου αφαιρέθηκε και κατά  τη θαλάσσια μεταφορά του καταποντίστηκε το πλοίο  που το μετέφερε, μαζί με το άγαλμα του Ποσειδώνα.

            Επομένως για την ερμηνεία του έργου, πρώτιστη σημασία έχει το ζήτημα της αρχικής θέσεώς του και η αναζήτηση, κατά το βόρειο άκρο της Εύβοιας  ή επί της θεσσαλικής ακτής του ιερού στο οποίο είχε αφιερωθεί αυτό και απ' όπου πιθανώς αφαιρέθηκε και το περίφημο χάλκινο άγαλμα του Ποσειδώνα».

            Ύστερα από την πιο πάνω ανάλυση του γλύπτη Περαντινού, δε μένει αμφιβολία ότι τα δύο γλυπτά είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους και ότι το παιδί είναι ο αναβάτης του αλόγου.



1 Εμίλ Λούντβιχ: «Μεσόγειος, τα πεπρωμένα μιας θάλασσας», εκδ. «Προμηθέας», Αθήνα, 1954, σ. 12

2 Ισως το ακτωνύμιο Βουλίκι να χρωστιέται στην περίφημη ναυμαχία του Αρτεμισίου το 480 π.Χ. όπου βούλιαξαν τα περσικά σκάφη από τις 271 ελληνικές τριήρεις (και 9 πεντηκόντορα),  που παρατάχτηκαν υπο την αρχηγία του Ευρυβιάδη. Στην ναυμαχία αυτή - καθώς και στην κατοπινή  της Σαλαμίνας - μετείχανε - όπως είναι γνωστό - και 20 Χαλκιδικές τριήρεις, 7 της Ερέτριας και 2 των Στύρων (Ηρόδοτος VIII).

3 Αρχαιολογικόν Δελτίον του 1930-31, τ. 13, σ. 41 και έπ.

4 Αρχαιολογικόν Δελτίον του 1926, παράρτημα, σσ. 86-95

5 Η αρχαιολόγος Σέμνη Καρούζου γράφει: «Με μια  θεϊκότητα μεγαλύτερης σύλληψης, φανταστικά οραματική, υψώνεται ένα άλλο, το σημαντικότερο έργο της θάλασσας, ο Ποσειδών του Αρτεμισίου, έργο και αυτό κάποιου Πελοποννήσιου Χαλκοπλάστη (Εφημ. «Ελευθερία» 14-12-1957)

6 W. KRANZ: « Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας», μετάφραση Θρασύμβουλου Σταύρου, έκδ. Ι. Χιωτέλης, Αθήναι 1953, σ. 19

Νομίσματα Ερέτριας


ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Α Ρ Χ Α Ι Α Ε Ρ Ε Τ Ρ Ι Α
Του Γιάννη Τάσου Μαγκούτα

Νομίσματα 




 
 Στα πολύ παλιά χρόνια, οι εμπορικές συναλλαγές, μεταξύ των ανθρώπων, γίνονταν με ανταλλαγή, είδος με είδος. Αργότερα όμως, στους ιστορικούς χρόνους, όταν έγινε μεγαλύτερη η επέκταση του εμπορίου, η ανταλλαγή μόνο με είδος ήταν, σχεδόν, αδύνατη. Έτσι επινοήθηκαν τα νομίσματα Βέβαια, η κοπή νομισμάτων είχε σαν προϋπόθεση σταθερή οικονομία και αναπτυγμένο εμπόριο και βιομηχανία. Να προστεθεί πως πολλά από τα νομίσματα είχαν σχεδιαστεί από σπουδαίους καλλιτέχνες και ήσαν πραγματικά έργα τέχνης.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΚΑΡΥΣΤΙΝΩΝ


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΚΑΡΥΣΤΙΝΩΝ
Θ.Κ.ΤΣΟΥΡΤΗΣ 




Ναϊάδα πλησιάζει τον κοιμώμενο Ύλα. Πίνακας του Τζον Γουίλιαμ Γουότερχαουζ, 1893.



ΥΑΔΕΣ

Από τα χρόνια τα προϊστορικά, του θρύλου και της καταχνιάς της Ιστορίας, έχουμε αρκετά κατάλοιπα, που ανεβάζουν την ύπαρξη του χώρου της Καρύστου πολύ βαθειά μέσα στους αιώνες, σύμφωνα με τα δεδομένα που η σκαπάνη των αρχαιολόγων και η συστηματοποιημένη και προχωρημένη τόσο, στα τελευταία χρόνια, αυτή επιστήμη μας διδάσκει. Μέσα στην διαδρομή των αιώνων όμως ένα έχουμε να εξάρουμε, ως γεγονός. Ότι δηλαδή ο Πολιτισμός της Καρύστου, και των ανθρώπων που κατοικούσανε στον χώρο αυτό, ο οποίος παρουσιάζεται, κατά καιρούς, ως

Οι Αειναύτες της αρχαίας Ερέτριας

Οι Αειναύτες της αρχαίας Ερέτριας 




      
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Α Ρ Χ Α Ι Α Ε Ρ Ε Τ Ρ Ι Α 

Του Γιάννη Τάσου Μαγκούτα 

Οι Αειναύτες της αρχαίας Ερέτριας
 Η Ερέτρια, ως γνωστόν, είναι μία από τις αρχαιότερες πόλεις τής Ελλάδας, της οποίας η πρώτη κατοίκηση χάνεται στα βάθη των αιώνων. Τούτη η πόλη με το ήπιο κλίμα, που την αγκαλιάζει η θάλασσα, διαθέτει και ένα υπέροχο λιμάνι . Οι κάτοικοί της –εκτός από την καλλιέργεια της γης και το εμπόριο-, από πολύ παλιά, ασχολήθηκαν και με την ναυσιπλοΐα. Έτσι, με την πάροδο των χρόνων, δημιουργήθηκε η παράδοση των μεγάλων ναυτικών, των ναυσιπλόων, των καπεταναίων και των πλοιάρχων. Εκείνοι οι μακρινοί μας πρόγονοι, με τα υπέροχα σκαριά τους, οι οποίοι αψηφούσαν τους κινδύνους και τις φουρτουνιασμένες θάλασσες, μετέφεραν τους μύθους της φυλής στα πέρατα τού τότε γνωστού κόσμου.

ΛΕΟΝΤΙΝΩΝ ΠΡΟΣΚΛΗΣΙΣ


Κούρος Λεοντίνων


Μια από τις σημαντικότερες πόλεις του σικελικού ελληνισμού υπήρξε αυτή των Λεοντίνων. Είχε ιδρυθεί από τους κατοίκους της πόλης Νάξος της Σικελίας, η οποία - κατά το Θουκυδίδη - ήταν η πρώτη ελληνική αποικία επί σικελικού εδάφους. Χτίστηκε μάλιστα από Χαλκιδείς με οικιστή το Θουκλή το 735 π.Χ. Ως έτος ίδρυσης των Λεοντίνων θεωρείται το 730 π.Χ. Κατά τη διάρκεια του
Πελοποννησιακού πολέμου οι Λεοντίνοι καταχτήθηκαν από τους Συρακουσίους - την ισχυρότερη πόλη της Μεγάλης Ελλάδας και σύμμαχο των Σπαρτιατών - και μάλιστα εκδιώχθηκαν από την πόλη τους. Ως πόλη εγγύς των Συρακουσών είχε απειληθεί άμεσα απ’

αυτούς από τα πρώτα κιόλας έτη του εμφύλιου πολέμου,

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΑΥΛΩΝΑΡΙ



ΡΟΠΤΡΟ ΑΥΛΩΝΑΡΙΟΥ

Στα λαμπρά βυζαντινά χρόνια, όσο και στην περίοδο της Λατινοκρατίας που επακολούθησε (σημειωτέον ότι η Εύβοια περιήλθε στη δυτική κυριαρχία το 1204 μ.Χ. και στην τουρκική το 1470), η κεντρική – ανατολική Εύβοια με κέντρο την Αυλώνα, το σημερινό Αυλωνάρι, γνώρισε αξιοσημείωτη ανάπτυξη οικονομική και πολιτιστική. Αν και οι βυζαντινές πηγές είναι ιδιαίτερα φειδωλές για τη νήσο Εύβοια γενικότερα, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις, ήδη από την εποχή εκείνη, ότι η ευρύτερη περιοχή με κέντρο την Αυλώνα θα διαδραμάτιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στα ευβοϊκά πράγματα κατά την επικείμενη φραγκική κατάκτηση, όσο και κατά την πρώτη περίοδο της

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΑΗ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΛΙΜΝΙΩΤΗ


ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΑΗ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΛΙΜΝΙΩΤΗ
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΥ
Αυτά τα ιερά συναξάρια των αγίων, τα θεικά κι ευλογημένα, τα
μισοσβησμένα απ’ τις τωρινές ανθρώπινες μνήμες, αυτές οι αγιασμένες παμπάλαιες ιστορίες, οι ξεχασμένοι αυτοί θρύλοι των μοναστών, μοιάζουν σαν τις λησμονημένες αγιογραφίες, που ολοένα χάνονται μέσα στην άχνα και το μυστικό αδύναμο φέγγος των περασμένων καιρών. Αυτά, λοιπόν, τα συναξάρια τα

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΤΩΝ ΣΑΜΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΒΟΙΑ ΤΟ 1834

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ
ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΤΩΝ ΣΑΜΙΩΝ
ΣΤΗΝ ΕΥΒΟΙΑ ΤΟ 1834




 
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ
Ελλάς ω Μήτερ δεν σε αρνούμαι
Αν και πολλά σε παραπονούμαι
πώς να νάχης συ την Ελευθερίαν
Και να με σπρώχνης εις την Τουρκίαν
Τούτο με κάμνει ν' αδημονώ.
Γεώργιος Κλεάνθης
 
Όταν οι γενναίοι Σαμιώτες, τον Απρίλη του 1821, ξεσηκώνονταν για τη λευτεριά τους με ηγέτες τον Λυκούργο Λογοθέτη και τον καπετάν Σταμάτη Γεωργιάδη, πίστευαν πως ο μόνος αντίπαλος ήταν ο Τούρκος κατακτητής. Κι ως προς αυτόν τα κατάφεραν
ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ

ΟΡΚΟΣ ΤΩΝ ΣΤΕΝΙΩΤΩΝ

Σκίτσο  Γ. Παπαστάμος  «Το χρονικό μιας μικρής πολιτείας και ενός μεγάλου ήρωα».

Από το μυθιστόρημα του Νικολάου Αντωνόπουλου, που εκδόθηκε το 1886, με τίτλο «Μαρούσα η Στροπωνιάτισα» και αναφέρεται στον μεγάλο έρωτα του Γιάννου από τη Στενή και της Μαρούσας από τις Στρόπωνες, εξάγουμε από τις περιγραφές πολλά λαογραφικά στοιχεία, καθώς και ιστορικά, τα οποία πιθανόν από στόμα σε στόμα να έχουν κάπως αλλοιωθεί, αλλά πιστεύουμε ότι ο βασικός κορμός πρέπει να προσεγγίζει την αλήθεια, έτσι όπως τα άκουσε ο Αντωνόπουλος από τους κατοίκους, κατά τη διάρκεια της συλλογής στοιχείων, για να «στήσει» την ιστορία του. Δημοσιεύουμε απόσπασμα από τον όρκο που έδωσαν οι

Η Μπολοβίναινα


                    Η    Μπολοβίναινα
                         Μια ηρωική μορφή του 1821
 
Γράφει ο Γιώργος Παπαστάμου


Το φαράγγι



Μέσα στον οντά τον χιλιοπλουμισμένο μπήκε ο Μπερκόφτσαλης. Ήταν κοντός, ξερακιανός Αγάς με λίγα γενάκια .Το χαμογελό του πικρό, στεγνό, άχαρο και πίσω από τα χοντρά του χείλια ξεχώριζαν τα κίτρινα βρώμικα δόντια του, ανάρια και φαφουτισμένα. 
Το βλέμμα του αλλοίθωρο, γυμνό από λάμψη, τρεμάμενο και συγνεφιασμένο έπεσε πάνω στου Αχμέτ-Μουσελίμη του Βιτωλιάτη, την αγριεμένη φάτσα.
Σκίτσο  Γ. Παπαστάμος  «Το χρονικό μιας μικρής πολιτείας και ενός μεγάλου ήρωα».

Ήταν ο κυβερνήτης της Εγρίπου ο Αχμέτ και διοικούσε επιτροπικά αντί του Γιουσούφ-Πασά, που υπηρετούσε προσωρινά στο ηπειρωτικό στρατόπεδο του Χουρσίτ.
  Ο Αγάς στάθηκε, για στιγμή, σαν αποχαυνωμένος· κι ύστερα, σα βημάτισε λίγο,

   ΓΟΒΓΙΝΑΣ ΚΑΙ ΑΛΗ ΠΑΣΣΑΣ 





   ΓΟΒΓΙΝΑΣ ΚΑΙ ΑΛΗ ΠΑΣΣΑΣ 

 
ΜΥΘΙΣΤΟΡΙΑ
Απόσπασμα από το ανέκδοτο «ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ μιας Μικρής Πολιτείας κι ενός Μεγάλου Ήρωα»
Γ.ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΥ
 



             ΠΟΛΕΜΙΑ! Πολέμια ασταμάτητα. Και κάθε μέρα οι Κλεφταρματολοί στο Ορδί του Αλή, με το σπαθί και το ντουφέκι, στην παίδευση.
 
Περπατάνε τ' ασκέρια του πασά, τ' ασκέρια των Χριστιανών Αρματολών, μέχρι την Σαμοβίνα, την Κιάφα και το Κούγκι. Βλέπουν την δόξα, να περπατεί μονάχη στα ραχοβούνια του Σουλιού. Όπου σταθούν ερήμωση και θλίψη και γή γυμνή, κατάξερη, ποτισμένη με αίμα.
            Σκούζουν στην άγρια ερημιά νυχτοπούλια και μπαϊκούσες πλήθος. Σταυραετοί ουρανόφερτοι αυλακώνουν τα ύψη. Μαυρολογούν τα ζάλογγα, απ' τα κοράκια. Και οι νιζάμηδες, που μένουν απόλεμοι, το ρίχνουν για μάθηση στο σημάδι. Φυτεύουν βόλια στα δένδρα και αντιλαλούν βαριά τις ντουφεκιές οι ερημιές, τα βουβά φαράγγια, τ' ακατοίκητα χωριά.

Στο δρόμο των θυσιών και της δόξας


Στο δρόμο των θυσιών και της δόξας
Στο δείλι του 1820 και το απαύγασμα του ’21 αναβρασμός μέγας επικρατεί στους ελληνικούς επαναστατικούς κύκλους. Από τη μια υπάρχουν οι κύκλοι της αναβλητικότητας κι από την άλλη αυτοί της άμεσης δράσης, η οποία καθορίζεται για την 25η Μαρτίου. Τα γεγονότα όμως τρέχουν κι ο Υψηλάντης ξεκινά τελικά τον Αγώνα από τα Πριγκιπάτα στις 22 Φεβρουαρίου του 1821, στοχεύοντας στο άπλωμά του σ’ όλη τη Βαλκανική και στη δημιουργία ενός φιλελεύθερου, δημοκρατικού, υπερεθνικού κρατικού μορφώματος – όπως το οραματίστηκε πρώτος ο εθνομάρτυρας Ρήγας Φεραίος

«Φύλλα Αγώνος»


«Φύλλα Αγώνος»
Κώστας Μπαιρακτάρης





Ξεφυλλίζοντας απόψε τις ευάριθμες και αιματοποτισμένες σελίδες του ευβοϊκού Αγώνα στα χρόνια της επικότερης περιόδου της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας – αυτής του ’21 – θα σταθούμε σε ορισμένα γεγονότα, τα οποία στιγμάτισαν αυτήν την εποχή, μα και σε ορισμένα άλλα τα οποία σχετίζονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με ετούτον τον τόπο, τα Φύλλα Εύβοιας, αλλά και την ευρύτερη – παραληλάντια – περιοχή.
Υδρογράφου ναυάρχου Αρθούρου Μένσελ

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΝΑΥΑΡΧΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΜΙΑΟΥΛΗ


ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΝΑΥΑΡΧΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΜΙΑΟΥΛΗ
 Γράφει ο Αλέκος Α. Φραγγιάς
Στις 20 Μαΐου 1769 γεννήθηκε στα Φύλλα της επαρχίας Χαλκίδας ο ναύαρχος του 1821 Ανδρέας Μιαούλης. Και απέθανε στην
Αθήνα στις 11 Ιουνίου 1835 σε ηλικία 66 ετών. Στο σημερινό μας σημείωμα θα γραφούν λίγες γραμμές αναφοράς για το τέλος του Αθάνατου Μιαούλη, ως ελάχιστο δείγμα στη μνήμη του.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ
Ο βασιλιάς Όθωνας , άμα ήρθε σε ηλικία και πήρε την εξουσία στα χέρια του, τίμησε τις υπηρεσίες του, τον προήγαγε στο βαθμό του υποναύαρχου, τον έβαλε αρχηγό στο στόλο και στο ναυτικό

Στο δρόμο των θυσιών και της δόξας


Στο δρόμο των θυσιών και της δόξας





Στο δείλι του 1820 και το απαύγασμα του ’21 αναβρασμός μέγας επικρατεί στους ελληνικούς επαναστατικούς κύκλους. Από τη μια υπάρχουν οι κύκλοι της αναβλητικότητας κι από την άλλη αυτοί της άμεσης δράσης, της οποίας η πυροδότηση ορίζεται για την 25η Μαρτίου 1821. Τα γεγονότα όμως τρέχουν κι ο Υψηλάντης υποχρεώνεται σε επίσπευση των συμφωνηθέντων ξεκινώντας τον Αγώνα από τα Πριγκιπάτα στις 22 Φεβρουαρίου του 1821,

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΜΠΑΜΠΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΣΤΕΛ ΡΟΣΣΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΜΠΑΜΠΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΣΤΕΛ ΡΟΣΣΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
 
 
 
Του ΣΤΑΜΑΤΗ  ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ
 
Το Κόκκινο Κάστρο

Η έρευνα βασίστηκε στα σχετικά απομνημονεύματα του Ταγματάρχη του Βαυαρικού στρατού C.J.Bronzetti μεταφρασμένα στην Αγγλική και δημοσιευμένα στο βιβλίο του Άγγλου Ουϊλιαμ Τσάπμαν "Κarystos.City state and country", 1993.

14 ΓΕΝΑΡΗ 1822: Ο ΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΤΡΟΥΤΣΟΣ ΣΤ’ ΑΛΙΒΕΡΙ


14 ΓΕΝΑΡΗ 1822: Ο ΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΤΡΟΥΤΣΟΣ ΣΤ’ ΑΛΙΒΕΡΙ – Ο ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ ΣΤΑΜΑΤΑΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΥΣΤΟΣ
 
 
«…. Εγώ καθώς το γνωρίζετε καλύτερα, αγαπητοί μου
Γαλαξειδιώταις, ημπορώ να ζήσω βασιλικά, με πλούτια, τιμαίς και δόξαις. Οι Τούρκοι, ότι και να ζητήσω μου το δίνουνε παρακαλώντας, γιατί το σπαθί του Οδυσσέως δεν χορατεύει…. Μα σας λέγω την πάσαν αλήθειαν, αδέλφια,

2 ΓΕΝΑΡΗ 1822: Ο ΗΛΙΑΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΣ ΔΙΝΕΙ ΤΑ ΝΙΑΤΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ

«Οσ’ είστε φίλοι, κλάψετε,
και σεις εχθροί χαρήτε,
 σκοτώσανε το Μπεηγαδέ,
τ’ άξιο το παλικάρι»
Δημοτικό
Στις 5 του Γενάρη του 1822 έφτασε στ’ Αλιβέρι ο Ηλίας Μαυρομιχάλης, μαζί με το θειό του Κυριακούλη, φέρνοντας μαζί τους εξακόσιους Μανιάτες και δυό καράβια.

Στ’ Αλιβέρι είχαν έρθει, από τα τέλη του Δεκέμβρη του 1821, ο δεσπότης της Κάρυστος Νεόφυτος, ο Κριεζώτης, ο Βάσσος, ο Κώτσος, ο Κώτας μαζί με τρακόσα παλληκάρια, κι είχαν οχυρωθεί στον Ενετικό πύργο (που σήμερα είναι μαντρωμένος μέσα στο

ΚΟΤΣΑΜΠΑΣΗΔΕΣ ΧΑΛΑΣΟΧΩΡΗΔΕΣ και ΛΟΓΙΟΤΑΤΟΙ ΜΑΣΤΡΟΧΑΛΑΣΤΗΔΕΣ ΣΤΟ ΕΥΒΟΙΚΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ


 Ένα κείμενο του Αλέξη Κριεζή για τη Συνέλευση των Α(γ)ριοπαγιτών στα Πολιτικά Ευβοίας, το Νοέμβριο του 1821





– του Γιώργου ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΥ

 Οι αυτοκαλούμενοι «ήρωες», - «ευδόκιμοι άνδρες» της εποχής του ’21 παριστάνοντας τον αυστηρό ηθικολόγο, δεν ήθελαν να φρονηματίζουν τον, υπέρ της ελευθερίας του, αγωνιζόμενο λαό! Απλώς ήθελαν να προβάλουν τα συμφέροντα, της «υψηλής» άρχουσας τάξης τους. Ήθελαν ν’ αποκτήσουν ερίσματα κυριαρχίας στους Πληβείους τους, και στη θέση του νικημένου ανατολίτη δυνάστη, να έμπαιναν αυτοί αμέσως με την απελευθέρωση.
Οι ηγεμονίσκοι εκείνοι δεν μπόρεσαν να περιλάβουν, να κλείσουν θα έλεγα, μέσα στην συνείδησή τους, το 21, και δεν κατανόησαν οι πιο πολλοί, τίποτα σχεδόν, από το επαναστατικό πνεύμα της κοσμογονικής εκείνης εποχής. Έβλεπαν πάντα αφ’ υψηλού τον ταλαίπωρο λαό αποκαλώντας τον «Πλέμπα» και «όχλον». Και πολλές φορές είτε συνειδητά, είτε ίσως αθέλητα, καλλιεργούσαν στους μυστικούς κύκλους τους, αντιλαϊκές και αντιαναγεννητικές τάσεις και νοοτροπίες, θεωρώντας