Πετριές
Πετριές. Άνω και Κάτω. Τόπος πετρώδης, άγονος. Όμοιος των Κυκλάδων. Με
ακτές αλλού απόκρημνες, φαγωμένες από τα άγρια κύματα του Αιγαίου, κι αλλού
ομαλές και στρωμένες από ένα λευκόφωτο ρεβυνδώδες – στο σχήμα, μέγεθος – βοτσαλάκι.
Ετούτες, κουρνιασμένες στην αγκάλη των βραχόλοφων του τόπου, υπήρξαν από τα πανάρχαια χρόνια: τόποι
καταφυγής των ανεμοδαρμένων σκαριών που τις περιέπλεαν και μόνιμης πρόσδεσης των κατοίκων τους, καθώς και στόχος των
επίβουλων πειρατών.
Ετούτος ο – τελευταίος – λόγος, έκαμε τους κατοίκους που διέμεναν κατά
την αρχαιότητα στην μπούκα του "Στομίου", να καταφεύγουν –σε περίπτωση ανάγκης – προς
τη διασωμένη κοιλάδα, που τροφοδοτείται
από τις πάντα ρέουσες πηγές των Άνω Πετριών. Για τον ίδιο λόγο, σταδιακά
σχηματίστηκε και ο οικισμός στο λόφο
"Μεγάλο Σαμάρι", που αγναντεύει πασίθωρα το πολυτάραχο Αιγαίο.
Αυτός ο τόπος (το ‘‘Μεγάλο Σαμάρι’’) βρίσκεται
στο μεσοδιάστημα Στομίου - Άνω Πετριών και σήμερα χρησιμοποιείται ως κλίνη των
σκιών, "κοιμητήριο". Στο "Μεγάλο Σαμάρι", που κατοικούνταν
στα χρόνια των Ελλήνων, αλλά και στα ρωμαϊοβυζαντινά, έχουν βρεθεί λείψανα αρχαιολογικά και οι βάσεις βυζαντινού ναΐσκου
δίπλα στον οποίο έχει ανεγερθεί το εκκλησάκι Άγιος Γεώργιος.
Δυτικότερα αυτού του περίοπτου λοφίσκου, στα υψώματα λόφων που
σχηματίζουν χαράδρες και λεκάνες απορροής των υδάτων των πηγών της περιοχής αλλά
και των υδατοπτώσεων, έχει δημιουργηθεί ο κεντρικός οικισμός των Πετριών, οι
Άνω Πετριές. Ο οικισμός των Άνω Πετριών βρίσκεται στο σημείο όπου και ο αρχαίος
δήμος της Ερέτριας, Πέτρι (Πέτρη). Ο πληθυσμός των Άνω Πετριών αυξήθηκε
σημαντικά κατά τη βυζαντινή εποχή από τους διασωθέντες κατοίκους των δυο
προαναφερθέντων οικιστικών σχηματισμών,
καθώς κατέφυγαν σ’ αυτό το μέρος αναζητώντας
κρύπτη και καταφυγή, αποφεύγοντας την πειρατική αρπάγη που ανιλεώς κατακρεουργούσε το Αιγαίο.
Οι Άνω Πετριές, αναμφίβολα, είναι ένα
ιδιαιτέρως γραφικό και φιλόξενο χωριό, το οποίο αέναα σαϊτεύει τη ματιά του
στο σμαραγδένιο περιβόλι του Αιγαία, που
πάντα του γνέφει ‘‘Καλημέρα’’ και το: ‘‘Καλώς να ορίσεις στο στήθος μου το
ανασερό και γλυκόηχο’’.
Ο άλλος οικισμός των Πετριών, οι Κάτω Πετριές ή Άγιοι Απόστολοι, είναι η
Παραλία των Πετριών, η οποία ξεδιπλώνεται γύρω από τους λόφους του φιλόξενου
φυσικού λιμένα (του πλέον φιλοελίμενου των "Κοίλων της Εύβοιας", των
ακτών δηλαδή της Νοτιοκεντρικής Εύβοιας,
που αχόρταγα "ερωτοτροπούν" με το αρρενωπότατο βασίλειο του κυματόγενου Ποσειδώνα). Το γεγονός αυτό
από την αρχαιότητα προσέλκυσε την ανθρώπινη προσοχή, πράγμα που δηλώνεται από
κάποια αρχαιολογικά ευρήματα που σχετίζονται και αυτά με τον αρχαίο δήμο της
Πέτρης, εξ ού και Πετριές, όνομα που συνάδει απόλυτα με το πετρώδες, πολύχρωμο
πρασινοπετροκαφετί επίστρωμα της περιοχής.
Ο κυριότερος αρχαιολογικός σχηματισμός της Παραλίας των Πετριών βρίσκεται
στο νοτιότερο τμήμα του όρμου των Αγίων Αποστόλων, προς την πλευρά των
Κοσκίνων.
Εκεί υπήρχε οικισμός ψαράδων της Πρωτοελλαδικής Εποχής, της Χαλκοκρατίας.
Είναι η εποχή (3000 – 2000 π.Χ.) κατά την οποία δημιουργούνται πολλοί παράλιοι
οικισμοί με απώτερο σκοπό την επικοινωνία με την Ανατολή, απ’ όπου ήρθε η τέχνη
της μεταλλουργίας, αλλά και για να έχουν άμεση
πρόσβαση προς τη θάλασσα του Αιγαίου με τα πλούσια αλιεύματά της και την
προμήθεια του εκ Μήλου ηφαιστειογενούς υλικού οψιανός, που χρησίμευε στην κατασκευή ποικίλων λίθινων εργαλείων.
Τέτοιο υλικό, (οψιανό, καθώς και πυριτόλιθο) μαρτυρούν τα ευρήματα πως
χρησιμοποιήθηκε και απ’ αυτόν τον παράλιο προϊστορικό οικισμό, του οποίου εναπομείναντα
κτιριακά λείψανα υπάρχουν πλησίον της ακτής και σε ύψος 2-3 μέτρα πάνω από τη
θαλάσσια επιφάνεια. Στο ίδιο σημείο έχουν αποκαλυφθεί και θραύσματα αγγείων της
ίδιας περιόδου, καθώς και «επίχωση ερυθρογής», (κοκκινοχώματος), που ανάγεται
στην Προϊστορική – Νεολιθικκή εποχή.
Στον όρμο των Αγίων Αποστόλων (ονομασία εκ του φερώνυμου ναού των Αγίων
Αποστόλων) ξεδιπλώνεται η σεντεφένια ακτή της Παραλίας Πετριών, τα σπίτια της οποίας αέναα νανουρίζονται από
τα ηχολογήματα του φλοίσβου και των κυμάτιων μουσικών μουρμουρητών του νεροθεού Ποσειδώνα και των ασμάτιων
ψελλισμάτων των πρόσχαρων Νηρηίδων του.
Ετούτος ο τόπος, είναι ένα κλασικό αιγαιοπελαγίτικο: χωριό με τα πολυήμερα νησιώτικα πανηγύρια και
γλέντια του σε γάμους και σ’ άλλες χαρές, με τον πολυπληθή ψαράδικο στόλο του που – χαρωπός και γλεντζές – ξεχύνεται στα πλάτια του Αιγαίου για να
συλλέξει τα πλούσια αλιεύματά του, με τους φυσικούς ορμίσκους του και τον
τεχνητό λιμένα του όπου με ασφάλεια δένουν καΐκια και ψαρόβαρκες, αλλά και τα
πλοιάρια των επισκεπτών που καταφθάνουν – πολυπληθείς – κυρίως κατά
τους πασίχαρους θερινούς μήνες των
διακοπών της τύρβεως και μονοτονίας των άλλων περιόδων του έτους
Σε μια από τις ακτές του τόπου, τη "Λιανή Άμμο", που βρίσκεται
στο νότιο τμήμα του, υπάρχει "Ιαματική πηγή με νερό καθαρτικό του πεπτικού
συστήματος (τσιρλονέρι) ". Η "Λιανή Άμμος" προσελκύει πλήθος
παραθεριστών. Το ίδιο συμβαίνει και με την ακτή του όρμου " Κλιμάκι",
γύρω από την οποία την τελευταία δεκαετία έχουν κατασκευαστεί πολλές παραθεριστικές
κατοικίες, ξενοδοχειακή μονάδα και
ταβέρνες για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών. Είναι η πλέον αναπτυσσόμενη
περιοχή των Πετριών. Από αυτούς τους όρμους (και κυρίως από το "Κρυφολίμανο") στα
χρόνια της Κατοχής διέφυγαν προς τη Μέση
Ανατολή εκατοντάδες σύμμαχοι και Έλληνες πατριώτες κυνηγημένοι από τους
καταχτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Το "Κρυφολίμανο"
γειτνιάζει με μικρή, γόνιμη κοιλάδα, η
οποία δημιουργήθηκε από την προσχωσιγενή
δράση των χειμάρρων της περιοχής εις
βάρος της θάλασσας που –άλλοτε – εισχωρούσε βαθιά στην καρδιά της ακτής. Εκεί,
σ’ αυτόν τον πολύδαρτο από τους βορειανατολικούς αιγαιοπελαγίτικους ανέμους
τόπο, μονίμως αντιστέκεται σε ετούτες τις πληγερές και ανελέητες ριπές το κομψό
εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου του Πρόδρομου. Παλιότερα, σ’ αυτό το μέρος, υπήρχε κι ένας ανεμόμυλος, ο οποίος ερειπώθηκε
πλέον. Αντίθετα, στον Άνω οικισμό με τα πλούσια, τρεχούμενα – έως πριν μια δεκαετία –ύδατά του,
λειτουργούσαν (για το άλεσμα των δημητριακών των συνοίκων του τόπου) πέντε
υδρόμυλοι.
Στα χρόνια του ’21 τα παράλια της – παρά το Αιγαίο – Νοτιοκεντρικής
Εύβοιας επιτηρούνταν από τις αξιόμαχες ναυτικές δυνάμεις των Κυμαίων
θαλασσομαχητών, μα και άλλων νησιωτών του Αιγαίου, με αποτέλεσμα σημαντικές
ναυτομαχίες και ναυμαχίες να συμβούν. Ανάμεσα σ’ αυτές – τις συμπλοκές των Ελλήνων με τους δυνάστες –
η πλέον τραγική που συνέβη στην πετριική
χώρα, ήταν αυτή που διαδραματίστηκε στις 12 Μαΐου του 1824 στο νησίδιο
"Κάμηλος" ή "Γκαμήλα" του όρμου των Κάτω Πετριών και στο
αντικρινό "Κλιμάκι".
Την περιγραφή των τραγικών γεγονότων της "Καμήλου" έχει
αποτυπώσει στην "Ιστορία περιέχουσα τεσσάρων ετών Πολέμους της νήσου Εύβοιας"
, ένας άνθρωπος του ’21, ο Αρχιμανδρίτης Ναθαναήλ Ιωάννου. Σ’ αυτό το σύγγραμμά
του, απ’ όπου θα μεταγράψουμε σημαντικά του μέρη, αφιερώνονται στην
"Κάμηλο" σχεδόν 10 σελίδες.
Βρισκόμαστε στην εποχή που ο
Νικόλας Κριεζώτης πολιορκεί ασφυκτικά την Κάρυστο. Όμως, η έλευση στο νησί 8.000 Γενιτσάρων προς ενίσχυση του
Ομέρ Μπέη της Καρύστου, οι οποίοι ήδη έχουν επανακαταλάβει το Αλιβέρι, τον
εξαναγκάζει σε απόσυρσή του προς τα ενδότερα. Η άφιξη ετούτου του βαρβαρικού
οθωμανικού σώματος στην Καρυστία σαρώνει τα πάντα. "Ο δε Χριστιανός καταφεύγει και πάλιν εις φάραγγας
νησύδρια και ακτάς της θαλάσσης, ίνα
σωθεί, αλλά και εν αυτής αίφνης σπάθη
κατέρχεται επί τον λαιμόν αυτού, ως συνέβη εις τα νησύδρια της Πετριάς",
όπου είχαν καταφύγει Δύστιοι και άλλοι κάτοικοι της περιοχής, ενώ οι Πετριώτες
"και άλλοι εξ άλλων χωρίων (είχον καταφύγει) εις έτερον νησύδριον".
Εκεί, κατάπλευσε ο εξάδελφος του
Ομέρ, Μουσταφάς Οντάμπασης, ο οποίος
ήταν έμπορος. Άρπαξε, λοιπόν, μια επτανησιακή σκούνα που είχε καταφτάσει στο
λιμάνι της Καρύστου και με 40 γιαταγανοφόρους προσόρμισε στο νησίδιο της
"Καμήλας".
Αρχικά, συνέλαβε τους ιερείς
Δημήτριο Μπατσόλα (του Δύστου) και Αντώνιο (των Κοσκίνων), πήρε και τη λέμβο τους και
τους οδήγησε στο νησί με τους Πετριώτες, για να τους
πείσουν σε παράδοση, προτού καταπλεύσει
η τούρκικη αρμάδα και τους αιχμαλωτίσει…
Εκεί, έφθασαν
στις 7 π.μ. Ήταν η στιγμή που "δύο
τροχαντήρια κρανιδιώτικα τους επώλουν
σίτον ανά πέντε γρόσια το κιλόν". Αυτοί, μόλις είδαν τους Τούρκους,
ρώτησαν τον παπα – Αγγελή από τα Κριεζά,
εάν ήθελε να χρησιμοποιήσουν τα πυροβόλα τους για να τους εκδιώξουν. Εκείνος, δυστυχώς,
έστεκε αναποφάσιστος, με αποτέλεσμα οι Κρανιδιώτες να τραβήξουν προς Σκύρο,
ανταλλάσσοντας όμως κάποιους πυροβολισμούς με τους επιδρομείς.
Αυτοί, σε λίγο,
πλησιάζουν το νησί. Από του πλοίου του Οντάμπαση οι δυο ιερείς τους
καθησυχάζουν και τους προτρέπουν να
προσκυνήσουν τον Τούρκο. "Αυτοί ως φίλον νομίσαντες ελθόντα αυτόν, διότι εις των πλείστων τας
οικίας είχε φάει και είχε πιει, διό και
πάντες των εγνώριζον καλώς", έψησαν
κριάρια που τους ζήτησε. Ένας εκ των ψηστών ήταν ο Παναγιώτης από το χωριό
Νικολέττα, τον οποίο –στη συνέχεια – πρώτον αποκεφάλισαν οι Τούρκοι!...
Εν τω μεταξύ, την άφιξη του Οντάμπαση στις Πετριές, πληροφορείται ο
ηγούμενος της Μονής Λευκών Καλλίνικος Κούμας, ο οποίος σπεύδει σε σπήλαιο της
Αχλαδερής, όπου κρύβονταν κάτοικοί της, επιβιβάζει 35 εξ αυτών σε μια μπρατσέρα
και αρμενίζουν για την "Κάμηλο". Εκεί, "ήρξατο η ναυμαχία και πεισμώδης (ήτο).
Μίαν και ημίσιαν ώραν διήρκεσεν, με αποτέλεσμα να οπισθοχωρήσει το τούρκικο
πλοιάριο και να επιστρέψει στο νησίδιο.
Στις 10 π.μ. οι Τούρκοι συλλαμβάνουν τον παπα – Αγγελή και ορισμένους
άλλους και τους οδηγούν στο επτανησιακό πλοίο,
μαζί με ό,τι πολύτιμο υλικό συνέλλεξαν. Μετά από λίγο, συνήγαγαν και
άλλο ανθρώπινο φορτίο: "Εξελέξαντο γυναίκας, κοράσια και παιδία, α (τα
οποία ) επεβίβασαν" στο πλοίο.
Στις 3 μ.μ. ‘‘ήρξαντο της σφαγής των γερόντων και των γραιών’’.
"Οι δυστυχείς δε ιδόντες την μανίαν των τίγρεων, έπεσον εις την
θάλασσαν και οι μεν επνίγησαν, οι δε εφονεύθησαν υπό των παρδάλεων από του
νησυδρίου πυροβολουσών".
Αφού παρέλαβαν και ένα κυμαίικο πλοιάριο, που είχε καταπλεύσει εκεί προ
ολίγου, κατά τις 5 μ.μ. απέπλευσαν για Κάρυστο. "Όλη τη νύχτα οι της
θηριωδίας υιοί θέλοντας να διασκεδάζωσιν,
έφεραν στο κατάστρωμα από έναν άνδρα αιχμάλωτο, τον ποδοπατούσαν και στη
συνέχεια αποκεφάλιζαν επί του κωπητήρος
του πλοίου".
Άνδρες αιχμαλώτους στην Κάρυστο μετέφεραν μόνο τον παπα – Αγγελή, τον
παπα – Αντώνη και δυο τρεις ακόμη. Εκεί, έτυχαν ειδικές περιποιήσεως "πριν
την λείαν διαιρέσωσι και ποιήσωσιν αυτήν (οι Τούρκοι) εις μερίδας".
Αρχικά, τους έβαλαν να χορέψουν συρτό χορό. Μπροστά πήγαινε ο παπα – Αγγελής και ακολουθούσαν οι
υπόλοιποι αιχμάλωτοι. Στην ουρά του χοροστασίου γλεντοκοπούσαν οι άρπαγες, οι
οποίοι χόρευαν, περιέπαιζαν, κατεξευτέλιζαν και βασάνιζαν τους αιχμαλώτους.
Ειδική μεταχείριση είχε ο παπα –
Αγγελής, ο οποίος πάντα συμπολεμούσε με τον Κριεζώτη και – κάποια στιγμή – είχε
προσβάλλει έναν Τούρκο Καρύστιο (που είχαν
αιχμαλωτίσει οι Έλληνες), καθώς τον είχε εμποδίσει να πλυθεί σε μια Κρήνη.
Αυτός, λοιπόν, που εν τω μεταξύ είχε απελευθερωθεί , του το φύλαγε κι εδώ στην
Κάρυστο γλέντησε την εκδίκησή του. Αρχικά, "ερινοτόμησαν (έκοψαν την μύτη)
του παπα – Αγγελή, και (έπειτα) άλλα πλείστα μαρτύρια εποίησαν αυτώ".
Τέλος, τον οδήγησαν στην αγχόνη, όπου έμεινε σ’ αυτήν για ημέρες νεκρός, περιπαίζοντας το άψυχο κορμί του.
" Έπειτα , δε εξήγαγον εκ της λείας ως πρώτην μερίδα του Ομέρ Πασά
την Κονδύλω, τη θυγατέρα του Γ. Γκιώκα, και του Ισούφ Σιλικτάραγα τη Μάρω, τη
θυγατέρα του Καραγιάννη (από τα Κριεζά που λιθοβόλησαν οι Τούρκοι στην Κακιά
Σκάλα) και τινά άλλην. Τας δε εδημοπράτησαν και ο βουλόμενος ηγοραζεν".
Τα θύματα του Οντάμπαση ήταν 180 άνθρωποι, εκ των οποίων οι 80
θανατώθηκαν. Μάλιστα, θα ήταν πολύ περισσότερα, εάν δεν είχαν εξέλθει στην ακτή
" οι άνδρες εις εργασίαν, αι δε γυναίκες εις πλύσιν" των ρούχων.
Διασωθέντες αναφέρονται: ο Νίκας
από τις Πετριές (που βρισκόταν στο αμπάρι του πλοίου κρυμμένος κάτω από τις αιχμάλωτες γυναίκες,
τον οποίο κάποιος ναύτης τον λυπήθηκε, τον έντυσε με ναυτικά ρούχα και τον αποβίβασε στην Κάρυστο) και ο
συμπατριώτης του Σταμάτιος Μουζάκης, που έπεσε στη θάλασσα και δεν έγινε
αντιληπτός από τους Τούρκους.
Στο ίδιο νησίδιο δυο μέρες πριν,
στις 12/5/24, είχαν καταπλεύσει δυο ψαριανά πειρατικά πλοιάρια, που προσπάθησαν να ξεγυμνώσουν τους δόλιους
Ευβοείς, αλλ’ αποκρούστηκαν.
Μια άλλη σημαντική ενέργεια των χρόνων του ’21 που συνέβη στην περιοχή
των Πετριών, είναι αυτή με πρωτεργάτη το
Ν. Κριεζώτη (ο οποίος στις αρχές Σεπτεμβρίου 1821 διορίζεται οπλαρχηγός της
Καρυστίας) και που καταφθάνει (δια της ορεινής διαδρομής Δίρφης – Σέττας –
Κύμης) στην περιοχή του Δύστου. Εκεί (στα Ζερμπίσια), μαθαίνει πως ο επιστάτης
του Ομέρ Μπέη Μαχμούτ Ξυνός με τρεις συνοδούς του, περιέρχεται τα χωριά της περιοχής και τα ξεγυμνώνει και πως εκείνη τη βραδιά διαμένει στις
Πετριές. Λοιπόν, δίχως να χάσει καιρό, μαζί με
το Βάσσο Μαυροβουνιώτη και άλλα εκατό παλικάρια τους σπεύδουν στις Πετριές. Κατά το λυκαυγές έχουν
περικυκλώσει όλο το χωριό και "κυρίως την νεόδμητον οικίαν του Ν. Γκιώγκα,
διότι εν αυτή είχε καταλύσει ο Ξυνός". Ξαφνικά, βγαίνει από το σπίτι του ο
Ν. Σταυραΐτης και τον πυροβολούν, επειδή τον θεώρησαν Τούρκο. Το ίδιο συνέβη και με τον Δ.
Βυριώτη, τον οποίο πληγώνουν με ξίφος στο κεφάλι.
Τα γεγονότα αυτά αφυπνίζουν τους Τούρκους και αρχίζει πόλεμος, ο οποίος
κρατάει έως το δείλι. Τότε, ο Κριεζώτης, που "εσύναξε φρύγανα, όρμησε
λαθραίως, έθλασε την θύρα του κατώγειου
και έδωκε πυρ". Γρήγορα παίρνουν φωτιά τα άχερα και όλο το σπίτι,
μα οι Τούρκοι ανυποχώρητοι. Ανοίγουν τα παράθυρα και πυροβολούν τους Έλληνες,
τραυματίζοντας τον Κώστα Κρόκο από τη Σέττα. Όταν όμως σκοτώθηκε ο γενναιότερος
των τεσσάρων Τούρκων, οι υπόλοιποι παραδόθηκαν (19 προς 20 Σεπτεμβρίου 1821).
Στη συνέχεια, τους μεταφέρουν "εις την Κάδδην", όπου δημοπρατούν
τα όπλα τους και κατόπιν τους οδηγούν στην Κύμη, στη σκούνα του Δ. Γιαννάκη και
λίγο μετά (αφού έφτασε ο Ομέρμπεης στην
πόλη), τους τραβούν για τη Σκύρο.
Αφηνιασμένος ο Ομέρ καταστρέφει εκ
νέου την πολύπαθη Κύμη, καίγοντας,
ατιμάζοντας, σκοτώνοντας. Όμως, εξαναγκάζεται να πληρώσει ως λύτρα 3.000 γρόσια
για να τους εξαγοράσει.
Αφού ήρθε τελικά η πολυπόθητη λευτεριά, οι Πετριές βρέθηκαν υπό τη σκέπη
του νεοσύστατου δήμου Δυστίων. Εκείνη την εποχή (σύμφωνα με την απογραφή του
1830) φέρεται να κατοικούνται από 29
οικογένειες. Αναφέρονται, μάλιστα, ως «Πατριαίς». Δυο δεκαετίες αργότερα (όταν και πάλι ανήκουν
στον ίδιο δήμο, αλλά η έδρα του από το 1848 έχει μεταφερθεί στο Αλιβέρι),
διαθέτουν τριακόσιους τριάντα κατοίκους, ενώ σήμερα ανέρχονται στους
οκτακόσιους. Ανεξάρτητη κοινότητα έγινε στα 1912. Από το 1998 ανήκει στον
καποδιστριακό – με έδρα τα Κριεζά – δήμο
Δυστίων.
Τις τελευταίες δεκαετίες ο πληθυσμός των Άνω Πετριών μειώθηκε σημαντικά,
ενώ των Κάτω Πετριών (Άγιοι Απόστολοι) έχει αυξητικές τάσεις, καθώς δραστηριοποιείται
και αναπτύσσεται ραγδαίως στους προσοδοφόρους τομείς του τουρισμού και της
αλιείας, διαθέτοντας πλέον σημαντική τουριστική υποδομή, υπερσύγχρονο αλιευτικό
στόλο και λειτουργικότατο καταφύγιο αλιευτικών – κυρίως – σκαφών.
Καθολικό των Άνω Πετριών είναι ο Ι.Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ενώ των
Κάτω Πετριών οι Άγιοι Απόστολοι. Άλλοι ναοί των δυο οικισμών είναι: ο Άγιος
Γεώργιος (βυζαντινού ρυθμού, που χτίστηκε κοντά στα ερείπια βυζαντινής
εκκλησίας στον μεσαιωνικό οικισμό των Άνω Πετριών), ο γειτονικός του Άγιος
Δημήτριος, η Αγία Ειρήνη και ο Προφήτης Ηλίας, καθώς και οι Άγιος Γεώργιος και
Ιωάννης ο Πρόδρομος της Παραλίας Πετριών.
Στις Πετριές εδρεύει Αλιευτικός και Πολιτιστικός Σύλλογος, καθώς και
Γεωργοκτηνοτροφικός Συνεταιρισμός.
Κ.ΜΠΑΙΡΑΚΤΑΡΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου