ΓΕΦΥΡΑ

eviahistοry.gr

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020

Η ΧΑΛΚΙΔΑ ΤΟΥ ΣΚΑΡΙΜΠΑ



ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ της στενής σύνδεσης λογοτεχνών με μια συγκεκριμένη πόλη ή περιοχή, που αποτελεί είτε τον χώρο γέννησης και βίωσης των παιδικών χρόνων του λογοτέχνη είτε το μόνιμο ή και περιστασιακό χώρο διαμονής του, παρατηρείται και στο νεοελληνικό χώρο, με διασημότερες περιπτώσεις τη Σκιάθο και το παπαδιαμαντικό έργο, την Αλεξάνδρεια και τον Καβάφη, τη Θεσσαλονίκη και τον Γιώργο Ιωάννου. Το φαινόμενο αυτό, που οφείλεται είτε στη λειτουργική και ενεργητική παρουσία του συγκεκριμένου τόπου στο λογοτεχνικό δημιούργημα είτε στην επιμονή του λογοτέχνη να ζει και να δημιουργεί στον συγκεκριμένο τόπο είτε σε εξωλογοτεχνικές -συχνά τοπικιστικές- συνιστώσες, μένει να μελετηθεί συνθετικότερα.


Στην περίπτωση του Σκαρίμπα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα έργο όπου η παρουσία της Χαλκίδας, ως πόλης με συγκεκριμένη ανθρωπογεωγραφία, έχει μια διακριτική παρουσία. Παρά το γεγονός δηλαδή ότι ο Σκαρίμπας επιμένει να δηλώνει ως τόπο δράσης των έργων του τη Χαλκίδα ή, ακόμη, να χρησιμοποιεί το όνομα της πόλης αυτής ως τίτλο σε έργα του (βλ. τον τίτλο «Χαλκίδα ή το Βατερλώ δύο γελοίων», με τον οποίο αναγγέλθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1930 το μυθιστόρημα που θα αποτελούσε τη συνέχεια του «Μαριάμπα»), η λεπτομερειακή περιγραφή της Χαλκίδας ως χώρου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, η αναφορά σε συγκεκριμένα τοπωνύμια, δρόμους κ.α. απουσιάζουν.

Η επιλογή αυτή του Σκαρίμπα χρειάζεται να μελετηθεί αναλυτικότερα, πρέπει όμως να έπαιξε σημαντικό ρόλο και η συνειδητή πρόθεση του συγγραφέα να αποφύγει τις παραδοσιακές περιγραφές τόπων που συναντιόνται στην ηθογραφία. Ο ίδιος πάντως αποκαλούσε τη Χαλκίδα “Αλεξάνδρεια” των καϋμών μου» δείχνοντας αφενός τη φιλοδοξία του να την επιβάλει, ακολουθώντας το παράδειγμα του Καβάφη, ως πόλη της λογοτεχνίας στο σώμα της νεοελληνικής λογοτεχνίας και αφετέρου την πρόθεσή του να διαλεχθεί με την επαρχιακή Πρέβεζα του Καρυωτάκη.

Ο ΠΟΛΥΠΛΕΥΡΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Το σίγουρο είναι πως από τη δεκαετία του 1930 και εξής ο Σκαρίμπας αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί το διακριτικό σύμβουλο, τη «μασκώτ» της πόλης αυτής, μαζί με το παλιρροϊκό φαινόμενο των νερών του Ευρίπου.

Είναι γνωστό πως ο Σκαρίμπας εμφανίστηκε επίσημα στα Γράμματα σε ώριμη ηλικία, όταν πλησίαζε τα σαράντα του χρόνια. Αποδεκτό είναι επίσης πως αξονική δεκαετία της συγγραφικής του πορείας υπήρξε η δεκαετία του 1930. Στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, όπως δείχνει η μελέτη του δημοσιευμένου έργου του αλλά και του αρχείου του, παρήγαγε το σημαντικότερο έργο του, εκδηλώνοντας πληθωρική δραστηριότητα: διηγηματογράφος [βλ. π.χ., «Καϋμοί στο Γριπονήσι» (1930)], συλλέτκης δημοτικών τραγουδιών [βλ. τη δημοσίευση δημοτικών τραγουδιών στο περιοδικό «Ελληνικά Γράμματα» (1929-1930)], νουβελογράφος [βλ. «Το Θείο Τραγί» (1933)], μυθιστοριογράφος [βλ. «Μαριάμπας» (1935) και «Το Σόλο του Φίγκαρω» (1939)], ποιητής [βλ. «Ουλαλούμ» (1936)], θεατρικός συγγραφέας (στο αρχείο του σώζεται αδημοσίευτη θεατρική μορφή του ανέκδοτου μυθιστορήματος «Χαλκίδα ή το Βατερλώ δύο γελοίων», χρονολογημένη στα 1939), λογοτεχνικό κριτικός και εκδότης λογοτεχνικού περιοδικού [βλ. περ. «Νεοελληνικά Σημειώματα» (1937)].

Χωρίς αμφιβολία στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας ο Σκαρίμπας αποτέλεσε ένα από τα πρώτα ονόματα της λογοτεχνικής ζωής της χώρας. Εκείνο που δεν είναι γνωστό είναι πως η επιβολή του αυτή, πέρα από το αναμφισβήτητο ταλέντο του, την έκπληξη που προκάλεσε ο νεοτερικός τρόπος γραφής στον «Μαριάμπα» και στο «Σόλο του Φίγκαρω», αλλά και τη συχνή του παρουσία στα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής (αθηναϊκά και επαρχιακά), οφείλεται και στη δράση του ως πνευματικού ανθρώπου με αφορμή κυρίως τη συζήτηση για την επαρχιακή πνευματική ζωή.

ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ

Η συζήτηση αυτή, που οι απαρχές της εντοπίζονται στο τέλος της δεκαετίας του 1920 και στις αρχές της επόμενης, γνώρισε διάφορες φάσεις με μεγαλύτερη κορύφωση το διάστημα από το καλοκαίρι του 1936 έως και το τέλος του 1937. Βασικοί υποκινητές αυτής της συζήτησης, υπήρξαν αρχικά ο Φώτος Πολίτης και στη συνέχεια ο λογοτέχνης και διευθυντής της «Νέας Εστίας» Πέτρος Χάρης και ο καθηγητής της νέας ελληνικής φιλολογίας, στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης τότε, Γεώργιος Ζώρας. Κύριος στόχος της προσπάθειας αυτής ήταν η άνοδος του πνευματικού επιπέδου του επαρχιακού κοινού, που σήμαινε ενεργότερο ενδιαφέρον της μεγάλης μάζας του επαρχιακού πληθυσμού για τη λογοτεχνία, τις καλές τέχνες αλλά και την πνευματική δραστηριότητα γενικότερα. Οι παράγοντες που υποκίνησαν αυτό το ενδιαφέρον για την πνευματική ζωή της επαρχίας είναι πολυσύνθετοι και απαιτούν εξαντλητικότερη έρευνα, δύο όμως δεδομένα είναι περισσότερο ευδιάκριτα: αφενός το φιλολογικό ενδιαφέρον για τη διάσωση του διασκορπισμένου και αναξιοποίητου λαογραφικού, ιστορικού, λογοτεχνικού κ.ά. υλικού που βρισκόταν διασκορπισμένο στις διάφορες επαρχιακές περιοχές και που κινδύνευε να χαθεί οριστικά και αφετέρου η πρόθεση να αξιοποιηθεί το μεγάλο κοινό της επαρχίας, μέσω της ενίσχυσης του ενδιαφέροντος του για τα γράμματα, για να αντιμετωπιστεί δραστικά η περιορισμένη ζήτηση του λογοτεχνικού βιβλίου. Στη συγκεκριμένη συζήτηση, που αποτέλεσε το πρώτο θέμα στην πνευματική ζωή της χώρας κατά τη διετία 1936-1937 κατέθεσαν τις απόψεις τους, εκτός από όσους αναφέρθηκαν, πλήθος λογοτεχνών, κριτικών και λογιών, από τους πιο σημαντικούς (Κ. Θ. Δημαράς, Αρίστος Καμπάνης, I. Μ. Παναγιωτόπουλος, Πέτρος Σπανδωνίδης, Ιωάννης Συκουτρής, Αιμίλιος Χουρμούζιος κ.ά.) έως τους πιο ασήμαντους τόσο της Αθήνας όσο και των επαρχιών. Άμεσο αποτέλεσμα της συζήτησης αυτής ήταν ένας γενικότερος πνευματικός οργασμός της επαρχίας, που εκδηλώθηκε με αύξηση των λογοτεχνικών εκδόσεων και των λογοτεχνικών περιοδικών, με μαζική καθιέρωση φιλολογικών σελίδων στις εφημερίδες, με μαζική ίδρυση πνευματικών συλλόγων κ.ά.

ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ

Η συμμετοχή του Σκαρίμπα σε αυτή τη συζήτηση υπήρξε καθοριστική, προσδίδοντας μιαν ιδιαίτερη διάσταση: μαζί με τον Τρικαλινό ποιητή και κριτικό Νίκο Παππά παρενέβησαν στη συγκεκριμένη συζήτηση, από τον Δεκέμβριο του 1936 και για έναν ολόκληρο περίπου χρόνο, κηρύσσοντας την πνευματική απεξάρτηση της επαρχίας από την πνευματική κηδεμονία της Αθήνας. Το επιχείρημα της παρέμβασής τους ήταν ότι οι λόγιοι και λογοτέχνες της Αθήνας καταδυνάστευαν την πνευματική παραγωγή της επαρχίας, αποθαρρύνοντας ταυτόχρονα τη λογοτεχνική και πνευματική της δραστηριότητα. Στόχος της αρθρογραφίας του Σκαρίμπα και του Παππά ήταν να οργανωθούν οι επαρχιώτες λογοτέχνες και λόγιοι εναντίον της πρωτεύουσας και να διαμορφώσουν ανεξάρτητη λογοτεχνική ζωή και πνευματική κίνηση. Ο Σκαρίμπας στην επιχειρηματολογία του ταύτιζε την πρωτεύουσα με το λογιωτατικό πνεύμα και θεωρούσε την επαρχία προπύργιο του δημοτικισμού.

Οι υπερβολές αυτές του Σκαρίμπα και του Παππά ξεκινούσαν από ένα αίσθημα παραγκωνισμού που βίωναν αυτοί οι δύο επαρχιώτες λογοτέχνες από τους πνευματικούς και λογοτεχνικούς κύκλους της Αθήνας. Θεωρούσαν ότι σε μια συζήτηση που αφορούσε την επαρχία και την πνευματική της ζωή οι βασικές κατευθύνσεις δίνονταν από την πρωτεύουσα, χωρίς να ακούγεται η φωνή της ίδιας της επαρχίας. Έτσι, στην αρθρογραφία τους εμφανίζονταν ως οι βασικοί εκπρόσωποι της αγνοημένης επαρχίας. Στην περίπτωση του Σκαρίμπα και του Παππά εκδηλώθηκε ένας ιδιότυπος αμυντικός και επιθετικός, επαρχιωτισμός που αφενός απολογούνταν για την πνευματική καθυστέρηση της επαρχίας και αφετέρου πρόβαλλε ένα αίσθημα υπεροχής απέναντι στην πρωτεύουσα.

ΔΥΟ ΑΝΤΙΚΡΟΥΟΜΕΝΕΣ ΠΑΡΑΤΑΞΕΙΣ

Όπως και να έχουν τα πράγματα, το αποτέλεσμα ήταν ότι εξαιτίας της αρθρογραφίας του Σκαρίμπα και του Παππά διαμορφώθηκαν στη διάρκεια του 1937 δύο αντικρουόμενες παρατάξεις στην πνευματική ζωή της χώρας: η παράταξη της πρωτεύουσας, που την εκπροσωπούσαν κυρίως ο Πέτρος Χάρης και ο Γεώργιος Ζώρας και η παράταξη της επαρχίας, που την εκπροσωπούσαν ο Σκαρίμπας και ο Παππάς, με ομοϊδεάτες τον Πέτρο Ολύμπιο από τους Γαργαλιάνους, τον Π. Λ. Καντιάνη από την Κόρινθο, τον Γ. Φιλανθίδη από τη Δράμα και άλλους πολλούς. Η πρώτη παράταξη εξέφραζε τις θέσεις της μέσω της «Νέας Εστίας», ενώ η δεύτερη εκδηλωνόταν κυρίως μέσω του περιοδικού «Νεοελληνικά Σημειώματα», του οποίου ιδρυτής και εκδότης ήταν ο ίδιος ο Σκαρίμπας.

Σε ό,τι αφορά τον ίδιο τον Σκαρίμπα και το έργο του, η συγκεκριμένη αυτή δραστηριότητά του τον ανήγαγε σε σημαντικό πρόσωπο της πνευματικής επικαιρότητας με φανατικούς εχθρούς και εξίσου φανατικούς φίλους. Φανατικότεροι πολέμιοί του αυτή την περίοδο και με αφορμή την αρθρογραφία του στα «Νεοελληνικά Σημειώματα», αναδείχθηκαν ο Μ. Καραγάτσης, ο Στράτης Μυριβήλης και ο Πέτος Χάρης. Οι τρεις αυτοί λογοτέχνες άλλοτε σατίριζαν την αρθρογραφία του Σκαρίμπα και άλλοτε την επέκριναν σφοδρά. Αυτό που κυρίως τους ανησυχούσε ήταν ότι με την αρθρογραφία του Σκαρίμπα μέσω του περιοδικού του διαιρέθηκε η πνευματική ζωή της χώρας σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα και παράλληλα διαμορφώθηκε μια «κλίκα» από λογοτέχνες της επαρχίας που εκβίαζαν τον έπαινο ή τον ψόγο απέναντι σε άλλους Αθηναίους ή επαρχιώτες λογοτέχνες. Το βέβαιο είναι ότι στα τέλη του 1937 ο Σκαρίμπας δέχθηκε συνδυασμένη πίεση από τους τρεις Αθηναίους λογοτέχνες που αναφέρθηκαν, με αποτέλεσμα τόσο το κλείσιμο του περιοδικού του όσο και μια γενικότερη αναδιάρθρωση στη λογοτεχνική του δραστηριότητα. Άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα αυτής της πιεστικής αντιμετώπισης που βίωσε ο Σκαρίμπας φαίνεται να είναι και η συγγραφή του ακραίου παρωδιακού πεζογραφήματος του «Το Σόλο του Φίγκαρω» (1939).

ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΟΥ

Εξαιτίας πάντως αυτής της δραστηριότητας η Χαλκίδα μαζί με τα Τρίκαλα εμφανίζονται ως τα δύο βασικά επαρχιακά κέντρα που αντιτίθενται στην πνευματική Αθήνα.

Με αυτό τον τρόπο η Χαλκίδα γίνεται γνωστή στο πανελλήνιο και η γέφυρα του Ευρίπου όπως και το παλιρροϊκό του φαινόμενο χρησιμοποιήθηκαν από λογίους της πρωτεύουσας ως μέσα για τη διακωμώδηση και τον χλευασμό του Σκαρίμπα.

Χαρακτηρισμοί όπως «Σταυροφόρος του Ευρίπου», «μέγας Δουξ πάσης Χαλκίδος και Ψαχνών», «θορυβοποιός της Χαλκίδας» kai άλλοι πολλοί επανέρχονταν συχνά αυτή την περίοδο για τον Σκαρίμπα.

Στη διάρκεια της ίδιας δεκαετίας στη Χαλκίδα, παράλληλα με τον Σκαρίμπα έδρασαν και ξεχώρισαν ακόμη οι λογοτέχνες: ο πεζογράφος και μιμητής του Σκαρίμπα Πάνος Σαμαράς, ο οποίος επέμενε να δηλώνει πάντα κάτω από το όνομά του το όνομα της πόλης και οι ποιητές Ελευθέριος Τραπεζούντιος και Αλέξανδρος Σταμάτης, καθώς και περιστασιακά η ποιήτρια και διηγηματογράφος Βαρβάρα Θεοδωροπούλου - Λιβαδά.

Εκείνος όμως που καθιέρωσε και επέβαλε την πόλη αυτή στο πνευματικό και λογοτεχνικό στερέωμα, με τον ιδιότυπο τρόπο του είναι ο πολύτροπος Σκαρίμπας, έτσι ώστε όποιος περνά από τη Χαλκίδα να μην μπορεί να τον λησμονήσει.

ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΑΡΕΛΑΣ
Η ΧΑΛΚΙΔΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ
6.4.1997

Δεν υπάρχουν σχόλια: