Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΚΑΡΥΣΤΙΝΩΝ
Θ.Κ.ΤΣΟΥΡΤΗΣ
|
Ναϊάδα πλησιάζει τον κοιμώμενο Ύλα. Πίνακας του Τζον Γουίλιαμ Γουότερχαουζ, 1893. |
|
ΥΑΔΕΣ |
Από τα χρόνια τα προϊστορικά, του θρύλου και της καταχνιάς της Ιστορίας, έχουμε αρκετά κατάλοιπα, που ανεβάζουν την ύπαρξη του χώρου της Καρύστου πολύ βαθειά μέσα στους αιώνες, σύμφωνα με τα δεδομένα που η σκαπάνη των αρχαιολόγων και η συστηματοποιημένη και προχωρημένη τόσο, στα τελευταία χρόνια, αυτή επιστήμη μας διδάσκει. Μέσα στην διαδρομή των αιώνων όμως ένα έχουμε να εξάρουμε, ως γεγονός. Ότι δηλαδή ο Πολιτισμός της Καρύστου, και των ανθρώπων που κατοικούσανε στον χώρο αυτό, ο οποίος παρουσιάζεται, κατά καιρούς, ως
ρωμαλέος και σφριγηλός, φέρει ως χαρακτηριστικό γνώρισμα του την άρθρωση της Καρυστινής πολιτείας, πάνω σε ένα πλάνο μιας ιδιότυπης πολιτείας, με αρμούς και άρθρωση καθαρά Δημοκρατική, με άρθρωση, που δεν έκανε συμβιβασμούς ούτε δέχτηκε ποτέ (όσες φορές το επιχείρησαν είτε οι γειτονικοί Αθηναίοι, είτε οποιοσδήποτε άλλος επιδρομεύς) την ξενική επιβολή. Την Τυραννίδα.
. Όλα αυτά σε αντίθεση προς άλλες Ευβοϊκές Πολιτείες, στις οποίες και τυραννίδας συναντούμε και ολιγαρχικά βλέπομε πολιτεύματα και εγκαθίδρυση κληρούχων βλέπομε και αποικιστικές τάσεις βλέπομε πρός άλλους χώρους ζωτικούς και άλλες χώρες (Ιπποβόται, εγκατάσταση κληρούχων κ.λ.π.). Και αν θελήσουμε να αιτιολογήσουμε την τέτοια Καρυστινή νοοτροπία πάνου σε αίτια και κριτήρια οικονομικά, θα δούμε από τους αρχαίους συγγραφείς ότι η Κάρυστος και οι κάτοικοί της με σχετική άνεση οικονομική ούτε στην περιπέτεια πέσανε, ούτε στην εποικιστική τραπήκανε πολιτική, μα γατζωμένοι στα ανεμόρδατα βράχια τους, τα ιστορικά, δουλεύανε τη γή τους με σχετική άνεση και το πλούσιο υπέδαφός τους, εκμεταλλευόντουσαν, για να τους παρέχειτην οικονομική ευεξία. Από της εποχής των Φοινίκων ακόμη γίνονταν εντατικά (για τα χρόνια εκείνα τα προϊστορικά) η εκμετάλλευσις της μεταλλείας, των ευγενών μετάλλων και του μετάλλου, τα οποία άφθονα το υπέδαφος χορηγούσε. Επειτα η αλιεία της προφύρας και αυτή ήταν ένας πλούτος συντελεστικός για την ευημερία τους. Ξέχωρα όμως απ’ όλα αυτά η Κάρυστος και η Καρυστινή οικονομία στηριζότανε στην ναυτιλία και το εμπόριο που ήτανε ένας από τους κυριώτερους, ίσως, παράγοντες ευημερίας και στηριζότανε στον Όρμο της, που αποτελούσε το καταφύγιο των κυνηγημένων είτε από τον Καβοντόρο με τ’ ανεμόδαρτα Κοίλα του και τους κινδύνους της προς τα εκεί πλεύσεως, είτε από τους νοτιάδες και τους ισχυρούς βοριάδες, οι οποίοι μαστίζανε την περιοχή της. Και η Κάρυστος ήτανε κλειδί των ναυτιλομένων μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Ευνόητα λοιπόν συμπεράσματα εξάγουμε με ασφάλεια (και από μαρτυρίες των αρχαίων ιστορικών και τραγωδών) ενισχυμένα, ότι ο παράγοντας ευημερία ήταν εκείνος που απεργάσθηκε την συντηρητική νοοτροπία των Καρυστινών, οι οποίοι παλεύοντας βεβαίως προς διάφορες αντιξοότητες - φυσικές κλπ. - έμεναν όμως και γατζωμένοι στα βράχια τους, μα και ευχαριστημένοι από τη σχετική, επαναλαμβάνω, ευμάρεια, που απεργάζοντο οι παραπάνω παράγοντες. Αλλά ξέχωρα απ’ όλα, την ευημερία του ο λαός αυτός τη στήριζε στους δημοκρατικούς του θεσμούς, για τους οποίους πάντοτε στάθηκε φρουρός αδυσώπητος πρός όλες τις καταδρομές, όλων εκείνων που την επιβουλεύονταν. Στις επιδρομές των Μήδων στάθηκε ενάντιος, πράγμα, που τους στοίχισε την καταστροφή, αφού στην πρώτη τους επιδρομή εναντιώθηκε ενεργά, μα ταυτόχρονα και στους Αθηναίους, που πάλι επιβουλεύθηκαν την ελευθερία του, στάθηκε ενάντιος και ανάγκασε τον Θεμιστοκλή να φύγει άπρακτος αφού ρήμαξε τον τόπο όσο μπορούσε. Μα και στη δεύτερη κρούση των Αθηναίων υπό τον στρατηγό Ερμόλυκο έδωσε την περιώνυμη μάχη της Κύρνου, με αποτέλεσμα να κατατροπωθούν οι Αθηναίοι και να χάσουν το στρατηγό τους, ο οποίος εδώ άφησε τα κόκκαλά του. Αλλά και πολύ αρχαιότερα, στα χρόνια του θρύλου και της παράδοσης, κατά την θαλασσοκρατορία του Μίνωα, τελικά οι Κρήτες δεν μπόρεσαν να στερεώσουν στον τόπο αυτό ο οποίος τελικά ακολουθεί την τύχη των Κυκλάδων. Μπορούμε να πούμε είναι ένας χώρος, ο οποίος αποτελεί συνάρτηση του Αιγιακού χώρου. Άν αναφερθούμε χρονολογικά στην παράδοση και σκεφθούμε και τα τοπονυμικά, θα δούμε ότι αρχικά η Κάρυστος ήταν μία των Αίγιίδων στα Προμινωί•κά και Μινωικά χρόνια. Ακόλουθα πήρε κατά τα χρόνια τα Μυκηναϊκά το τοπονύμιο Χειρώνια - εκ του Κενταύρου Χείρωνος - και στα υστερομινωϊκά χρόνια πήρε τελικά την ονομασία, την οποία φέρει μέχρι σήμερα. Ανεξάρτητα απ’ όλα αυτά πρέπει να ήταν εντατικά καλλιεργημένη περιοχή, αφού γνωστός είναι ο μύθος, ο οποίος την συνδέει με την γειτονική Κέα. Λέγει λοιπόν ο μύθος ότι η Κέα είχεν άφθονα νερά, γι’αυτό και Υδρούσα εκαλείτο και ήταν άντρο των Ναιάδων Νυμφών, πλην με την πάροδο των χρόνων στέρεψε αυτή η ευλογία του Θεού (τα νερά) και ενεφανίσθη ξηρασία. Και προχωρεί ο μύθος με την παράσταση ότι λέων ενεφανίσθη στη Τζιά, ο οποίος κυνήγησε τις
Ναιάδες Νύμφες, που πήραν των ομματιών τους και κατέφυγαν στην Κάρυστο. Παράλληλα, βλέπουμε κατάλοιπα σημερινό άγαλμα του Λέοντος στη Τζιά, μα και τοπονύμιο “Λέοντος άκρα” στην Κάρυστο.Συσχετίζοντας το μύθο αυτό με τα γεγονότα, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η Κάρυστος περίρρυτη από νερά, είχε προκόψει και στην καλλιέργεια της γης, πράγμα που της εγγυότανε και ήτανε ένας ακόμη παράγοντας ευημερίας και συνακόλουθα παράγοντας της νοοτροπίας των Καρυστινών, οι οποίοι φαίνεται ότι με την ορθόδοξη δημοκρατική τους διοίκηση, είχανε καλά σταθμίσει και ρυθμίσει και το ζήτημα της κατανομής των αγαθών.
ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ Είναι πλέον πίστις εδραιωμένη ότι η Κάρυστος (και οι κατοικούντες τον χώρον τούτον) έχει πανάρχαιον πολιτισμόν, καλύπτοντα και εχόμενον της παναρχαίας εποχής, της Νεολιθικής, ως λέγεται, και πρότερον ταύτης ακόμη και πρός απόδειξιν τούτου θα παραθέσωμεν τα σχετικά στοιχεία, είτε θετικά, είτε κατά συμπερασμόν και εις συσχέτησιν προς τας σημερινάς αντιλήψεις και πρός την όλην ιδέαν, και πρόοδον, ήτις έχει σχηματισθή γύρω από τονΑΙΓΑΙΟΝ και ακολούθως ΜΙΝΩΙΚΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΝ. Είναι αληθές ακόμη ότι αι ιδέαι του Σπέγκλερ σχετικώς με την συγκριτική μελέτην των διαφόρων πολιτισμών και του Τόϋνμπη “η επιστήμη της Ιστορίας” είναι εκείναι αι οποίαι μας καθοδηγούν τας σκέψεις και την συστηματοποίησιν των αντικειμένων της ερεύνης μας. Αι διαδοχικαί ονομασίαι, αίτινες εδόθησαν εις την σημερινήν Κάρυστον, πολύ εύγλωττα ομιλούν περί των διαφόρων πολιτιστικών εκδηλώσεων, αίτινες διεδέχθησαν αλλήλας χρονολογικώς ενταύθα. Η Κάρυστος λοιπόν αρχικά ωνομάζετο ΑΙΓΑΙΑ (ήτο μία των ΑΙΓΙΔΩΝ) κατά τα χρόνια τα Νεολιθικά και Προμινωϊκά. Ακόλουθα - χρονολογικά πάντοτε - κατά τα χρόνια του Μυκηναϊκού πολιτισμού (σίγουρα) πήρε την ονομασία της ΧΕΙΡΩΝΙΑΣ (από του Κενταύρου ΧΕΙΡΩΝΟΣ, ο οποίος εκ της Χαρικλούς απέκτησε διάδοχον τον Κάρυστον. Ούτος ήρξε της Καρύστου και την επροίκισε με το όνομά του). Και είναι βλέπομεν κατά τα Ομηρικά χρόνια, τα χρόνια που αρχίζει η ιστορία να βγαίνη από την ομίχλη της προϊστορίας, την Κάρυστο με το όνομά της το σημερινό. Από τους αρχαίους λοιπόν συγγραφείς μας παραδίδεται ότι εν Καρύστω ελατρεύετο ως Θεός ο ενταύθα άρξας κατά την νεολιθικήν εποχήν ΑΙΓΑΙΩΝ, ταυτόσημος πρός τον ΑΙΓΩΝΑ και τον επίσης (Παρά Θεοίς) εκατόγχειρα ΒΡΙΑΡΕΩ. Είναι δέ ΑΙΓΑΙΩΝ όνομα, το οποίο απεδίδετο εις δυνάστην της Καρύστου, ότε αύτη έφερε το τοπονύμιον της Αιγαίας ή Αιγιίδος, που είναι ταυτόσημος με τον εκατόγχειρα Βριάρεω, τον μνημονευόμενον υπό του Ομήρου. Ωνομάζετο Αιγαίων παρά των ανθρώπων ο εις την γλώσσαν των Θεών ονομαζόμενος Βριάρεως εκατόγχειρ Τιτάν, τον οποίον διέθεσεν η Θέτις πρός προστασίαν του Διός. Ούτως, παρ’ Ομήρω (Ιλιάς Α’) υπάρχει η εκδοχή ότι, γενομένης συνωμοσίας κατά της τυραννίας του Διός από μέρους των Θεών, υπό την ηγεσίαν της Ήρας, της οποίας συμμετείχον και ο Ποσειδών και η Αθηνά, όπως δεθή ο Ζεύς και απαλλαγούν ούτω των βασάνων της δεσποτίας του, έπεισεν η Θέτις, ήτις έφερε τον Βριάρεω και τον εγκατέστησε φύλακα πλησίον του νεφεληγερέτου Διός και ούτως εξουδετερώθη η συνωμοσία κατά τούτου. Ο ΑΙΓΑΙΩΝ ούτος δεν είναι διάφορος του ΑΙΓΩΝΟΣ, ο οποίος φέρεται ως θαλασσοκράτωρ πρό του Μίνωος, είχε δέ ως ορμητήριον την Εύβοια και δή την Κάρυστο, της οποίας φέρεται ως δυνάστης. Μαρτυρίαι περί τούτου πολλαί. Κατά Γουναρόπουλον ο δέ Αιγαίων ή Βριάρεως καλούμενος ετιμάτο εν Καρύστω. Κατά Αρριανόν ο Βριάρεως ούτος διά μεγάλου στόλου εκυρίευσε την Εύβοιαν, εξ ής ορμώμενος κατέστρεψε τας Κυκλάδας, υπέταξε δέ και την Κάρυστον, όπου ετιμάτο ως βασιλεύς και θεός και το όνομά του κατέλιπεν” (Πολίτης). Κατά την Μυθολογίαν ήτο εις των γιγάντων, εκατογχείρων, υιός του Ουρανού και της Γής, οίτινες εδέθησαν ως απειθείσαντες τω πατρί. Ο Ποσειδών δε προσοικειούμενος αυτούς (τους εκατόγχειρας) έδωσεν γυναίκα εις τον Αιγαίωνα την Κωμοπόλιαν. Και ο Ποσειδών όμως απεκαλείτο εκ των ΑΙΓΩΝ, τουτέστιν από των ΚΥΜΑΤΩΝ, ΑΙΓΕΩΝ ή ΑΙΓΑΙΟΣ ως και ο ΒΡΙΑΡΕΩΣ. Η επιγαμία τέλος του ΑΙΓΑΙΩΝΟΣ πρός την ΚΩΜΟΠΟΛΙΑΝ υποδηλοί - συμβολίζει - την σχέσιν του ανέμου και των κυμάτων. Εννοείται όλα τα προηγούμενα έχουν σχέσιν με το τοπωνύμιον Αιγαία, Αιγιής της Καρύστου. Ενταύθα δεν νομίζομεν άσκοπον να προσθέσωμεν την ετυμολογίαν που δίδει ο Πανταζίδης σχετικά με την λέξιν Αιγαίων. Λέγει λοιπόν - “οιωνεί κυμαίνων εκ του αϊξ=ορμή” (Α 404). Είναι η προσωποιημένη τρικυμία θαλάσσης. Επίσης η λέξις Βριάρεως σημαίνει στιβαρός ή δυνατός. Ιλιάς, Α 396-406. Νεώτεροι μυθολόγοι θεωρούν τον μύθον ως μακρινήν ανάμνησιν των φοβερών σεισμών, οι οποίοι έθεσαν εις κίνδυνον την περί τον Όλυμπον χώραν των Πελασγών (Ηλίου Λεξικόν Α, 680). Παράλληλα με τα προηγούμενα πρέπει να συνδεθή η ύπαρξις της μυθολογικής Αιγιίδος, της οποίας κατεποντίσθη το μεγαλύτερο μέρος υπό την πίεσιν δεινοσαυρικής πτυχής κατά την πλειόκαινον εποχήν, όπως μας διδάσκει η Παλαιοντολογία. Τμήματα της Αιγιίδος παραμείναντα... αποτελούν τας σημερινάς Κυκλάδας, Σποράδας και γενικά τάς μεταξύ κυρίως Ελλάδος και Μικρασίας νήσους. Ακόμη τμήματα της χέρσου αυτής παραμένουν εις την Αττικήν και Νότιον Εύβοιαν. Από τα διάφορα τέλος τοπωνύμια του Αιγαιακού τούτου χώρου (Αιγαία, Χειρωνία, Κάρυστος) έχουμε να βγάλουμε αξιόλογα συμπεράσματα περί της διαδοχής των διαφόρων πολιτιστικών εξελίξεων των Καρυστινών, χωρίς να παραβλέψωμεν τον παράγοντα Ναυτιλία, ο οποίος είναι σοβαρώτατος διά τον πολιτισμόν των λαών και οποίος πρέπει να ήτο σε σημαντικόν βαθμόν ανεπτυγμένος εις τους Καρυστινούς, κατά τα πανάρχαια εκείνα χρόνια. Αρκεί να σκεφθή κανένας ότι η Κάρυστος εχρησίμευσεν ως κόμβος στατηγικός και ναυτιλιακός σπουδαίος από αρχαιοτάτων χρόνων, ώστε να χρησιμεύση ως ορμητήριον κατακτητικών επίδρομών εις τον Αίγωνα, πρός τάς Κυκλάδας και μέχρι της Κρήτης ακόμα. Εις το σημείο τούτο νομίζομεν ότι είναι επίκαιραν να εξετάσω μεν τα πράγματα από της σκοπιάς η οποία έπαιξε τον σημαντικώτερον ρόλον εις την άνοδον της πολιτιστικής στάθμης των λαών που κατοικούσαν τα παράλια μέρη, τα οποία ήσαν σπουδαία κέντρα ναυτιλιακής κινήσεως, ως η Κάρυστος και ο χώρος της. Της σκοπιάς της εμπορικής ναυτιλίας και των εξελίξεών της, της ασφαλείας των διά θαλάσσης συναλλασσομένων κατά τα χρόνια τα προιστορικά, όπως προβαίνει από τις μαρτυρίες και τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων. Ούτω κατά τον μέγα ιστορικόν της αρχαιότητος Ηρόδοτον η συνάντησις του μυθικού ήρωος Ηρακλέους μετά του Άτλαντος και τα σχετικά προς αυτόν μυθεύματα υποδηλοί οτι κατά τους μυθικούς - προίστορικούς χρόνους είχεν προαχθή εις τον Αιγαιακόν χώρον η ναυτιλία σπουδαίως και διεξάγετο δια ταύτης εμπόριον από του Ευξείνου, μέχρι της Αιγύπτου και Φοινίκης, αλλά και μέχρι των Ηρακλείων Στηλών προς την μυθικήν Ατλαντίδα και μέχρι τέλους της Ερυθραίας θαλάσσης. Από τις πλείστες μαρτυρίες σχετικά θα αναφέρωμεν μερικάς και Α. Ο θείος Όμηρος (Οδυσ. Μ 69) αναφέρει αυτολεξεί “ποντοπόρος ναύς Αργώ πάσιν μέλλουσα” Β. (Ο μέγας ιστορικός της αρχαικής και προϊστορικής εποχής επίσης (εν Ιλιας Α 203) λέγει... “Η δε Κασπία Θάλασσα έστι επ εαυτοίς μή συμμήγουσα τη ετέρα θαλάσση. Την μέν γάρ Έλληνες ναυτίλλονται, πάσαν και έξω στήλεσιν θάλασσα Ατλαντίς καλουμένη και Ερυθρά κλπ.’. Βαίνονες περαιτέρω δυνάμεθα ήδη θετικώς να ιστορήσωμεν ότι πρό του Ι5ου αι. π.Χ. τον Αιγαιακόν χώρον και γενικώτερον τον Μεσογειακόν, ναυτικώς κατείχον ή ελυμαίνοντο διά πειρατειών από ανατολών οι Κάρες, λαός καθ’ Όμηρον βαρβαρόφω- νος. Κατ’ Ηρόδοτον ούτοι ταυτίζονται πρός τους Λέλεγας, οι οποίοι κατά την ακμήν των υπήρξαν θαλασσοκράτορες του Μεσογειακού χώρου και του Ευξείνου πόντου, όπου έκτισαν την Οδησσόν. Ούτοι εχαρακτηρίζοντο ως κακοποιοί, ώστε κατά παλαιοτέραν παροιμιώδη επιγραμματικώς έκφρασιν, “Λυδοί πονηροί, δεύτεροι δ’ Αιγύπτιοι, τρίτον δέ πάντων Κάρες εξωλέστατοι”. Από του 2ου αι. άρχεται η θαλασσοκρατία του Μήνωος, πράγμα το οποίον επιβεβαιούται από τας εξής πηγάς. 1) από τον θείον Όμηρον. 2) από τον μέγα φιλόσοφον Αριστοτέλη (Πολιτεία 11 κεφ. 8) 3) Από τον Διόδωρον Σικελιώτη IV παρ.304) 4) Από τον Ισοκράτην (354-34), όστις υποστηρίζει ότι τους Κάρας εξήλασαν οι Αθηναίοι. Η εμφάνισις του στόλου του Μίνωος κατώρθωσεν να εμπεδώση το αίσθημα της ασφαλείας εις τους κατοίκους του Αιγαίου και γενικώτερον του Μεσογειακού χώρου διά την κατασυντριβής του στόλου των Καρών και της εκδιώξεως τούτων εκ του χώρου τούτου. Την τοιαύτην απαλλαγήν του χώρου του Αιγαίου από των πειρατικών περιγράφει με πλήρη ιστορικήν ενάργειαν ο μέγας και λεπτολόγος ιστορικός Θουκιδίδης (Α. 7) γρά φων “των δε πόλεων όσαι μεν νεώτατα ωκίσθησαν και ήδη πλωϊμότερον όντων κλπ. “. Είναι κατά τούτο ενδιαφέρον το χωρίον τούτο του Θουκιδίδου, καθότι δίδει μία εικόνα παραστατικήν της τότε πολιτικής, πολιτιστικής και δημοσιονομικής καταστάσεως. Από τα ολίγα αυτά συνακόλουθα βγαίνει το συμπέρασμα ότι, η Κάρυστος και οι άνθρωποι που κατοικούσαν τον χώρον τούτον είχαν, κατά τα χρόνια αυτά τα παμπάλαια, αναπτύξει πολιτισμόν αξιομνημόνευτον και σοβαρόν, κατά τα χρόνια της προιστορίας, τα χρόνια τα όχι ιστορημένα, τα μυθολογικά. (Ευβοικός Λόγος, χτ10(1958), 92- και 19-20(1959), 72,84).
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου