ΓΕΦΥΡΑ

eviahistοry.gr

Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

Ιστιαία


 
 
                                                                            
Η Πολυστάφυλος Ιστιαία και οι Αειναύτες
Αμαλία Καραπασχαλίδου
Αρχαιολόγος
Το θέμα παρουσιάσαμε στο Α' Αρχαιολογικό Συνέδριο Βορ. Ευβοίας.
«Οι δ' Εύβοιαν έχον μένεα πνείοντες Άβαντες, Χαλκίδα τ' Ερέτριάν τε πολυστάφυλον θ' Ιστιαίαν Κήρινθον τ' έφαλον Δίον τ' αιπύ πτολίεθρον, οι τε Κάρυστον έχον ηδ' οι Στύρα ναιετάασκον των αυθ' ηγεμόνευ' Ελεφήνωρ, όζος Άρηος Χαλκωντιάδης, μεγάθυμων αρχός Αβάντων.

Ομήρου, Ιλ. 536-542
 
 
Η Ιστιαία ή Ιστιαία ήταν μία από τις τέσσερις μεγαλύτερες και σημαντικότερες πόλεις του νησιού της Εύβοιας κατά την Αρχαιότητα (οι άλλες ήταν η Χαλκίδα, η Ερέτρια και η Κάρυστος), που διέθεταν και νομισματοκοπία  
Η Ιστιαία αναφέρεται τρίτη κατά σειράν στις Αβαντικές πόλεις της Εύβοιας, οι οποίες συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο (Ιλ. Β 537).
Φημιζόταν και για την αμπελοκαλλιέργεια της και για το λόγο αυτό ο Όμηρος την χαρακτηρίζει ως πολυστάφυλο.
Αυτονόητη λοιπόν είναι η σχέση της με τη λατρεία του Διονύσου.
Σε ορισμένα μάλιστα από τα νομίσματα της έχουμε την κεφαλή του Διονύσου ή και της Αριάδνης ή Μαινάδας στον εμπροσθότυπο και κληματίδα στον οπισθότυπο.
Σε άλλα νομίσματα εικονίζεται ταύρος κάτω από κληματίδα, κινούμενος. Από το 313 π.χ. δε ως το 146 π.χ. εικονίζεται η νύμφη Ιστιαία σε πλοίο κρατώντας τρόπαιο, σε ανάμνηση κάποιας ναυτικής νίκης.
Η παράσταση νίκης σε άλλα νομίσματα συμβολίζει ενδεχομένως κατά τον Βρανόπουλο - τη νίκη του Δημητρίου κατά του Κασσάνδρου, όταν ο δεύτερος έπλευσε στον Ωρεό με 30 πλοία και προσπάθησε να εμποδίσει την είσοδο του Αντιγόνου στον Ευβοϊκό κόλπο. Όσον αφορά στη σχέση της Ιστιαίας με τον Ωρεό οι γνώμες διχάζονται.
Κατά την παράδοση οι Περραιβοί της θεσ­σαλικής Ιστιαιώτιδας όταν διώχθηκαν από τους Λαπίθες κατέφυγαν στη Βοιωτική πόλη Τανάγρα (Στράβων C 440 κ.ε.). Εκεί δέχτηκαν τη λατρεία του Υριέα και του γιου του Ωρεού.
Με τον πόλεμο των Επιγόνων και την κατάληψη των Θηβών από αυτούς, οι Περραιβοί με τους Θηβαίους (Απολλόδωρος III, 84) για να αποφύγουν τις πολιτικές επιπτώσεις μετακινήθηκαν προς το ΒΔ τμήμα της Εύβοιας.
Εκεί ίδρυσαν νέα πόλη στην περιοχή της Ταλαντίας (η πάλαι ποτέ Ταλαντία ονομαζόμενη κατά τον Ησύχιο).
Στην πόλη αυτή έδωσαν το όνομα της κόρης του Υριέα η Ποσειδώνα και της Ερυάλης, Ιστιαίας, η οποία ήταν αδελφή του Ωρεού.
Το γεγονός αυτό δηλώνει ότι η λατρεία του ήρωα μεταφέρθηκε στη νέα πατρίδα του. Που ήταν όμως η ακριβής θέση της αρχαίας πόλης;
Η πληροφορία του Στράβωνα: «Κείται δ' υπό τω Τελεθρίω όρει, εν τω Δρυμώ καλού­μενω παρά Κάλλαντα ποταμόν επί πέτρας υψηλής» (Στράβον C 446) δεν ευσταθεί κατά τους Fritz Geyer και Αγγ. Φουριώτη, γιατί τοποθετεί την Ιστιαία εκεί όπου ήταν ο Ωρεός και γιατί ο ποταμός Κάλλας δεν είναι εκεί όπου τον τοποθετεί ο Στράβων, αλλά εκεί όπου ο σημερινός Ξηροπόταμος (Lolling).
Φαίνεται λοιπόν ότι ο Στράβων δεν επι­σκέφθηκε την Βόρεια Εύβοια όπως προκύπτει από τις διηγήσεις του και ότι δεν αξιολόγησε σωστά την πληροφορία για την πεδιάδα της Ιστιαίας την οποία διασχίζει ο Κάλλας ποταμός, με αποτέλεσμα να την τοποθετεί κοντά στον ποταμό.
Εάν λοιπόν δεχθούμε ως θέση της αρχαίας Ιστιαίας εκεί όπου την τοποθετεί ο Στράβων, τότε η πολυστάφυλος του Ομήρου και αυτή που απεικονίζεται στα νομίσματα της δεν ταυτίζεται με την πραγματικότητα, δηλ, με την αμπελοκαλλιέργεια, εξαιτίας της οποίας της δόθηκε η προαναφερθείσα προσωνυμία.
Ακόμη υπό αμφισβήτηση τίθεται η πληροφορία του Στράβωνα ότι Ιστιαία και Ωρεός ταυτίζονται.
Ο Geyer δέχεται δύο χωριστές πόλεις όπως και ο Φουριώτης, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι Περραιβοίτης θεσσαλικής Ιστιαιώτιδας ίδρυσαν την Ιστιαία, ενώ στο ύψωμα του Κηναίου εγκατέστησαν την ακρόπολη τους, την οποία ονόμασαν Ωρεό, λόγω της γεωφυσικής διαμόρφωσης της περιοχής (όρος).
Η θέση δε αυτή επελέγη σκόπιμα, γιατί ήταν ασφαλής.
Κατά τον Φουριώτη πάντα, έγινε ανεξάρτητη πόλη σταδιακά και από αυτήν πήρε το όνομα και όλη η περιοχή: Ωρεία δηλ. ορεινή. Όμως υπήρχε σχέση ανάμεσα στις δύο πόλεις: την Ιστιαία και τον Ωρεό.
Ο Ωρεός εθεωρείτο επίνειο της Ιστιαίας. Κατ' άλλους ήταν δήμος της Ιστιαίας. Κατά το Ν. Μπελλάρα (το ΕΛΥΜΝΙΟΝ), το 445 π.χ. η Β. Εύβοια απεστάτησε από τους Αθη­ναίους, αλλά με την μεσολάβηση του Περικλή υπήχθη και πάλι στην Αθήνα.
Τότε οι Αθηναίοι κατέστρεψαν την Ιστιαία και τους κατοίκους της τους εξεδίωξαν στη Μακεδονία, ενώ το όνομα της το άλλαξαν σε Ωρεό, εγκαθιστώντας 2000 Αθηναίους κληρούχους.
Επίσης τις ιαματικές πηγές του Ηρακλή τις μετονόμασαν σε Ελλοπικές.
Ο Φουριώτης δεν δέχεται την άποψη για την κάθοδο των Περραιβών στην Ιστιαία, την καταστροφή της και την μεταφορά των κατοίκων της στη Θεσσαλία και κατά συνέπεια ίδρυση της Ιστιαίας από τους κατοίκους του Αθηναϊκού Δήμου των Ιστιαιαίων.
Άποψη του είναι ότι οι Αθηναίοι πήγαν στην Ιστιαία για να έχουν τη δυνατότητα να επεμβαίνουν στα εσωτερικά ζητήματα της πόλης, με την αιτιολογία ότι πιέζονται οι δικοί τους.
Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι μερίδα των Αβάντων της Ιστιαίας που δεν συμφωνούσαν με την Αθηναϊκή πολιτική έφυγαν (ακολουθώντας τις προσταγές κάποιου χρησμού) υπό τον Ίφικλο και κατέφυγαν στη Χίο του Οινοπίωνα. Ο τελευταίας πεθαίνοντας όρισε ως διάδοχο του τον Ίφικλο.
Η ενέργεια αυτή υποδηλώνει την αντίθεση των Χίων στην Αθηναϊκή πολιτική στο νησί της Εύβοιας.
Κατά τον Geyer η Ιστιαία, επανεμφανίζε­ται στα χρόνια των Περσικών πολέμων.
Ο Ηρόδοτος (Ηροδ. VIII 66) μας πληροφορεί μάλιστα ότι τα πλοία των Περσών πλησίασαν την Ιστιαία κατέλαβαν την πόλη και την λεηλάτησαν. Στη συνέχεια δια του Ευρίπου έπλευσαν προς την Αττική. Έτσι μετά το τέλος του πολέμου, για ανεξαρτησία, η πόλη (δηλ. η Ιστιαία) συμμετέχει στην Αττικοδηλική συμμαχία.
Το πολίτευμα της ήταν αρχικά αριστοκρατικό, τον 4ο π.χ. αι. όμως κατά πάσαν πιθανότητα μεταβάλλεται σε ολιγαρχικό και ο Αριστοτέλης την σημειώνει ως Ωρεύ.
Οπότε το 404-377 π.χ. που είχε προσαρτηθεί ο Ωρεός στη Σπάρτη υπήρχε ολιγαρχικό πολίτευμα, του οποίου την ανατροπή διηγείται ο Αριστοτέλης.
Το όνομα της Ιστιαίας έχει βέβαιη σχέση με τη θάλασσα: ιστός - κατάρτι πλοίου ή ιστίον = πανί πλοίου.
Σε αυτήν αποδίδεται μία από τις επιγραφές της Εύβοιας, του 410-390 π.χ., η οποία είναι σχετική με τους αειναύτες.
 
                
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•■        Ομήρου Ιλιάδα Β536-542
•■        Γ. Ι. Φουσάρα, Ιστορία της αρχαίας Εύβοιας του Jules Girard, ΑΕΜ 1964, ΑΘΗΝΑΙ 1964, σ. 81-88
•■        Κ. Α. Γουναρόπουλος, Ιστορία της νήσου Ευβοίας, Έκδοση «ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ», ΧΑΛΚΙΔΑ 1979, σ. 105-106
•■        Επ. Α. Βρανόπουλος, Ιστορία της Εύβοιας., Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ, σ. 72
•■        Απ. Μ. Τζαφερόπουλος, Η αρχαία Κήρινθος, Έκδοση της Κοινότητας Κηρίνθου (ΕΥΒΟΙΑ), ΑΘΗΝΑ 1997, σ. 9
•■        Ν. Μπελλάρα, ΤΟ ΕΛΥΜΝΙΟΝ
•■        Ν. Μ. Κοντολέων, Οι Αειναύται της Ερέτριας, ΑΕ 1963, σ. 5
•■        Κ. Κουρουνιώτης, ΑΕ 1899 (γενικά για τους Αειναύτες)
•■        IGXII/9
•■        F. Geyer, Topograrhie und Geschchte, σ. 82
•■        Μ. Tod, Greek Hist, Inscr. 141, 19
•■        IG XII/5, 594

Δεν υπάρχουν σχόλια: