Κριεζά
Τα Κριεζά είναι η έδρα του καποδιστριακού δήμου Δυστίων.
Προνόμιο που απέκτησε εξ αιτίας της μέγιστης προσφοράς του τόπου κατά την
περίοδο του Αγώνα, της υπάρξεως δημοσίων υπηρεσιών και ιδρυμάτων (Δημοτικού
Σχολείου από το 1845, αστυνομικού σταθμού από το 1937 καθώς και : ταχυδρομικού
γραφείου, αγροτικού ιατρείου και Γυμνασίου το 1981) και χάρη της θέσεώς
τους, καθώς ευρίσκονται κάπου στο κέντρο της εκτάσεως που ανήκει στο δήμο Δυστίων.
Η κατοίκηση του χώρου με μικρούς οικισμούς στον τόπο όπου
αναπτύσσεται το σημερινό χωριό αλλά και στο Ζαπάντι (Δροσιά), το οποίο από το 1912 ως το 1998
ανήκε διοικητικά στην Κοινότητα Κριεζών,
ανάγεται στην προϊστορική εποχή, πράγμα που δηλώνεται από τα διάσπαρτα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής.
"Λείψανα κτιρίων
και προϊστορικά όστρακα της πρώιμης Χαλκοκρατίας, (εντοπίστηκαν) δυτικά της
κώμης των Κριεζών, εκεί όπου ευρίσκεται το εκκλησάκι της Παναγίας".
Επίσης, "στη Δροσιά, βόρεια των Κριεζών, σε δύο λόφους προς τις Πετριές
(ευρέθησαν) πυρήνες, λεπίδες και οψιανός, καθώς και χοντρόκοκκα όστρακα ΠΕ ή ΜΕ
εποχής, σημείο ύπαρξης νεολιθικού οικισμού,
καθώς και τάφοι αρχαίοι".
Εκτός αυτών, στο νότιο τμήμα του χωριού, σε απόσταση 2 χμ
από αυτό και πιο συγκεκριμένα στις
γειτονικές τοποθεσίες Τριάδες και Βάρεζα
(που σημαίνει τάφος) βρέθηκαν: "Υπολείμματα οικιών και ναού, του οποίου
διακρίνεται η πύλη του ιερού (….) Επίσης,
στη θέση Βάρεζα ανασύρθηκαν αρχαίοι τάφοι. Στη δε ΝΑ πλευρά του ναού
υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με επιγραφή του 4ου π.Χ. αιώνα", η οποία
δηλώνει πως:"(Αν) τις ωνήται γην ή οικίαν ή τιθήται /(ή) υποτιθήται παρά
τίνος των οφειλόντων /(τώι) θεώι,
υπολειπέσθω της τιμής το οφειλόμε(νον) (ε)ι δε μη έσται η είσπραξις εκ του
έχον(τος) την γην ή την οικίαν". Δηλαδή "Εάν κάποιος αγοράσει
ακίνητο ή οικία ή δανείσει χρήματα
με εγγύηση σε κάποιον από τους οφειλέτες του ναού, τότε ο αποκτών οφείλει να
καταβάλει στο ναό τμήμα από το τίμημα του αγαθού που αποκτά, ώστε να προηγηθεί
η εξόφληση του οφειλόμενου χρέους, αλλιώς η οφειλή προς το ναό θα βαραίνει
πλέον το νέο κάτοχο του κτήματος ή της
οικίας του.
Η ενεπίγραφη αυτή στήλη, που πιθανότατα είχε ισχύ νόμου,
πρέπει να ήταν τοποθετημένη στο ιερό της θεότητας (…) και αποκτά ιδιαίτερη
σημασία καθώς αποτελεί την πρώτη ένδειξη υπάρξεως ιερού στην περιοχή…» (Αθηνάς
Χατζηδημητρίου ‘‘Δύστος’’)
Πόσο εφαρμόζεται σήμερα αυτός ο ιερός και απαράβατος νόμος
για την οφειλόμενη αντιπροσφορά προς όσους μας παραστέκονται ή αγωνίζονται για
εμάς; Μάλλον ελάχιστα…
Παρενθετικά, εδώ, θα σταθώ στην
ιδιαίτερη τιμή που πρέπει σε μια μεγάλη μορφή του νεότερου ελληνισμού, το Νικόλα Κριεζώτη, ο οποίος
είναι γέννημα θρέμμα και κόσμημα αυτού
του τόπου και στον οποίο ακόμη δεν έχουμε κάνει τις αρμόζουσες προς το πρόσωπό
του τιμές, όπως και ο προαναφερθείς κανονισμός μας παροτρύνει.
Για τη ζωή και τη δράση ετούτου του άρχοντα του Μεγάλου
Αγώνα θα κάνουμε ξεχωριστή μας αναφορά σε άλλη μας σελίδα.
Επανερχόμενοι, τώρα,
στα αρχαιολογικά ζητήματα του τόπου που εξετάζουμε, θα περάσουμε σε μια άλλη
επιγραφή που εντοπίστηκε στον ίδιο χώρο (προαύλιο Ζωοδόχου Πηγής στο
Σουληνάρι/Βάριζα των Κριεζών και φέρει το όνομα Κλεϊππίδης, ενώ μια άλλη το
όνομα της κόρης Φαναρέτη. Στην ίδια περιοχή το 1923 ο αρχαιολόγος Ν. Παπαδάκης
εντοπίζει και καταγράφει την ‘‘ύπαρξη θεμελίων που ανήκουν σε αρχαίο ναό ή
ιερό’’, καθώς και δύο κιονίσκων.
Το παλαιότερο όνομα της περιοχής θεωρείται πως ήταν το
Λάκεθεν, καθώς υπήρχε ομώνυμος δήμος της αρχαίας Ερέτριας που πιθανολογείται πως εκτεινόταν στην
ανοιχτή λάκα (πεδιάδα) των Κριεζών –Λεπούρων –Βελουσίων. Το βέβαιο όμως είναι
πως το παλαιότερα μνημονευόμενο όνομα γι’ αυτόν τον τόπο είναι το Κοτσανάδες,
που προέρχεται από το κοτσανάτος (γερός). Το σημερινό όνομά του προέρχεται από
τις αρβανίτικες λέξεις Krie (κεφάλι) και το
Eji (μαύρος), μιας και η αμφίεση των ανδρών περιλάμβανε και μαύρο κεφαλόδεσμο.
Μια άλλη εκδοχή θέλει την ονομασία προερχόμενη από τα νεροπούλια Κρι Κρι της
λίμνης του Δύστου.
Κατά τη μαύρη περίοδο της ραγιαδοποίησης του ελλαδικού χώρου
ένας οικογενειάρχης των Κριεζών, ο Τίτος ή Δέδες Μυλωνάς, κατέφυγε (το 1940 ή
το 1669) στην Ύδρα, όπου έλαβε το προσωνύμι Κριεζής, δηλωτικό του τόπου
καταγωγής του. Οι απόγονοί του ασχολήθηκαν με τη ναυτιλία και έγιναν ισχυροί
παράγοντες του τόπου.
Ανάμεσά τους και ο ναύαρχος του ’21 Αλέξανδρος Κριεζής, που
πρωτοστάτησε στις επιχειρήσεις των Ελλήνων στον Ευβοϊκό κόλπο ως το τέλος του
Αγώνα, το Σεπτέμβρη του 1829. Καθοριστική ήταν η συμβολή του στην έκβαση της
συγκλονιστικής μάχης των Βρυσακίων (Πολιτικά Ψαχνών, 15 Ιουλίου 1821), καθώς με
τα πολυβόλα των πλοίων του έφερε πανικό και συμφορά στις τάξεις της στρατιάς
του Ομέρ Βρυώνη. Η ναυαρχίδα του, που
ονομαζόταν ‘‘Νηρεύς’’ και μ’ αυτήν πολέμησε κατά διαστήματα και εκτός Ευβοϊκού
πλάι στον άλλο Ευβοϊοτοϋδραίο ναύαρχο του ’21 Ανδρέα Μιαούλη, ανατινάχτηκε στα
Βάτικα από άγνωστη αιτία κι ενώ είχε τότε πλοίαρχό της τον αδερφό του Θανάση. Ο
Αλέξανδρος Κριεζής ευτύχησε να δει την πατρίδα ελεύθερη, να γίνει Υπουργός του
Όθωνα και να γράψει τ’ απομνημονεύματά του, τα οποία εκδόθηκαν το 1881, ενώ ο
ίδιος είχε αποβιώσει στα 1847.
Ένας άλλος Κριεζής, ο Γεώργιος, υπήρξε αντιναύαρχος του
Μιαούλη, έλαβε μέρος σε 27 ναυμαχίες, ανατίναξε μια τούρκικη φρεγάτα κατά την
περιώνυμη ναυμαχία του Γέροντα και χρημάτισε Υπουργός καθώς και Πρόεδρος της
Ελληνικής Κυβερνήσεως από το 1849 έως το 1954.
Από τον ίδιο τόπο καταγόταν, ως προείπαμε, και ο πολύς
Νικόλας Χαραχλιάνης –Κριεζώτης ή Βυριώτης.
Σιμά του σ’ όλες τις στιγμές της πολυετούς και πολυσχιδούς
δράσεώς του υπήρχε ο γεννημένος το 1805 στη Λίμνη της Βόρειας Εύβοιας Κων/νος
Κούτουπας, ο οποίος έλαβε
το προσωνύμι Ζέρβας και έτσι έγινε γνωστός στον ευβοϊκό χώρο.
Ο Κων/νος Ζέρβας
υπήρξε το μόνιμο δεξί χέρι του Κριεζώτη και γαμπρός του, από την αδερφή του
Σοφία, η οποία έλαβε ως προίκα και το πατρικό τους σπίτι στα Κριεζά. Η πατρίδα
τον ετίμησε με το βουλευτικό αξίωμα αλλά
και με το βαθμό του Ταγματάρχη. Κειμήλια του Κ. Ζερβά βρίσκονται σε απογόνους
του, στα Κριεζά.
Άλλη μεγάλη φυσιογνωμία του 1821, που σχετίζεται με τα
Κριεζά, είναι ο ιερέας του χωριού παπα–Νικόλας Αγγελής ή Παπαγγελής, ο
οποίος συνεκπροσώπησε την Εύβοια στις Εθνικές Συνελεύσεις της Επιδαύρου και
του Άστρους.
Ο Παπαγγελής συμμετείχε στη μάχη του Παλαιοχωρίου (που
βρίσκεται μεταξύ Λεπούρων και Κριεζών) στις 7 Ιουλίου του 1821 και στη συνέχεια
σε κείνη του Σωληναρίου Κριεζών, όπου οι
επαναστάτες προσπάθησαν να φράξουν το
δρόμο των προερχομένων από την Κάρυστο τούρκικων στρατευμάτων, αλλά απέτυχαν.
«Οι Έλληνες συναθροίστηκαν και κατέλαβαν το Σωληνάριον. Το
μαθαίνει ο φρούραρχος της Καρύστου Μουσταφάς Αγαζαδώς και με 70 άνδρες έρχεται
στο Δύστο, όπου ο σιτοβολών του Ομέρ. ‘‘Συναγαγών δε όνους, ημιόνους, ίππους
και χωρικούς και διατάξας ίνα οι περί αυτόν εις εξαπάτησιν υψώσωσιν οθόνια
λευκά εν είδει σημαιών και φαίνονται πολλοί, επορεύθη εις το Σωληνάριον. Εκεί,
πρώτοι πυροβόλησαν οι Τούρκοι. Μετά, επιτέθησαν με τα ξίφη. Οι Έλληνες τράπησαν
σε φυγή και διασκορπίστηκαν. Τότε, τραυματίστηκε και ο ιερομόναχος Ιωσήφ
Ντοβίνος, τον οποίον αποκεφάλισαν στο Βαθύρρευμα. Εκεί, συνέλαβαν και μίαν
γυναίκα. Απέναντι από έναν ανεμόμυλο οχυρώθηκαν ο Αναγνώστης Κρεμαστινός και ο Αναστάσιος
Αληβινίσης Πρινακιώτης, οι οποίοι αναχαίτησαν τους Τούρκους και διασώθηκαν οι
φυγάδες άνδρες και γυναίκες. Όμως, πέθαναν δύο στην Αμπελουσία από την
ταλαιπωρίαν.» (Κ.
Γουναρόπουλος)
Άσχημο και μαρτυρικό τέλος είχε και ο Παπαγγελής, ο οποίος το Μάη του 1824
συνελήφθη με δόλο στη νησίδα Καμήλα των Πετριών, όπου είχαν καταφύγει πολλοί
κάτοικοι της περιοχής. Άλλοι, τότε,
θανατώθηκαν επί τόπου κι άλλοι κατά την – δια μέσου της θάλασσας – μεταφορά
τους στην Κάρυστο. Εκεί, οι εναπομείναντες υποχρεώθηκαν να συγχορέψουν με τους δυνάστες, οι οποίοι κατακρεούργησαν
το ιερό σώμα του Παπαγγελή προτού το οδηγήσουν στην αγχόνη.
Εκτός αυτών, σημαντική ήταν η προσφορά στον Αγώνα: του
οπλουργού του Κριεζώτη Παύλου Ζούμπερη,
καθώς και του αδερφού του Γιώργου (που κατάγονταν από τους Πεζιάνους, μα έγιναν
Κριεζώτες), του προεστού Ιωάννη Καραγιάννη (που θανατώθηκε δια λιθοβολισμού
κοντά στην Ερέτρια), του Υπολοχαγού του Ν. Κριεζώτη Βασίλειου Καραγιάννη (που το 1845 χρίστηκε
και βουλευτής Καρυστίας), του Ανθυπολοχαγού, Ιερομονάχου και αδελφού του Ν.
Κριεζώτη Γρηγορίου Χαραχλιάνη/Κριεζώτη και του Γ. Κάσκαρη που ανδραγάθησε στο Χάνι της Γραβιάς.
Μετά την απελευθέρωση
το χωριό ορίστηκε να ανήκει στο νεοσύστατο δήμο Δυστίων με έδρα το Αυλωνάρι. Τότε είχε
11 οικογένειες ενώ το Ζαπάντι 6. Παρ’
όλα αυτά, τιμής ένεκεν, για μια περίοδο – το 1839 –έγινε έδρα του δήμου, πράγμα
που ξανασυνέβη ενάμισι αιώνα αργότερα. Αυτόνομη αυτοδιοικητική οντότητα
(αποσπασμένη από το δήμο Δυστίων με έδρα το Αλιβέρι, όπου ανήκε τότε και είχε
306 κατοίκους, ενώ το Ζαπάντι 170) έγινε στα
1912. Ως τέτοιος σχηματισμός
έλεγχε διοικητικά και τον οικισμό της Δροσιάς, η οποία προήλθε από τη
μετεγκατάσταση των κατοίκων του Ζαπαντίου, που βρισκόταν βορειότερα δίπλα σε
ρεματιά με τρεχούμενα νερά και ψηλά πλατάνια. Ο τόπος τούτος, σήμερα, είναι εν πολλοίς εγκαταλειμμένος. Σταδιακά,
φαίνεται πως κάποιοι βλέπουν την αξία του και προσπαθούν να ανακαινίσουν τα
ημιερειπωμένα πατρογονικά κτίσματα. Η εγκατάλειψή του πριν λίγες δεκαετίες οφειλόταν στην τάση εποίκησης περιοχών που γειτνίαζαν με κεντρικές οδικές αρτηρίες.
Έτσι, λοιπόν, η χάραξη της νέας οδού Λεπούρων – Καρύστου, η οποία άφηνε σε αδράνεια
τον παλαιό δρόμο που περνούσε από το πέτρινο γεφύρι του λεπουραϊκού κάμπου,
προσείλκυσε πολλές οικογένειες να εγκατασταθούν παρά τη νέα οδική αρτηρία,
που – ως εξακοντισμένο βέλος – συνδέει τα Λέπουρα με τα Κριεζά.
Ήταν μια αναγεννητική περίοδος (αυτή των πρώτων δύο τριών
δεκαετιών του 20ου αιώνα) καθώς, τότε, ουσιαστικά απελευθερωνόταν οριστικά και
αμετάκλητα ο τόπος μας με την παραχώρηση της περιοχής στους πραγματικούς
ιδιοκτήτες του, τους ακτήμονες αγρότες. Αυτή τη μεγάλη ώρα, επιτέλους, ξετοπίζονταν οι Κοντοσταυλαίοι και οι
Κριεζώτες ελάμβαναν 1.200 στρέμματα της
περιοχής Λισσέα του λεπουραϊκού κάμπου και 2.300 στρέμματα του δυστιακού, τα
οποία αναμοιράστηκαν το 1955 με τον αναδασμό που έγινε τότε.
Έκτοτε, η ανάπτυξη του τόπου υπήρξε συνεχής και στο
γεωργοκτηνοτροφικό τομέα και στον επιχειρηματικό και σ’ αυτόν της παροχής
υπηρεσιών. Μάλιστα, αυτές οι δυνατότητες μεγεθύνονται τελευταία καθώς τα Κριεζά
μετατρέπονται σταδιακά σε πραγματική πρωτεύουσα του δήμου Δυστίων.
Στα Κριεζά δραστηριοποιείται: ο Αθλητικός Ποδοσφαιρικός Όμιλος ‘‘Α.Ο. Κριεζά’’ (από το 1980) και
Γεωργοκτηνοτροφικός Συνεταιρισμός.
Εκκλησίες των Κριεζών: Αγία Τριάδα (Καθολικό, χτισμένο το
1970 στην πλατεία όπου υπήρχε ναΐδριο), Άγιος Κων/νος και Αγία Ελένη (άλλοτε
γινόταν και πανηγύρι), Άγιοι Απόστολοι (το παλιό Καθολικό), Άγιος Ιωάννης ο
Πρόδρομος, Άγιος Νικόλαος, Ζωοδόχος Πηγή, Άγιος Ταξιάρχης, Προφήτης Ηλίας.
Δίπλα στον Προφήτη
Ηλία, που βρίσκεται στον ψηλότερο λόφο ανατολικά των Κριεζών, βρίσκονται και
δύο ερειπωμένοι ανεμόμυλοι.
Κ.ΜΠΑΙΡΑΚΤΑΡΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου