(από το βιβλίο του Μ. Mazower, «Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής»,
Το βιβλίο του Μαζάουερ αντιμετώπισε την αρνητική κριτική από βρετανούς κριτικούς, γεγονός το οποίο ομολογεί ο συγγραφέας στα «Προλεγόμενα στη ελληνική έκδοση» (11): «Μήπως είμαι πολύ σκληρός με τον Τσώρτσιλ και το ρόλο του στα Δεκεμβριανά, όπως υποστήριξαν κάνα - δύο
Βρετανοί κριτικοί; ή πολύ μαλακός με τον ΕΑΜ; Ο κάθε αναγνώστης μπορεί να κρίνει για τον εαυτό του. Πιστεύω ωστόσο πως ίσως έχει φτάσει ο καιρός που μπορούμε πια να δούμε κατάματα ορισμένες αλήθειες, χωρίς να νιώθουμε υποχρεωμένοι να πάρουμε θέση - αν θέλουμε -, αλλά παρ’ όλα αυτά να αναγνωρίζουμε ορισμένες αλήθειες». 0 Βρετανός ιστορικός στέκεται στην καθημερινή ζωή των κατακτητών και των Ελλήνων, αφήνει να περάσουν ζωντανές στιχομυθίες των ναζιστών, φωτίζει πολλές πτυχές από το άγριο κυνηγητό των Εβραίων, εστιάζει το φακό του στο μικρόκοσμο των ταγματασφαλιτών, των μαυραγοριτών και των δοσίλογων
. Μένουμε εδώ σε αποσπάσματα του βιβλίου που αναφέρονται στον ευβοϊκό χώρο κατά την περίοδο της Κατοχής.
Η γυναίκα, αλλά και η νέα γενιά, ήταν στόχος του μεταρρυθμιστικού προγράμματος του ΕΑΜ. Για πρώτη φορά στη Ελλάδα δόθηκε δικαίωμα ψήφου σ’ αυτές, και η βοήθειά τους γινόταν δεκτή με πολλούς τρόπους. Άλλες έσμιγαν με τους αντάρτες σε μάχιμα σώματα ή σε πιο παραδοσιακούς γυναικείους ρόλους, σαν νοσοκόμες και πλύστρες. «Ανάμεσά τους βρίσκονταν εξέχουσες μορφές, όπως η εικοσιδυάχρονη Μαρία, που ήταν επικεφαλής της υπηρεσίας επισιτισμού στο χωριό Σέττα, στην Εύβοια. ‘Όπως πολλές άλλες γυναίκες, η Μαρία ήταν μαυροντυμένη από πάνω ως κάτω: τον αδελ- φό της τον είχαν εκτελέσει, η μάνα της είχε πεθάνει από την πείνα στο λιμό και ο πατέρας της ήταν στη φυλακή για αντιστασιακή δράση» (308). Η
ΠΕΕΑ (1944) είχε υποσχεθεί να ενεργήσει εκλογές για ένα εθνικό συμβούλιο, και ο μηχανισμός του ΕΑΜ ήταν απαραίτητος για την οργάνω- σή τους. Επειδή οι εκλογές τελικά συνέπεσαν με βαρυσήμαντες πολιτικές εξελίξεις στο Κάιρο και επειδή οι πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο διεξήχθησαν είναι ελάχιστες, δεν τράβηξαν ποτέ την προσοχή. «Φυσικά οι υποψήφιοι του ΕΑΜ σάρωσαν, αν και δεν ανήκαν όλοι οι υποψή- φιοι του ΕΑΜ στο ΚΚΕ. Στην Εύβοια, όπου οι εκλογές ήταν σχετικά ανοι- χτές, φιλελεύθεροι και βασιλικοί υποψήφιοι κατέβηκαν σε αρκετά χωριά μολονότι συνήθως ηττώνταν με μεγάλη διαφορά. Στον Άγιο Γεώργιο [Καρυστίας;]όπου είχε μόλις δέκα κομμουνιστές πριν από τον πόλεμο, τα δύο μέλη που εκλεχτήκαν (σαν εκλέκτορες, οι οποίοι ψήφιζαν στη συνέχεια έναν αντιπρόσωπο για το Εθνικό Συμβούλιο) ήταν ο ένας μη κομμουνιστής υποψήφιος του ΕΑΜ, με 149 ψήφους, Κι ένας
κομμουνιστής, επίσης μέλος του ΕΑΜ, με 137. Στη Σέττα, πού φιλοξενούσε ένα Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, υπήρχαν τέσσερις υποψήφιοι: οι δύο που ανήκαν στο ΕΑΜ πήραν πάνω από διακόσιους ψήφους ο καθένας, ενώ ο φιλελεύθερος πήρε πέντε και ο βασιλόφρονας τέσσερις» (322 ο Mazower παραπέμπει για τη Σέττα σε αναφορά του ελληνοαμερικανού πράκτορα του Οffice of Strategic Services Κώστα Κουβαρά). Η ένταξη στην Αντίσταση έφερνε και μια δεύτερη βάφτιση: για να προστατέψει την οικογένειά του, το πρώτο πράμα που έκανε ο νεοσύλλεκτος, φτάνοντας «στο βουνό», ήταν να διαλέξει ένα ψευδώνυμο. Συνήθως τα ονόματα που διάλεγαν ήταν αλληγορικά, παρατσούκλια αλλά και ήρωες των αρχαίων χρόνων. «Ο πιο προσηνής «στρατηγός Ορέστης», στην Εύβοια, είχε χρηματίσει δημόσιος υπάλληλος στις στεγαστικές υπηρεσίες. Προτού γίνει αξιωματικός στην 5η Ταξιαρχία του ΕΛΑΣ, όπου ξεχώριζε φορώντας ακριβό φανελένιο πουκάμισο Βrοοks, γκαμπαρντινένια παντελόνια ιππασίας, καλές μπότες, κάπα από προβιά, γούνινο σκούφο και μεγάλο τσιγκελωτό μουστάκι» (338 πηγή του Μazower αναφορές παρατηρητών στα εθνικά Αρχεία ΗΠΑ, φάκελοι του OSS ,24 Ιουλίου 1944). Γράφοντας για την δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας στον νησί (354-355) χρησιμοποιεί σαν πηγή τους φακέλους του War Office, (Public Becord Office Κιου, Λονδίνο) φακέλους του OSS και το βιβλίο του Δουατζή. Οι Ταγματασφαλίτες της Εύβοιας, 39, 91, 92, 101, 118. Μένει στη στρατολόγηση των ντόπιων για την επάνδρωση των Ταγμάτων, τη λεηλασία και τον εμπρησμό της Αγ. Άννας (19 Μαρτίου 1944) και τα αντίποινα των ανταρτών, τη δυσφορία των Ευβοέων του Ξηροχωρίου στον «υποστράτηγο» Λιάκο και την πλιατσικολόγηση σπιτιών της Άτταλης (Ιούλιος 1944). Καταλήγει παραθέτοντας τη γνώμη Αμερικανού παρατηρητή: «Ως αποτέλεσμα αυτών των επιδρομών, ο πληθυσμός της Εύβοιας αντιμετώπιζε τα Τάγματα ως «εκατό τοις εκατό εχθρούς». Χαρακτηριστικά, τέλος, τα όσα αναφέρει ο Μazower (82) για τη μαύρη αγορά στη Χαλκίδα, χρησιμοποιώντας κείμενο της εφημερίδας «Πανευβοϊκόν Βήμα» (6 Μαΐου 1943): «Η μαύρη αγορά δεν περιορίζεται σε μια κοινωνική ομάδα. Υπήρχαν αγορές με διάφορα εμπορεύματα που κάλυπταν όλες τις ανάγκες και τα γούστα. Στη Χαλκίδα, για παράδειγμα, η περιοχή γύρω από την κεντρική αγορά, μαζί και οι γύρω δρόμοι, πλατείες και στενοσόκακα, ήταν γεμάτη κάρα και πάγκους: «Άνθρωποι πάσης τάξεως και ηλικίας, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, καθαροί και ακάθαρτοι συνειδητοί και ασυνείδητοι, γέροι με βρώμικα χέρια και νέοι... Δον-Ζουάν με «γκραν κουστούμια», αναμαλλιάρηδες και μπριγιαντιστολισμένοι, όλοι αυτοί συγκροτούν την «μαύρη αγορά» που αρχίζει πρωί-πρωί τη δουλειά της και τελειώνει μόλις το πρώτο σκοτάδι αγκαλιάσει την πόλη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου