ΓΕΦΥΡΑ

eviahistοry.gr

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020

Ο Σκαρίμπας της Χαλκίδας ή η Χαλκίδα του Σκαρίμπα;







ΠΩΣ ΘΑ ήταν η Σκιάθος δίχως τον Παπαδιαμάντη, η Θεσσαλονίκη δίχως τον Ιωάννου, η Χαλκίδα χωρίς τον Σκαρίμπα; Ασφαλώς η ύπαρξή τους θα ήταν ηπιότερη και η ιστορία τους φτωχότερη, εφόσον η γραφή στοιχειοθετεί για το χώρο και το χρόνο τρόπο ύπαρξης. Αν έρθουμε στον Σκαρίμπα, που μας ενδιαφέρει εδώ, και αντιστρέφουμε το παραπάνω
ερώτημα, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια σχέση αμφίδρομη και περίπλοκη, στην ουσία αδιερεύνητη και συνακόλουθα, με έναν κοινό τόπο της κριτικής που πρέπει να επανεξεταστεί.

Η κριτική έως τώρα εξετάζοντας το δίπολο Σκαρίμπας-Χαλκίδα παρουσιάζει ομοφωνία ως προς τα εξής:
Ο συγγραφέας επέλεξε να ζήσει στη Χαλκίδα μετά την πρώτη του γνωριμία με την πόλη όπου τον έφερε η στρατιωτική του θητεία.
Η Χαλκίδα αποτελεί μια από τις βασικές πηγές έμπνευσης του έργου του.
Ο Σκαρίμπας αγάπησε τη Χαλκίδα και την «τραγούδησε», την «ύμνησε», την «αποθανάτισε».
Το πρώτο, ως πραγματολογικό δεδομένο, δεν χρειάζεται συζήτηση. Οι άλλες δύο παρατηρήσεις όμως κινδυνεύουν να μην λένε τίποτε διότι, ενώ ερευνητικά έχουν παραμείνει μετέωρες, βαθμιαία αποτέλεσαν στερεότυπα της κριτικής. Ας δούμε, λοιπόν, πώς στοιχειοθετείται, αν στοιχειοθετείται, η υπόθεση εργασίας που υπονοείται στις παραπάνω κρίσεις. Πως, δηλαδή, πραγματώνεται η λογοτεχνική ύπαρξη της πόλης μέσα στο έργο του Σκαρίμπα.

Μια μια πρώτη ματιά στο πεζογραφικό έργο του Σκαρίμπα διαπιστώνει κανείς ότι η Χαλκίδα κάνει την εμφάνισή της ήδη στους τίτλους τριών έργων του: Στην πρώτη του συλλογή διηγημάτων «Καϋμοί στο Γριπονήσι» (1930), στην πρώτη εκδοχή του μυθιστορήματος «(Χαλκίδα ή) το Βατερλώ δύο γελοίων» (1959) και στη συλλογή διηγημάτων «Τυφλοβδομάδα στη Χαλκίδα» (1973). Επιπλέον, η Χαλκίδα είναι ο χώρος όπου τοποθετείται η δράση των μυθιστορημάτων του «Μαριάμπας» (1935) και «Το Σόλο του Φίγκαρω» (1939). Με μόνη, δηλαδή, εξαίρεση το μυθιστόρημα «Το Θείο Τραγί» (1933), όπου κυριαρχεί χωροχρονική ρευστότητα, τα σημαντικότερα πεζά έργα του Σκαρίμπα τέμνονται κατά κάποιον τρόπο με την πόλη της Χαλκίδας. Πώς όμως πραγματώνεται με αφηγηματικούς όρους η παρουσία της πόλης;

ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ

Τα θέματα που αρδεύουν το λογοτεχνικό σύμπαν του Σκαρίμπα περνούν αναγκαστικά μέσα από την πόλη αφού αυτή παρέχει στον συγγραφέα δυο από τα βασικότερα σύμβολα του έργου του ή δυο σημαντικές συνιστώσες του μεταφορικού του συστήματος: το λιμάνι και το σταθμό των τρένων. Κοντά σ’ αυτά συλλειτουργούν προς την ίδια κατεύθυνση ξεκινώνοντας από κοινή αφετηρία διάφορα σχετικά μοτίβα: οι γλάροι, τα μουρλά νερά του Ευρίπου, το εισιτήριο, η αποβάθρα.

Αυτός είναι ο ζωτικός χώρος του συγγραφέα. Πέρα όμως από τα επιμέρους σημεία αναφοράς η πόλη δεσπόζει όταν η γραφή την αφορά, όταν δηλαδή αποτυπώνεται ο λόγος της. Συνεπώς, η επίμονη χρήση του τοπικού ιδιολέκτου και ο εγκιβωτισμός εγχώριων δημοτικών και λαϊκών τραγουδιών σε επτά από τα έντεκα διηγήματα της συλλογής «Καϋμοί στο Γριπονήσι» συνιστούν μια έντονη αλλά και συμβατική παρουσία της πόλης. Ωστόσο, ακόμη κι εδώ, στο μοναδικό έργο του Σκαρίμπα με ηθογραφικές αποχρώσεις, η πόλη έχει μια ιδιότυπη παρουσία. Εννοώ ότι δεν υπάρχει καμιά σκηνοθεσία της πόλης, καμιά παρατήρηση.

Μ’ άλλα λόγια δεν υπάρχει περιγραφή, που συνεπάγεται αναγωγή του λογοτεχνικού υλικού στο χώρο. Αντίθετα, υπάρχει αφήγηση που σημαίνει οργάνωση του λογοτεχνικού υλικού στο χρόνο. Η επιλογή της Χαλκίδας ως χώρου δράσης των περισσότερων διηγημάτων της συλλογής ισοδυναμεί με την επιλογή οποιουδήποτε άλλου χώρου, με την προϋπόθεση ότι αυτός ο χώρος με τη συγκεκριμένη φυσιογνωμία δικαιολογεί τη συμβολιστική διάσταση της γραφής. Αυτό που κυριαρχεί είναι η απόδοση του εσωτερικού τοπίου, η βυθομέτρηση της ανθρώπινης ψυχής σε καίριες εκδηλώσεις της, ενώ ο εξωτερικός χώρος θα ’λεγε κανείς ότι λειτουργεί προσχηματικά. Είναι το ιδιωτικό κέλυφος όπου εγκλωβίζεται η ανθρώπινη μοίρα.

ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Από εδώ και στο εξής οι αναφορές στη Χαλκίδα λειτουργούν αντιστρόφως ανάλογα με την ουσιαστική της παρουσία. Συγχρόνως, όμως, και το παιχνίδι του Σκαρίμπα αρχίζει να αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον. Στο επόμενο έργο του, στο μυθιστόρημα «Μαριάμπας» (1935), ο χώρος έχει αφηρημένη διάσταση: ενώ ο αφηγητής αναφέρεται στη Χαλκίδα κατονομάζοντάς την, οι περιγραφές της πόλης είναι τόσο μεταφορικές ή αφηρημένες, ώστε να ανάγουν την πόλη σε σύμβολο. Ιδίως με την ενσωμάτωση στο μυθιστόρημα ενός γνωστού ποιήματος του Σκαρίμπα με τίτλο «Χαλκίδα», η πόλη γίνεται εσωτερικό τοπίο, ένας αδιέξοδος μοιραίος τόπος. «Οι πόλεις της λογοτεχνίας δεν συμπίπτουν με τις πόλεις της ιστορίας» γράφει η Λίζυ Τσιριμώκου. «Ακόμη και όταν δεν είναι “αόρατες”, φανταστικές, ακόμη δηλαδή και όταν παραπέμπουν σε κάποιον υπαρκτό χώρο, οι λογοτεχνικές πόλεις δεν αποτελούν ακριβή αντίγραφα της πραγματικότητας· μπορεί να φαίνονται επαληθεύσιμες, αλλά δεν είναι παρά αληθοφανείς». Η ανατροπή του χώρου εδώ είναι της ίδιας κατηγορίας με τη γλωσσική αταξία και τη γραμματική και φωνολογική εξάρθρωση της γλώσσας: όλα μαζί υπηρετούν την απόρριψη και την ανατροπή της πραγματικότητας.

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ

Η μόνη ιστορικοφανής παρουσία της πόλης γίνεται όταν με κάποιες ιδιαιτερότητές της συμβάλλει στη δημιουργία της ατμόσφαιρας που επιλέγει ο αφηγητής για να υπηρετήσει το εξωπραγματικό όραμά του: Και τράβηξε γιαλό-γιαλό το δρομάκο. Ηταν αυτός ένας δρομάκος τεφρός, σερπετός που φειδοσέρνονταν -δεντρογαλιά- μεσ’ τη νύχτα. Ροχάλιζε ο Ευβοϊκός στο σκοτάδι. Βουου! ένας αέρας φυσούσε. Τότε -μονάχο βουβό σιωπηλό- σκάφτηκε ένα καράβι να πηγαίνει. Ενα καράβι που νάχει γιάλινα πανιά και να λικνίζεται όξ’ από τα όρια του κόσμου... Ηδη, από αυτό το έργο αρχίζει να διαφαίνεται ότι η χρήση της Χαλκίδας διαπλέκεται με την αφηγηματική τεχνική του Σκαρίμπα. Η τεχνική αυτή εξελίσσεται στο επόμενο έργο, στο μυθιστόρημα «Το Σόλο του Φίγκαρω». Εδώ οι περιγραφές της πόλης εκτός του ότι μετουσιώνουν τη Χαλκίδα σε εσωτερικό τοπίο, όπως στον Μαριάμπα, κάποτε την ανάγουν σε ουτοπικό χώρο. Η περιγραφή της Χαλκίδας, όπου υπάρχει, αυτοαναιρείται ή λειτουργεί πιο σύνθετα εφόσον αποβαίνει αφηγηματικό τέχνασμα. Τ’ άστρα είναι στον ουρανό καί τα λουλούδια στη γη, κι η Χαλκίδα κάτ’ απ’ τον ουρανό κι από τ’ άστρα. Πάνω της λοιπόν ταξιδεύουν τα σύγνεφα. Κι εγώ είμαι από κάτω. Πορπατώ και στοχάζουμαι πως όλ’ αυτό και τα πλοία - γίνονται, όσο πάει, παραμύθια.

Μέσα από την προοπτική αυτής της τέχνικής ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το μυθιστόρημα «Το Βατερλώ δύο γελοίων». Εδώ, τα δρώμενα του δεύτερου κεφαλαίου συντελούνται σ’ ένα σπίτι της Χαλκίδας. Οι αναφορές στο χώρο είναι απολύτως αληθοφανείς. Η αντίθεση που προκύπτει ανάμεσα στον συγκεκριμένο χώρο και στην απιθα-νότητα του μύθου υπηρετεί την υπονόμευση του αληθοφανούς και του αποδεδειγμένου.

ΓΝΩΣΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ

Ενδιαφέρουσα, επίσης, είναι η παρουσία της πόλης στο διήγημα «Τυφλοβδομάδα στη Χαλκίδα», που δίνει τον τίτλο σε όλη τη συλλογή. Μολονότι η δράση του διηγήματος τοποθετείται στη Χαλκίδα, είναι η Κύπρος που κυριαρχεί ως χώρος μέσα στο έργο. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του διηγήματος έχει ανατεθεί στο κυπριακό ιδίωμα, στη φωνή δηλαδή μιας άλλης πόλης, ενώ η παρουσία της Χαλκίδας συρρικνώνεται σε μια πλαστή και αδρανή αναφορά.

Η Χαλκίδα κάνει την εμφάνισή της και σε άλλα πεζά έργα του Σκαρίμπα δίχως απαραίτητα να κατονομάζεται («Ο κύριος του Τζακ», «Κομμωτής Κυριών», «Η τριμελής επιτροπή»). Πολύ συχνά, τα τοπωνύμια είναι ιστορικά ανιχνεύσιμα, π.χ., το ταβερνάκι του Πάτα. Παράλληλα, γίνονται και έμμεσες αναφορές στην πόλη: π.χ., η αναφορά στο οπλοπωλείο του Πριόβολου (γνωστό όνομα στη Χαλκίδα) στο μυθιστόρημα Μαριάμπας ή το όνομα του πρωταγωνιστή, του ποιητή Μπαρίσκα, -αναγραμματισμός του ονόματος του Σκαρίμπα- στο διήγημα «Το μουστάκι του κ. Φρανσουά ντε λα Τους». Συνήθως, η ταύτιση ιστορικών και λογοτεχνικών τοπωνυμίων υπηρετεί το τέχνασμα της αληθοφάνειας και εξασφαλίζει την αξιοπιστία της αφήγησης. Στην περίπτωση του Σκαρίμπα η αληθοφάνεια στοιχειοθετείται για να αυτοαναιρεθεί αποβαίνοντας έτσι ένα κομβικό σημείο της ειρωνικής του γλώσσας.

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΤΕΧΝΑΣΜΑ

Αναμφισβήτητα, η Χαλκίδα αποτελεί κρίσιμο σημείο αναφοράς στο έργο του Σκαρίμπα, αλλά όχι με τον τρόπο με τον οποίο συντελείται

Ο Γιάννης Σκαρίμπας με έναν οικογενειακό του φίλο στα Μετέωρα.
τούτο σε άλλα λογοτεχνικά έργα, π.χ. με τον τρόπο με τον οποίο αναδύεται η Θεσσαλονίκη από το έργο του Ιωάννου: ένας χώρος συναισθηματικά ή αισθητικά φορτισμένος όπου στεγάζεται ή προβάλλεται το αφηγηματικό υλικό με σχέση περισσότερο ή λιγότερο προφανούς εξάρτησης. Ή αν προτιμάτε ένας χώρος όπου το εμπειρικό υλικό μεταστοιχειώνεται σε λογοτεχνικό βίωμα, δίχως ο χώρος να χάνει την ιστορική του ταυτότητα. Η Χαλκίδα του Σκαρίμπα ελάχιστη σχέση έχει με τη Χαλκίδα του γεωγραφικού χάρτη.

Το μόνο που διασώζεται απ’ αυτήν είναι ό,τι έχει καταθέσει στη συμβολιστική διάσταση της γραφής του Σκαρίμπα και μια ατμόσφαιρα καταλυτική για την ψυχική του ιδιοσυγκρασία. Είναι φυσικό: ο Σκαρίμπας δεν περιγράφει αλλά αφηγείται, ταξιδεύει όχι στο χώρο αλλά στο χρόνο. Ταξιδεύει στο λόγο: Από τη γέφυρα του Εύριπου, άμα ρωτήσεις για τα μεγάλα πουλιά, οι άνθρωποι υψώνουν το χέρι τους και σου δείχνουν το Νότο. Από εκεί έρχονται οι θερινοί υδρατμοί κι οι ορίζοντες, κι εκεί εωρίζονται -άσπιλοι- οι πέτρινοι κρίνοι των βράχων. Η πλαστή αυτή αναφορικότητα αποκωδικοποιείται μόνο με όρους της αφήγησης.

ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΗ ΓΡΑΦΗ

Η Χαλκίδα του Σκαρίμπα δεν είναι μια πόλη, αλλά ένα αφηγηματικό τέχνασμα. Ενας τρόπος για να υπηρετήσει ο συγγραφέας την ανατρεπτική του γραφή. Οσο πιο συγκεκριμένες είναι οι τοπογραφικές αναφορές τόσο πιο ειρωνική είναι η λειτουργία τους. Πρόκειται για μια καλοστημένη παγίδα: τη γνώριμη είσοδο από όπου ο αναγνώστης μπαίνει στον πλασματικό κόσμο του συγγραφέα και λειτουργεί, αν λειτουργεί, με τους όρους του συγγραφέα. Ετσι, η Χαλκίδα του Σκαρίμπα αναδομείται, αυτονομείται και ταξιδεύει μέσα στο χρόνο παράλληλα αλλά ανεξάρτητα από την άλλη. Είναι η Χαλκίδα της Τζούλιας Δεπάνου, η Χαλκίδα της Μύριαμ Χόπκινς Λάι, η Χαλκίδα που δόθηκε στον Λιμενάρχη Ευρίπου ενός άλλους Χαλκιδαίου συγγραφέα, του Ν.Δ Τριανταφυλλόπουλου.

Εξάλλου, οι μη αδρανείς ως προς την πλοκή τοπογραφικές αναφορές λειτουργούν ως σημεία ειδικής φόρτισης που παραπέμπουν σε μια κατάσταση ή ανακαλούν στη μνήμη υλικό καταλυτικό για την πορεία της αφήγησης. Π.χ., το Δαφνί στο «Σόλο του Φίγκαρω», όπου η συναισθηματική σχέση του αφηγητή με την πόλη παρουσιάζεται όχι υποθερμική αλλά αποκλίνουσα, όπως δηλώνουν οι καταληκτικοί στίχοι «Αχ, τι ευκαιρία έχασα να φύγω όξω από τα όριά του κόσμου» (ο. 120), και το συναφούς περιεχομένου ποίημα «Το εισιτήριο», που θα δούμε παρακάτω. Ακόμη, υπάρχουν και πλασματικές αναφορές: ονόματα με λιγότερο ή περισσότερο έκδηλη την πλαστότητα της ύπαρξής τους. «Ο συγγραφέας», παρατηρεί η Τσιριμώκου, «είναι ο ονοματουργός,

«Από τη γέφυρα του Ευρίπου, άμα ρωτήσεις για τα μεγάλα πουλιά, οι άνθρωποι υψώνουν το χέρι τους και σου δείχνουν το Νότο...», γράφει ο Γιάννης Σκαρίμπας
δημιουργός ονομάτων, όχι πραγματικών προσώπων ή χώρων· όχι ότι επινοεί ή επιλέγει εντελώς ελεύθερα, αυθαίρετα, τα ονόματα αυτά: αυθαίρετη είναι μόνον η συνολική αφήγησή του· ως γλωσσικό σύστημα, δεν έχει αποχρώντα λόγο ύπαρξης, δεν μπορεί να εξηγηθεί, αλλά να λειτουργήσει ή όχι. Και ακριβώς, το αυθαίρετο της αφήγησης προσπαθεί να καλυφθεί με τον μανδύα μιας εξωτερικής ντετερμινιστικής αιτιότητας».

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΩΝ ΟΡΙΖΟΝΤΩΝ

Πλαστές ή αληθοφανείς οι αναφορές σε χώρους της πόλης ή στην ίδια την πόλη, πρέπει να θεωρηθούν ως σημεία. Αυτό που επωμίζεται ο αναγνώστης είναι να αποκωδικοποιήσει τη σχέση σημαίνοντος και σημαινομένου και όχι λέξης και πράγματος. Εξάλλου, η παρώδηση της φιλοσοφικής πρόσληψης του χώρου που επιχειρεί ο συγγραφέας στα σημαντικότερα έργα του δεν είναι καθόλου άσχετη με το θέμα μας. Εδώ νομίζω πως έχει τη θέση της μια άλλη συναφής παρατήρηση.

Στο έργο του Σκαρίμπα επανέρχονται φράσεις που αποκαλύπτουν έναν εραστή της γραμμής των οριζόντων, του κρύφιου δρόμου που οδηγεί έξω από τα όρια του κόσμου ή έξω απ’ τον κύκλο των νερών - στα χάη. Η Χαλκίδα με τις ιδιαιτερότητές της και με την ταυτότητα της επαρχιακής πόλης του μεσοπολέμου, πιστοποιεί την υπερβατική γραφή του συγγραφέα.

ΑΥΤΟΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΕΓΩ

Αλλά είναι ώρα να ζητήσουμε τη συνδρομή του ποιητικού έργου του Σκαρίμπα, για να εντοπίσουμε συνάφειες ή αποκλίσεις με τα παραπάνω. Εδώ η Χαλκίδα κάνει την εμφάνισή της σε εννιά από τα ογδόντα πέντε θησαυρισμένα ποιήματά του: τέσσερις φορές στην πρώτη συλλογή «Ουλαλούμ» (1936), τέσσερις φορές στη δεύτερη συλλογή «Εαυτούληδες» (1950), μια φορά στη συλλογή «Βοϊδάγγελοι» (1968) και καμιά φορά στα 12 νέα ποιήματα που προστίθενται στη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του «Απόντες στίχοι» (1936-1970) (1970).

Ας δούμε πώς εμφανίζεται η πόλη στα ποιήματα της συλλογής «Ουλαλούμ»:

1
Καιρός;
- : Ελλειψις θυέλλης
- : Θάλασσα παροιμιώδης
- : Η Χαλκίδα -Σελήνη- θάναι καθιστή στην ουρά της σαν γάτα
(«Τ’ αφιγκρατά του Βραχοκάβουρα»),

2
Έτσι νάν’ σπασμένοι, να φυσά απ’ το νότο
και με πίλο κλόουν να γελάς, Χαλκίδα:
Αχ, νεκρόν στο χώμα -να φωνάζεις- είδα έναν μου ακόμη πιερότο!...
(«Χαλκίδα»)

3
Στα σβηστά και στ’ αμίληγα να πηγαίνω. Θα τρέμει
η Χαλκίδα -κατάρατη- ένα μάτσο πληγές,
ήσαν χρώμα τα σπίτια της, ζουγραφιές οι άνεμοι
και οι δρόμοι μπογιές!
(«Ερωτας ζωγράφος»),

4
Μας επρόσμενε Χα!...
-τα φώτα, τα φώτα, τα φώτα-
και κοιμόταν στης νύχτας τα βύθια
η Χαλκίδα σβηστά
(«Η δεσποινίς Λ.Π.»)

Στην πρώτη και στην τέταρτη περίπτωση η Χαλκίδα αρδεύει μια εικόνα. Στη δεύτερη περίπτωση προσωποποιείται, αντανακλώντας την αυτάρεσκη παρουσία του ποιητικού εγώ, και συγχρόνως τροφοδοτεί μια μεταφορά. Εδώ, αξίζει να επισημανθεί ότι ο Πιερότος, αυτός ο πρίγκιπας της πλανόδιας ζωής, δεν αντλεί από την πραγματικότητα του χώρου -από τον οποίο προέρχεται, στον οποίο ποτέ δεν ανήκει και που ο ρόλος του είναι καταλυτικός- αλλά από την πραγματικότητα της φαντασίας του. Η πόλη μένει ευάλωτη στην γκροτέσκα παρουσία του. Ομως, η αντιηρωική παρουσία του Πιερότου στην ποίηση του Σκαρίμπα αποτελεί ένα κεφάλαιο ιδιαίτερης μελέτης. Στην τρίτη περίπτωση, η Χαλκίδα, υποστασιοποιεί ένα βασικό μοτίβο του λογοτεχνικού κόσμου του συγγραφέα, το μοτίβο της απατηλής παρουσίας.

ΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ ΤΗΝ ΕΙΔΕΣ...

1
Αυτό το τελευταίο σηματοδοτεί την ύπαρξη της πόλης και στη συλλογή «Ευατούληδες»:

Και σαν χτισμένη εκεί από κιμωλία, / βαθειά να χάνεται η Χαλκίδα πέρα / μ’ όλα μου -ανοιγμένα- τα βιβλία / καθώς μπουλούκι γλάροι στον αέρα...
(«Χορός συρτός»)

2
Στη δεύτερη αναφορά συνυφαίνεται το μοτίβο της φυγής:

Οι βαρκαρέοι!... Το εισιτήριο!... Να τρέμει / -ζαγάρι εντός μου- η Χαλκίδα και τα όρη. / Κι εκεί να τόχουν συνεπάρει οι άνεμοι / μετέωρο - μες στις αχλές του το βαπόρι...
(«Το εισιτήριο»)

3
Στην τρίτη αναφορά η Χαλκίδα λειτουργεί ως ένα σημείο που υποβαστάζει τη σατιρική λειτουργία του λόγου:

Ψέματα που τα πίστευα - και πόσο!... / τα χάνια πύργοι, οι κότες της ρομάντζα: / απ’ τη Χαλκίδα ίσια στο Τοβόσσο, Χαλκίδα - Μάντζα!...
(«Αγγέλω»)

4
Αποκαλυπτικό είναι το ποίημα ποιητικής «Στάδιον δόξης», όπου η Χαλκίδα παραπέμπει σε μιαν ανά-ντιστοιχία, εφόσον υπάρχει μόνον μέσα από τη στρεβλή οπτική του ποιητικού εγώ: Οι ήρωες και οι στίχοι του ποιητή τον απομακρύνουν βίαια από τη Χαλκίδα:

...Βλέπεις μαιτρ -μου φωνάξανε- τη Χαλκίδα την είδες / όπου εσύ μεσ’ στα φάλτσα σου μόνον, ήξερες νάρχεις; / Να τα έργα σου, οι πόθοι σου -όλοι εμείς- φασουλήδες, / να και συ θιασάρχης!...

Τι ντεκόρ ανισόρροπο που με μύτη γελοία / μαιτρ μπεκρής το σκεδίαζε στόνα πόδι να στέκει, / ήταν κει λες και χτίστηκε με γλαρή κιμωλία / όρθιο η πόλη λελέκι.

5
Η τελευταία αναφορά στην πόλη γίνεται στο ποίημα «Ο Πιερότος» που συνδιαλέγεται με το ποίημα «Χαλκίδα» της πρώτης συλλογής. Η συνανάγνωσή τους θα μπορούσε να προσφέρει ποικίλα στοιχεία για το ποιητικό εργαστήρι του Σκαρίμπα. Οσον αφορά το θέμα μας, εδώ επανέρχεται η εικόνα της πόλης-κλόουν, η οποία λειτουργεί ως αντίστιξη στο μοτίβο του θανάτου της πρώτης αναφοράς:

Σκέφτομαι πως θάμα έτσι ως είσαι με καπέλο κλόουν, ω Χαλκίδα -ως τότε-
να μου λες κλαμένη; Πιερότε ζήσε, ζήσε-μην πεθαίνεις, Πιερότε...

Είναι νομίζω προφανές πως η παρουσία της πόλης στην ποίηση του Σκαρίμπα, αν και ποσοτικά περιορισμένη, έχει σημαντική εμβέλεια και λειτουργεί με μεγάλη αμεσότητα: άλλοτε ως σύμβολο άλλοτε ως μεταφορά, η Χαλκίδα φωτίζει την ταυτότητα του ποιητικού εγώ.

Ακόμη, εκτός από το γεγονός ότι και στην ποίηση του Σκαρίμπα συχνά η πόλη τέμνεται με βασικά θεματικά μοτίβα της πεζογραφίας του, όπως αυτό της αληθοφάνειας ή της φυγής, στις έξι πιο δραστικές από τις παραπάνω εννέα εμφανίσεις της, η πόλη παίζει καταλυτικό ρόλο στον αυτοπροσδιορισμό του ποιητικού εγώ.

Πολυσήμαντη, αντισυμβατική και σύνθετη η παρουσία της Χαλκίδας στο έργο του Σκαρίμπα, είτε ως αφηγηματικό τέχνασμα της γραφής του είτε ως αυτοπροσδιορισμός του ποιητικού προσωπείου, τροφοδοτεί ποικιλοτρόπως τη φυγή, τη μεγάλη ουτοπία του μεσοπολέμου.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΩΣΤΙΟΥ
Η ΧΑΛΚΙΔΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1997

Δεν υπάρχουν σχόλια: