Η ανιψιά του Σκαρίμπα στου Άλλου Κόσμου τα περβόλια τα ίδια
Κοντά στην ημερομηνία φυγής του Σκαρίμπα έτι μεγαλύτερή του κατά τον συνολικό της ζωής της τον χρόνο έφυγε το βράδυ της 18ης Ιανουαρίου 2022 η επ’ αδερφή ανιψιά του Βάσω Τούμπου-Κοπανάκη και σαν εκδήμησε, πάει τον θειο της τον Γιάννη να εύρει, την Αγγελική της μητέρα, την κόρη της Μαρία (που, προ χρόνων, στη Χαϊνά, στου Σταδίου την αντικρινή πλευρά ένα βράδυ σε τροχαίο στα δεκαεννιά της τ’ άνθη εκάη και ως ρόδο, που έσβησε, μαράθη) και τον σύζυγό της Όμηρο, που με την ομηρία του μεγάλου καημού στην ψυχή και στο μικρό του δέμας, λίγα χρόνια μετά της τριανταφυλλένιας κορούλας τους το σβηστό χαμογέλιο έσπευσε στου Κόσμου του Άλλου τα πλάτη το ανθί και βλαστάρι στην αγκάλη της πάλε να πάρει κι η ταφή της να γίνει σήμερα, που η των Σκαριμπαίων Αγία Ευθυμία πατρίδα γιορτάδα έχει μεγάλη!...
Η
αείμνηστη
πλέον Βάσω
Τούμπου-Κοπανάκη,
που στη
Τότε, το ’16, μας είχε αναφέρει πως η μάνα της ήταν η Αγγελική, αδερφή του Σκαρίμπα, ενώ πατέρας της ο Χαλκιδέος Τούμπος, τον οποίο ο Γιάννης ο Σκαρίμπας τον όρισε για σύζυγο της μητρός της, που έσπευσε στην Πάτρα και κατεπειγόντως την έφερε στη Χαλκίδα γύρω στο ‘20 με ’22. Η ίδια είχε γεννηθεί στην Κέρκυρα το 1924, όπου ο παππούς της ο Ευθύμιος ήταν εκτελωνιστής.
Εκτός της Αγγελικής ο Γιάννης Σκαρίμπας αδέρφια του είχε: τον Παναγιώτη (που ήταν ηλεκτρολόγος στον Δάριγκ), την Ελένη (που είχε παντρευτεί έναν γιατρό από τη Λιβαδειά, αλλά πέθανε πάνω στη γέννα, γύρω στο ’35) την Πελαγία (που ήταν η πιο μεγάλη του αδερφή, η οποία πέθανε το ’12 στην Πάτρα από Δάγκειο πυρετό) και την Καλλιόπη (με την εξέχουσα ποιητική γραφή και μάλιστα μία εκ των τριών ποιητικών της συλλογών, αφιερωμένη στην ίδια, την χάρισε προς τον Σύλλογό μας).
Ο Σκαρίμπας μας ανέφερε πως γεννήθηκε στην Αγία Ευθυμία, ενώ το Σχολαρχείο το έβγαλε στην Πάτρα, όπου είχανε και σπίτι εκεί. Στο Αίγιο μένανε στο σπίτι της γιαγιάς της, της Ανδρομάχης Σκαρτσίλα, που ήτανε δασκάλα. Αυτό βρισκόταν στη συνοικία Τεμπελόραχη.
Το τμήμα της συνέντευξης:
“[…]Από εκεί, πήγε στρατιώτης, πήγε εύζωνας στη Λαμία. Εκεί στη Λαμία ήθελε να πάει σε μία πλύστρα να του πλύνει τα ρούχα, να του πλύνει τα κολάρα, που φόραγε, και πήγε και βρήκε την Ελένη.
Ερ.: Την Κεφαλληνίτου;
Απ.: Την Κεφαλλονίτισσα.
Λοιπόν, πήγε και τη γνώρισε και από εκεί κόλλησε με την Ελένη. Εκείνος, όμως, ήτανε παντρεμένος. Είχε πάρει μία κοπέλα, αλλά πέθανε εδώ στο ξενοδοχείο στη Χαλκίδα. Την έφερε φυματική από ένα μέρος, δεν ξέρω πού μένανε. Την είχε στεφανώσει.
ΕΡ.: Ο Σκαρίμπας;
Απ.: Ναι, είχε παντρευτεί πριν από την Ελένη. Την είχε στεφανώσει και έμεναν σε ξενοδοχείο στο παλιό Λιμεναρχείο, κάτω στη γέφυρα. Από το Ίρις πιο πάνω ήτανε ένα ξενοδοχείο. Την έφερε εδώ και πέθανε. Ύστερα, την πήγε στη μάνα της…
[…]ΕΡ.: Εδώ στη Χαλκίδα, πώς την έφερε ο Σκαρίμπας;
Απ.: Την έφερε στη Χαλκίδα, γιατί εδώ ήταν η γιαγιά, ήτανε ο παππούς μου…
ΕΡ.: Είχανε εγκατασταθεί ήδη. Είχε πάρει μετάθεση;
ΑΠ.: Μάλλον, σύνταξη πήρε ο παππούς μου και ήρθε εδώ. Αφού πήρε σύνταξη ο παππούς μου, τον είχανε εδώ στη Χαλκίδα, στα διόδια, στη γέφυρα.”
ΕΡ.: Και με την κυρα-Βασιλική πώς έγινε το ΄50 και...;
ΑΠ.: […]Όταν μια μέρα πήγε στις φυλακές της Χαλκίδος, γνώρισε τον Σελέκο. Ήτανε Κομουνιστής ο Σελέκος και τον είχανε φυλακή. Και τον γνώρισε εκεί.
Λοιπόν, γνώρισε τον Σελέκο, τους πήγαινε τσιγάρα, τους πήγαινε το ένα, τους πήγαινε το άλλο… Είχε πολλούς… Και του λέει: ‘‘Σκαρίμπα, τώρα που σε γνώρισα, απέναντι στον Καράμπαμπα μένει η γυναίκα μου με ένα κοριτσάκι, που έχει. Σε παρακαλώ, ό,τι μπορείς, βοήθησέ την. Και άρχισε και πήγαινε στη Σελέκαινα ύστερα. Η Σελέκαινα τόνε μάζεψε ύστερα, τον σπίτωσε. Έφτιαξε ολόκληρο σπίτι εκεί πέρα… Το είχε νοικιάσει…
[…]Το ξέρανε η γειτονιά, όλοι… Ύστερα, αφηνιάσανε τα παιδιά του. [...]
ΕΡ.: Το ’55;
Απ.: Το ’55… Και τον πετάξανε στον δρόμο… Δεν ξέρω ποιος τον βρήκε και τους είπε ‘‘Να με πάτε στην αδερφή μου’’, στη μάνα μου. Και τόνε φέρανε, εκεί κοντά στις φυλακές, που μέναμε εμείς. Δίπλα ήμασταν εμείς.
ΕΡ.: Εκεί, στο Τζαμί κοντά;
Απ.: Ναι. Τον φέρανε εκεί, τον πήρε η μητέρα μου, τον πήγανε στο γιατρό, του βγάλανε φωτογραφίες, κάθισε καμιά δεκαπενταριά μέρες στο σπίτι μας, έφυγε ύστερα. Αφού έφυγε, εγκαταστάθηκε πλέον με τη Βασιλική και με την Τασία. Καμιά φορά έλεγε, γι’ αυτό δεν τη θέλανε τη μάνα μου, τη μητέρα μου, αυτοί όλοι… Η μάνα μου τον λυπότανε, ήτανε ο αδερφός της ο μεγαλύτερος…
[…]ΕΡ.: Έβγαζε τόσα χρήματα, όσο λέγεται;
Απ. : Πολλά. Όταν έφτιαχνα το σπίτι, μου λέει: ‘‘Ρε κουτό κορίτσι, δουλεύεις κι εσύ κι ο άντρας σου, τι να το κάνεις το σπίτι; Θα πάρεις μισθό αύριο, θα πάρεις μία σύνταξη και θα πας να κάτσεις. Αφού μπορείς να το πληρώσεις, πάρε ένα σπίτι αύριο το πρωί.” Και καλά το έλεγε.
[…]ΕΡ.: Και η Καλλιόπη; Τι έχουνε να πούμε;
Απ.: Η Καλλιόπη ζούσε μαζί με τον Παναγιώτη. Στην αρχή μένανε δίπλα από εκεί που είναι το χρυσοχοείο του Αφεντάκη και μετά αγοράσανε σπίτι στην Αγία Παρασκευή.»
Κωνσταντίνος Κλ. Μπαϊρακτάρης
Χαλκίδα, 20 Ιανουαρίου 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου