Ο ΘΕΑΤΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΥ
Από τις πρώτες κι’ όλας λογοτεχνικές του απόπειρες, ο
Γιάννης Σκαρίμπας, καταπιάστηκε και με το θεατρικό λόγο. Και από την αρχή,
παρόλο που ήταν προσπάθειες, σχεδόν, επιπόλαιες, το αποτέλεσμα δεν ήταν καθόλου
ευκαταφρόνητο. Τούτο το έδειχναν οι εναργείς διάλογοι στα πρώτα διηγήματα των
“Καημών στο Γριπονήσι”, καθώς περνούσαν με πολλή άνεση τα αισθήματα και οι
ιδέες από πρόσωπο σε πρόσωπο. Η πρωταρχική θεατρική ενασχόληση του Γ. Σκαρίμπα
έχει άμεση σχέση μ
ε το Θέατρο Σκιών. Ήξερε από την πατρίδα του των παιδικών του
χρόνων, πως το θέατρο σκιών, μ’άλλα λόγια ο Καραγκιόζης, λειτουργούσε τότε,
στην Ορεινή Παρνασσίδα και αλλαχού της Ελλάδας - τελευταία δεκαετία του 19ου
αιώνα ως σχολείο!!! Σχολή Πατριωτισμού και εθνικής ιδεολογίας. Εξήρετο το
ελληνικό δαιμόνιο, στο πρόσωπο του Καραγκιόζη συνδεότανε με τις παραδόσεις και
παρουσίαζε από σκηνής (καραγκιόζ μπερντέ) μια εικόνα ζωής των ηθών της εποχής
εκείνης. Κάποτε ήταν κι ένα είδος προσφοράς εφημερίδας - Ειδησιογραφικό όργανο
αλλά και ενο-ποιητικό από την άποψη πολιτισμικού χαρακτήρα.
Κάτω απ’ αυτό το πνεύμα ο Σκαρίμπας προσήγγισε το θέατρο
σκιών. Και δημιούργησε δικούς του διαλόγους - θεατρικούς, που κατά καιρούς
έπαιζε στο δικό του πρωτότυπο Καραγκιόζη. Δημιούργησε, πράγματι, τις πιο
έξυπνες μα και τις πιο τρελές σκηνές στον τρελό τούτο κόσμο μας, καθώς αυτή την
ανάμεσα στην Φατμέ και τον Καραγκιόζη. Ιδού ένα στιγμιότυπο...:
- Α, πέταξέ μου μια βελόνα Φατμέ μου...
- Από τόσο ψηλά και μεσάνυχτα; Πώς να την βρώ Καραγκιόζο;
- Καρφίτσωσέ την σ’ ένα καρβέλι.
΄Ετσι, με τέτοιους δια-λόγους σκαριμποποιούσε τον Καραγκιόζη
ο δαίμονας της Χαλκίδας και ξυπνούσε την κοιμισμένη συνοικία του Καράμπαμπα,
στα μαύρα χρόνια της Κατοχής. Πραγματοποιούσε εκείνο που τον είχε διδάξει η
πείρα της ζωής του. Έκανε τον Καραγκιόζη σχολείο πατριωτισμού και έδινε
κουράγιο με το γέλιο του στους πεινασμένους σκλάβους, υποκινώντας τους, με τον
τρόπο του, σε εξέγερση. Με τον καιρό ο θεατρικός λόγος του Σκαρίμπα ωρίμαζε.
Γινόταν ένας λόγος πυκνός, άμεσος, διατυπωμένος ως συνήθως στο δεύτερο πρόσωπο.
Εξέφραζε τα συναισθήματα και τις σκέψεις του ομιλούντος και απέφευγε, όσο του
ήταν εφικτό τα αφηρημένα σχήματα. Το πρώτο αξιόλογο θεατρικό έργο που έγραψε ο
Σκαρίμπας ήταν η περίφημη και αρκετά ταλαιπωρημένη: “Γυναίκα του Καίσαρα”.
Πράγματι, το έργο αυτό είχε μεγάλη περιπέτεια, και ο ίδιος ο Σκαρίμπας το είχε
χαρακτηρίσει “ως εξαίσιον στρύχνον του ανθρωπίνου κήπου”. «Η Γυναίκα..»
γράφτηκε και παίχτηκε στην Κατοχή στις 15 Οκτωβρίου, στα 1942, στη Χαλκίδα.
Εσημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ως πρωταγωνιστής του επαρχιακού θεατρικού Ομίλου
Χαλκίδας έπαιξε ο γνωστός ηθοποιός- αξέχαστος Μάνος Κατράκης. Ένας σπουδαίος
ζωγράφος και διανοούμενος ο Βαλσαμάς, τον οποίο και σκοτώσανε οι Γερμανοί στα
1944 κατηγόρησε τον Σκαρίμπα ότι είχε κλέψει την υπόθεση του έργου του: “Η
Γυναίκα του Καίσαρα” από το έργο του Εγγλέζου δραματουργού Σώμερσετ Μωμ:
“Το Βαμμένο Πέπλο”. Τι ακριβώς συνέβη, μετά από αυτή τη
διαμάχη, γράφω στο
βιβλίο μου: “Σκαρίμπας - η ζωή και το έργο ενός ασυμβίβαστου
πρωτοπόρου” και στο κεφ. “Το χρονικό μιας συνταραχτικής δίκης” σελ. 191-193. Ο
Σκαρίμπας με την “Γυναίκα του Καίσαρα” δεν ήθελε να μαγέψει τους θεατές του,
μήτε να εντυπωσιάσει τους αναγνώστες του. ‘Ήθελε ν’ αφυπνίσει τις Νεο- ελληνικές
συνειδήσεις εκείνων των δύσκολων και απάνθρωπων καιρών. Επιθυμούσε οι θεατές να
καταλάβουν την κοινωνία στην οποία ζούσαν και να πάρουν μέρος στην αλλαγή της.
Να δούν τη ζωή διαλεκτικά και να κοιτάξουν, με κριτική διάθεση τα συμβαίνοντα
στη σκηνή.
Κάμποσα χρόνια αργότερα αρχές της δεκαετία ς του ‘60 ο
Σκαρίμπας ξαναθυμήθηκε τη “Γυναίκα του Καίσαρα” και σκάρωσε ένα έξυπνο σχόλιο
παραθέτοντας και μερικούς διαλόγους απ’ το παλαιό. Οι μελετητές της “Γυναίκα
σήμερα έχουν ακυρώσει τελείως την επίδραση του Μωμ. Άλλοι λένε πως ελάχιστα
έχει επηρεάσει τον Σκαρίμπα ο Άγγλος δραματουργός. Οι περισσότεροι έχουν τη
γνώμη, πως είναι καταφανείς οι επιρροές από τον Ίψεν και τον Στρίντμπεργκ. Βρίσκουν,
μ’ άλλα λόγια, κοινά σημεία με τους συγγραφείς αυτούς: Στην ταξινόμηση των
αισθημάτων μέσα στο διάλογο. Στον τρόπο με τον οποίο οργάνωνεται και στους
τρείς, η σύγκρουση - η δραματική, και γίνεται ανάμεσά τους η σύγκριση:
πως προβάλλεται η δράση, πως προάγεται ο μύθος... Τελικά, ο
Σκαρίμπας προσαρμόζει τους τρόπους γραφής του, προς την ελληνική πραγματικότητα
του καιρού του. Χτυπάει αμείλικτα την αστική συμβατική ηθική και ξεσκεπάζει, με
το δικό του σκωπτικό και έξυπνο τρόπο, την υποκρισία. “... Όταν κάποτε, μου
λέει, λογομάχησα με κάποιον γραμματοσημοκολλητή στη θυρίδα του (δεν θυμάμαι για
τί) και τον έβριζα, του συνιστούσα αυτουνού ψυχραιμία! Και μπακακόπιε νερό απ’
το ποτήρι του. Θέλησα τότε να του ανταποδώσω το χτύπημα: “Μπαιν Μίτζ έ;” τον
κάνω.
- είπα, με τον κύριο Σισή.
- Ουδείς ψόγος!... λέω. Αλλά η γυναίκα του Καίσαρος, δεν αρκεί
νάναι τίμια, αλλά να φαίνεται και τέτοια!
- Ωχ αδελφέ! τον ακώ να φουρκίζεται. “Εμείς όμως δεν είμαστε
καίσαρες για να τάχουμε όλα! Οι γυναίκες μας μάλιστα, όχι μόνον δεν φαίνονται,
αλλά ούτε και ψωφάνε για τιμή! Τους αρέσουν τα μπάνια!...”
- Ωστε, δεν υπάρχουν και τίμιες γυναίκες; ρωτώ
- Πως υπάρχουν, αλλά αυτές είναι... πανάκριβες! μου κάνει.
Όποιος διαβάσει και μελετήσει με προσοχή την παλαιά θεατρική
‘’
‘‘γυναίκα του καίσαρος” γραμμένη στα 1942 θα διαπιστώσει,
πως ελάχιστα στοιχεία υπερρεαλισμού υπάρχουν... Περισσότερο αισθητή είναι η
παρουσία της Ίψενικής Εντας Γκάμπλερ και ζωηρό έρχεται το μήνυμα: Κανένα έθιμο
και κατ’ επέκταση κανένα καθεστώς, κανένα είδος εξουσίας δεν έχει το δικαίωμα
να ορίζει τη ζωή του Ανθρώπου! Είκοσι ακριβώς χρόνια μετά, 1962, ο Γιάννης
Σκαρίμπας παραλλάσει ανεπαισθήτως την παλαιά:
“Γυναίκα του Καίσαρα” και την παρουσιάζει, ως νέο του θεατρικό
έργο και με νέο τίτλο:
‘Ο ‘Ηχος του Κώδωνος”. ‘Ο ‘Ηχος” όσο και αν θεωρηθεί ως έργο
σύγχρονο, δεν είναι. ‘Έχουν παρεισφρύσει λίγα στοιχεία σουρεαλιστικά στο
πρωταρχικό κείμενο της “Γυναίκας του Καίσαρος”, για να αλλάξουν κάπως το
περιεχόμενο του θεατρικού αυτού έργου, ύστερα από τις βαριές κατηγορίες, που
του είχαν προσάψει για επήρειες και δάνεια απ’ τον Μωμ. Ιδού και η “νέα” φράση
του Σκαρίμπα στον “Ηχο του Κώδωνα” που όλο το Βάρος πέφτει στο συμβολιστικό
στοχασμό και όχι στον υπερπραγματισμό: “Αίφνης ο ήλιος εξερράγη εις τον αέρα ως
ήχος Κώδωνος”. Και παρά τον υπερπραγματικό νέο ήχο... ‘Ο Ήχος του Κώδωνα” δεν
ξεπέρασε τη “Γυναίκα του Καίσαρα” και έμεινε ρεαλιστικός ήχος. Στο έργο αυτό
μορφοποιείται το αλλοπρόσαλλο ποιητικό ενάργημα του σκαριμπικού στοχασμού, μέσα
στο συμβασιακό προσδιορισμένο κοινό χώρο της θεατρικής δια-λογικής αφήγησης.
Ταυτόχρονα, ένας πρώιμος Στρίνμπεργκ αποτυπώνεται στους ήρωες τους θεατρικούς
του Σκαρίμπα, που παίζουν ανάμεσα στο ψυχολογικό πορτραίτο και τον απλό
χαρακτηρολογικό τύπο. Ολούθε σ’ αυτό το παιχνίδι φαίνεται κυρίαρχο πάντα το
αμφίθυμο αίσθημα λατρείας - φόβου της γυναίκας... υπάρχουν, καθώς λέγει τίμιες
γυναίκες, αλλ’ αυτές είναι πανάκριβες. Και στα δύο θεατρικά πρότυπα του
Σκαρίμπα και στη “Γυναίκα...” και στον ΄Ηχο...” παρουσιάζεται πολύ έντονα, αλλά
καθόλου ίσως ενσυνείδητα το δεύτερο σκέλος του ιψενικού τριγώνου του απατημένου
συζύγου - (Την ίδια άποψη εκφράζει και ο κ. Λέανδρος Πολενάκης:
“Μικρό σημείωμα για τα Θεατρικά του Γιάννη Σκαρίμπα - Πηγές,
επιρροές και πρότυπα” Περιοδ. “Διαβάζω” τευχ. 269 - αφιέρωμα στο Σκαρίμπα, σελ.
43). “Αχ... γράφει κάπου ο Σκαρίμπας, σχολιάζοντας την “Γυναίκα του Καίσαρα”
και το βάνω στα πόδια. Στο σπίτι μου φτάσαντας ήβρα το τραπέζι στρωμένο
(ευτυχοδυστυχώς) τη γυναίκα μου εκεί... “. Στο παραπάνω απόσπασμα, ο Σκ.
ειρωνεύεται, με ασυνείδητο τρόπο, ενστικτωδώς σχεδόν, τα παθήματα των αμέτρητων
εκπροσώπων του λεγόμενου ισχυρού φύλου. Το έργο του - το κατοχικό και το
μετέπειτα βελτιωμένο έχει την “ταυτότητα” δράματος. Ο ίδιος ο Σκαρίμπας το
προσονομάζει “δράμα ηθών” που ως υπόβαθρό του έχει τη γνωστή σκαριμπική
κομμεντί. Ακόμα, πρέπει να τονισθούν και τα ακόλουθα στοιχεία που χαρακτηρίζουν
την θεατρικότητα του “Ηχου
του Κώδωνα”: Η ατμόσφαιρα σε όλο το έργο σε όλες του τις
πράξεις καλύτερα - είναι κλειστή, συμβατική αλλ’ έξοχα γοητευτική. Στο βάθος ο
δραματουργός Σκαρίμπας απεχθάνεται την συμβατική πραγματικότητα. Γι’ αυτό και
σκηνοθετεί μια κατ’ εξοχή δική του, μ’ όλο το ρευστό περιεχόμενο των ανθρώπινων
επιθυμιών και ονείρων. Επίσης, όλο του το αντιπροσωπευτικό στο θέατρο, έργο του
αυτό, είναι μια οργανωμένη ακολουθία γεγονότων. Μέσα απ’ τα γεγονότα, η σκέψη
του θεατρικού συγγραφέα Σκαρίμπα εναντιώνεται σε ό,τι είναι ξεπερασμένο και
άχρηστο και η αστική τάξη επιμένει να το διατηρεί. Και δεν στοχεύει η σκέψη αυτή
να ψυχαγωγήσει τόσο, όσο να καλλιεργήσει διαλεκτικά τον θεατή. Να του δείξει
πως το ανεξέλεχτο ανθρώπινο ένστιχτο ακολουθεί μια ηθελημένη αναστολή δυσπιστία
ς και σ’ αυτές τις περιπτώσεις προ-έχει το υπερπραγματικό στοιχείο και δεν
προέχει αλλά σχεδόν εξαφανίζεται όταν οι προσωπο-ποιήσεις του θεατρικού
Σκαρίμπα γίνονται πιο πυκνές και σε τελευταία ανάλυση πιο ζωντανά Θεατρικές.
Πρωτοπόρος “Θεατρικός” συγγραφέα ς, όπως τουλάχιστον ειπώθηκε από την επίσημη
κριτική, στάθηκε ο Σκαρίμπας και σε μερικά του πεζογραφήματα, όπως η περίφημη
“Μαθητευομένη των τακουνιών”. Το έργο αυτό, ον και σε στυλ νουβέλας γραμμένο
δεν στερείται θεατρικότητας. Όλο το έργο αυτό, το διακρίνει μια σατανική μαγεία
που δεν σ’ αφήνει να το αποχωριστείς. “Η Μαθητευομένη των Τακουνιών” ολούθε
είναι παρούσα, καταχτά την ψυχή σου αυτή η ανατολίτισσα, Φαλακρή Χορεύτρια” του
νέου μας Ιονέσκο. Οι διάλογοι στο έργο αυτό όπως και στον παλαιότερο “Μαριάμπα”
μοιάζουν να είναι αποκομμένοι από σύγχρονο Θεατρικό έργο του παραλόγου, έργο
που είχε κατά πολύ προηγηθεί κατά του Μπέκετ και του Ιονέσκο. Ο Σκαρίμπας είχε
σοβαρότατο επηρεαστεί κι απ’ το καλλιτεχνικό κίνημα του Φουτουρισμού της
δεκαετίας του ‘30. Κι όχι τόσο από τον Φουτουρισμό του Μαρινέττι, όσο απ’ τον
ρωσικό του Βλαδίμηρου Μαγιακόφσκυ. Αυτό ήταν αιτία για να γράψει καθυστερημένα,
μια γενεά μετά -1962, το γνωστότατο έργο του “Ο κύριος Σερβάν Σεβαλιέ”. Το
κείμενο του “... Σεβαλιέ ...“ είναι κατάσπαρτο από το παράλογο στοιχείο, το δε
όνειρο, όπου υπάρχει, γίνεται εφιάλτης... Και μέσα σ’ αυτό τον εφιαλτικό Κόσμο
του παραλόγου που δημιουργεί ο Σκαρίμπας βρίσκει τον τρόπο, παραληρώντας σχεδόν
να χτυπάει αμείλικτα την αστική τάξη της σοβαραφάνειας και του εφησυχασμού. Σημαντική,
τέλος, στάθηκε η προσφορά του Γιάννη Σκαρίμπα στο θεατρικό λόγο με την “Κυρία
του Τραίνου”. Το έργο αυτό παίχτηκε πρόσφατα και σημείωσε επιτυχία. Εδώ
φαίνεται ολοκάθαρα η αποδόμηση της γλώσσας και η φυγή του Σκαρίμπα από τον ορθό
λόγο. Με την παρέκλιση αυτή εμφανίζεται επί σκηνής το παράλογο ή παραφροσύνη.
Και τότες είναι που ο ήρωας άνθρωπος του σκαριμπικού Θεάτρου αγγίζει τα όρια
του τραγικού. Ακόμη, στην “Κυρία του Τραίνου” διακρίνεται εναργώς η συνειρμική
σχέση του χρόνου και του χώρου, καθώς και η έννοια της σχετικότητας του χρόνου,
σε μια προσπάθεια φυγής προς τα εμπρός σε μια οπισθοδρόμηση των ανθρώπων μέσα
στο χρόνο. Γυρίζοντας πίσω στο παρελθόν οι ήρωες της “Κυρίας του Τραίνου”
βρίσκουν τον παλαιό εαυτό τους με τον οποίο συνδιαλέγονται, προκαλώντας
παράλογα: Φαντασία και μνήμη!!! Είναι βέβαιο, πως ο θεατρικός λόγος του
Σκαρίμπα δεν κρίνεται, δεν σχολιάζεται και δεν εξαντλείται σ’ ένα ολιγοσέλιδο
μελέτημα. Πολλοί άλλοι θα εντρυφήσουν στο ενδιαφέρον σκαριμπικό θέατρο, στο
μέλλον. Εμείς δώσαμε μερικά αδρά, χαρακτηριστικά στοιχεία των πιο σημαντικών
έργων του σκαριμπικού Θεάτρου. Και στον τομέα αυτό ο συγγραφέας του “Ηχου του
Κώδωνα” είχε συναίσθηση της αξιόλογης προσφοράς του. Ήξερε τα μέτρα. Είχε
αυτογνωσία. Γι’ αυτό και χλεύαζε όλους εκείνους τους συναδέλφους της γενιά ς
του, που δεν μπορούσαν να γίνουν “μεγάλοι”, σε τίποτα... Και στο Θέατρο του
τελειώνοντας, μπορούμε να πούμε πως ο Σκαρίμπας αισθανόταν ποιητής! Γιατί καλά
ήξερε, πως μέσα στους ποιητές αείποτε ονειρεύεται η ανθρωπότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου