Όταν η Κύμη ήταν το πρώτο “εργαστήριο λιγνίτη” της Ελλάδας
Δημόσιο ανθρακωρυχείο, Βαυαροί μιναδόροι και η «σχολή» των Κυμαίων μεταλλωρύχων
Αν κοιτάξει κανείς σήμερα τους χάρτες της ελληνικής ενέργειας, το βλέμμα πάει αυθόρμητα στην Πτολεμαΐδα, τη Μεγαλόπολη, ίσως στο Αλιβέρι. Σπάνια όμως ακούγεται το όνομα της Κύμης. Κι όμως, αν ενώσουμε όσα έχουν γράψει ο Μιχάλης Ποντίκης και άλλοι τοπικοί ερευνητές με τη νεότερη ελληνική και ευρωπαϊκή βιβλιογραφία, η εικόνα αλλάζει ριζικά: η Κύμη βγαίνει στο προσκήνιο ως ένα από τα πρώτα «εργαστήρια» λιγνίτη του νεοελληνικού κράτους, με δημόσιο ανθρακωρυχείο, βαυαρούς
στρατιώτες‑ανθρακωρύχους, εντυπωσιακές τεχνικές λύσεις (ιπποσιδηρόδρομο, εναέρια γραμμή) και μια ολόκληρη «σχολή» μεταλλωρύχων που τροφοδότησε άλλα ορυχεία στην Ελλάδα.Το ακόμη πιο εντυπωσιακό –και ίσως απρόσμενο για όσους έχουν συνδέσει τον λιγνίτη με τη Δυτική Μακεδονία– είναι ότι διεθνείς μελέτες τοποθετούν την πρώτη οργανωμένη προσπάθεια εκμετάλλευσης λιγνίτη στο ελληνικό κράτος στην περιοχή της Κύμης ήδη από το 1833, πολύ πριν από το Αλιβέρι (1873/1896) ή την Πτολεμαΐδα (1950s).
Το κείμενο που ακολουθεί «δένει» τις τοπικές πηγές (Ποντίκης, ΒΙ.Δ.Α., «Φωνή των Ανδρονιάνων – Δενδρών», Δήμος Κύμης–Αλιβερίου, Γυμνάσιο Κύμης) με τη σύγχρονη έρευνα για τον λιγνίτη και τη βιομηχανική κληρονομιά.
1. Από τον Καποδίστρια στον Όθωνα: γιατί το κράτος «ερωτεύτηκε» τον λιγνίτη της Κύμης
Ήδη ο Καποδίστριας είχε αντιληφθεί ότι ο ορυκτός πλούτος της Εύβοιας (σίδηρος, λιγνίτης) μπορούσε να στηρίξει την οικονομική αυτονομία του νέου κράτους. Γι’ αυτό και ανέθεσε σε ειδικούς γεωλόγους την αποτύπωση των κοιτασμάτων, σε μια εποχή όπου η διοίκηση ήταν ακόμη σε νηπιακό στάδιο.
Το 1834, επί Όθωνα, καλείται επισήμως ο σαξωνός γεωλόγος Karl Gustav Fiedler για να συντάξει έκθεση «περί της καταστάσεως των μεταλλείων και ορυχείων» του βασιλείου. Στην πραγματογνωμοσύνη του για την Κούμη (όπως γράφει ο ίδιος), περιγράφει με λεπτομέρεια τη διαδρομή «περί μίαν ώραν δρόμο» από την πόλη μέχρι τα λιγνιτωρυχεία, μέσα από στενή κοιλάδα στις πλαγιές απότομου ασβεστολιθικού βουνού – τοπίο που οι Κυμαίοι αναγνωρίζουν ακόμα.
Ο Fiedler δεν κάνει απλώς γεωλογική περιγραφή. Προτείνει ένα ολόκληρο σχέδιο οργάνωσης «αποικίας» ανθρακωρύχων: σπίτια, αποθήκες, κήπους για τις οικογένειες, ακόμη και οπλισμό και στρατιωτική εκπαίδευση των εργατών, ώστε να μπορούν να υπερασπιστούν το σημείο σε περίπτωση επίθεσης. Βλέπουμε εδώ κάτι πολύ σύγχρονο: η εξόρυξη δεν είναι μόνο θέμα κοιτάσματος, αλλά και θέμα ελέγχου του χώρου και ασφάλειας.
Στην ίδια μετάφραση του κειμένου του Fiedler διαβάζουμε ότι η παραγωγή λιγνίτη στην Κύμη ξεκινά το 1834, με στόχο τον εφοδιασμό των βασιλικών εργοστασίων του Ναυπλίου – δηλαδή, των πρώτων ναυστάθμων και ατμοκίνητων υποδομών του κράτους. Ο λιγνίτης της Κύμης συνδέεται έτσι από την αρχή με τις ανάγκες της κρατικής ναυτιλίας και της στρατιωτικής μηχανής.
Η Λυδία Σαπουνάκη‑Δρακάκη, στο κείμενό της «Το Εθνικό Ανθρακωρυχείο της Κούμης. Η ιστορία μιας πρώιμης δημόσιας επιχείρησης» στον συλλογικό τόμο Κύμη 19ος–20ός αιώνας. Ιστορία και Πολιτισμός (επιμ. Μ. Ποντίκης, 2001), ερμηνεύει ακριβώς αυτή τη φάση ως μια πρώιμη μορφή δημόσιας επιχείρησης: το κράτος, πριν ακόμη αποκτήσει ΔΕΗ, λειτουργεί το ανθρακωρυχείο με δικές του υπηρεσίες, προσωπικό και διοίκηση.
Σε αρχειακό υλικό της δεκαετίας 1830–1840 εντοπίζουμε ήδη τραγικά ίχνη αυτής της πρώτης γενιάς ανθρακωρύχων: σε πιστοποιητικό του 1845 αναφέρεται ο θάνατος του Βαυαρού Ιάκωβου Τόμπρουχ, «απλού εργάτου» στο ορυχείο της Κύμης, που πέθανε εν ώρα εργασίας το 1839. Η ιστορία της Κύμης στον λιγνίτη έχει από την αρχή ανθρώπινο κόστος.
2. Καζάρμα: η «στοά του Όθωνα» και η μετάβαση από το δημόσιο στην ιδιωτική εκμετάλλευση
Η τοπική έρευνα (Ποντίκης, Γούναρης, και σήμερα η ομάδα του I Love Kymi και η ΒΙ.Δ.Α.) έχει χαρτογραφήσει με μεγάλη σαφήνεια τη διαδρομή από το πρώτο κρατικό ορυχείο μέχρι τις ιδιωτικές εταιρείες.
Η πρώτη οργανωμένη εκμετάλλευση γίνεται, σύμφωνα με αυτά τα κείμενα αλλά και με τη διεθνή βιβλιογραφία, μετά το 1833, με τη διάνοιξη του ανθρακωρυχείου Κύμης στη θέση Καζάρμα, ανάμεσα στην Κύμη και το Βίταλο. Εκεί ανοίγεται η περίφημη «στοά του Όθωνα», η πρώτη στοά στην Ελλάδα αποκλειστικά για εξόρυξη λιγνίτη. Η θέση είχε επιλεγεί μετά από έρευνες Βαυαρών μηχανικών και γεωλόγων, σε συνέχεια του Fiedler.
Το λιγνιτωρυχείο της Καζάρμας παραμένει υπό κρατική διαχείριση περίπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1860. Οι πρώτοι λιγνιτωρύχοι είναι Βαυαροί στρατιώτες – ακριβώς όπως πρότεινε ο Fiedler, με στρατιωτική πειθαρχία και οπλισμό – οι οποίοι σύντομα εκπαιδεύουν ντόπιους από το Βίταλο, τους Μαλετιάνους, τους Ανδρονιάνους, τον Πύργο και τους Καλημεριάνους. Εδώ γεννιέται η περίφημη «σχολή των Κυμαίων μιναδόρων».
Το 1869 το ελληνικό δημόσιο παραχωρεί την άδεια εκμετάλλευσης του λιγνίτη στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία. Με βάση νέες γεωλογικές έρευνες, η εταιρεία μεταφέρει το κέντρο των εργασιών από την Καζάρμα στο Έντζι, ανάμεσα στους Καλημεριάνους και τον Πύργο. Το ίδιο τοπωνύμιο «Έντζι» – από το όνομα του γερμανού μηχανικού Entz – διασώζει μέχρι σήμερα αυτή τη φάση της ιστορίας.
Η εταιρεία κατασκευάζει ιπποσιδηρόδρομο: μια γραμμή βαγονιών που τα έσερναν ημίονοι, από το Έντζι μέχρι την Πλατάνα, όπου φτιάχνεται νέος μόλος («μουράγιο») για φόρτωση του λιγνίτη στα πλοία. Είναι ένα από τα παλαιότερα τεκμηριωμένα παραδείγματα βιομηχανικής μεταφορικής υποδομής στην επαρχιακή Ελλάδα του 19ου αιώνα – και βρίσκεται πάνω από τον κόλπο που σήμερα πολλοί βλέπουν μόνο ως «μπαλκόνι του Αιγαίου».
Από τη δεκαετία του 1870 και μετά, η δουλειά στα λιγνιτωρυχεία γίνεται η κύρια απασχόληση για μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού στα χωριά του τότε δήμου Κοτυλαίων. Ο συνδυασμός κρατικής πρωτοβουλίας, ξένων τεχνικών και ντόπιου εργατικού δυναμικού δημιουργεί αυτό που η τοπική παράδοση θα ονομάσει «σχολή της Κύμης» – ένα σύνολο γνώσεων και εμπειρίας στην υπόγεια εξόρυξη, με πανελλήνια εμβέλεια.
3. «Σχολή της Κύμης»: όταν οι Κυμαίοι μεταλλωρύχοι γίνονται εξαγώγιμο «κεφάλαιο»
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα –και κάπως «αντισυμβατικά»– στοιχεία της νεότερης βιβλιογραφίας είναι ότι παρακολουθεί τους Κυμαίους μεταλλωρύχους να μετακινούνται ως ειδικευμένο εργατικό δυναμικό σε άλλα ορυχεία της χώρας.
Μια μελέτη για τα μεταλλεία της Μονής Γαλατάκη (Βόρεια Εύβοια) σημειώνει ότι η μαζική μετακίνηση ειδικευμένων μεταλλωρύχων από την περιοχή της Κύμης θα επαναληφθεί το 1936, όταν ο μηχανικός Κ. Μπαλαμπάνης, για λογαριασμό του Αλέξανδρου Αποστολίδη (μεταλλείο λευκόλιθου στα Βασιλικά Λέσβου), φέρνει εργάτες από την Κύμη «όπου υπήρχαν ήδη ορυχεία και σχετική πείρα».
Δηλαδή: οι Κυμαίοι μιναδόροι δεν είναι πια μόνο «τοπικοί» εργάτες· γίνονται φορείς τεχνογνωσίας που ζητούνται για να στελεχώσουν νέα μεταλλεία αλλού. Η «σχολή της Κύμης» λειτουργεί στην πράξη ως τεχνικό εκπαιδευτήριο, δεκαετίες πριν δημιουργηθούν δημόσιες σχολές μεταλλειολόγων.
Αυτό το μοτίβο –μια μικρή επαρχιακή πόλη που λειτουργεί ως κέντρο εξαγωγής ειδικευμένης εργασίας– είναι πολύ οικείο στους ιστορικούς της βιομηχανίας της Ευρώπης, αλλά σπάνια έχει μελετηθεί για την Ελλάδα. Η περίπτωση της Κύμης είναι ιδανική για να συνδεθεί η τοπική ιστορία με αυτή τη διεθνή συζήτηση.
4. Από την Καζάρμα στον Άγιο Νικόλαο και την Παραλία: ένα ορυχείο χτίζει τοπίο
Στις αρχές του 20ού αιώνα η εταιρεία αλλάζει επανειλημμένα μορφή. Την πρώτη δεκαετία ονομάζεται «Εταιρεία Δημοσίων και Δημοτικών Έργων»· αργότερα, κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, τη διαδέχεται η «Ανώνυμος Εταιρεία Επιχειρήσεων εν Ελλάδι».
Τότε γίνονται και οι πιο εντυπωσιακές τεχνικές επενδύσεις:
• νέα σιδηροδρομική γραμμή από το Έντζι στον Άγιο Νικόλαο Ενορίας (περίπου 8 χλμ),
• εναέριες γραμμές μεταφοράς από τη ζώνη κοντά στους Μαλετιάνους προς το Έντζι και από τον Άγιο Νικόλαο προς το νέο λιμάνι της Παραλίας,
• και, το 1913, η κατασκευή του μηχανικού «Ρίχτη» στο νέο λιμάνι, μιας ειδικής εγκατάστασης για τη φόρτωση του λιγνίτη στα πλοία.
Αν κοιτάξει κανείς τη σημερινή διαδρομή Κύμη – Παραλία – Πλατάνα – χωριά του Καστροβαλά με ένα «βιομηχανικό» βλέμμα, βλέπει πίσω από το όμορφο τοπίο τα ίχνη ενός ολοκληρωμένου συστήματος μεταφοράς: στοές στο βουνό, γραμμές ιπποσιδηρόδρομου, σιδηροδρομική χάραξη, εναέρια, μόλοι. Η Κύμη δεν ήταν μόνο «λιμάνι»· ήταν και κόμβος ενός ενεργειακού δικτύου του 19ου–αρχών 20ού αιώνα.
Την ίδια περίοδο, το 1916, ανοίγει και το ανθρακωρυχείο Ανδρονιάνων, στη θέση Τρίκλινος (μύλος του Σαντά), ως απάντηση στην αυξημένη ζήτηση λιγνίτη για τα ατμόπλοια στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η «Εταιρεία Ανθρακωρυχείων Κύμης – Ανθρακωρυχείο Ανδρονιάνων» (γνωστή και ως εταιρεία Βογιατζή) εκμεταλλεύεται δύο συνεχόμενες άδειες και κατασκευάζει σιδηροδρομική γραμμή μεταφοράς μήκους 10 χλμ μέχρι το λιμάνι της Παραλίας.
Εδώ κρύβεται ένα από τα πιο εντυπωσιακά –και λίγο γνωστά– στοιχεία: σύμφωνα με τοπικές μελέτες και την απογραφή της ΒΙ.Δ.Α., την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα η παραγωγή λιγνίτη στα λιγνιτωρυχεία Κύμης αντιστοιχούσε περίπου στο 60% της συνολικής παραγωγής της χώρας. Πρόκειται για εκτίμηση βασισμένη σε τοπικές πηγές (Ποντίκης, Γούναρης) και όχι σε πλήρη εθνικά στατιστικά· ωστόσο δείχνει πόσο κεντρικός ήταν ο ρόλος της Κύμης στο πρώιμο «ενεργειακό μίγμα» της Ελλάδας.
5. Λιγνίτης, μετάξι, ατμόπλοια: η Κύμη ως εργαστήριο εκβιομηχάνισης
Ο Μιχάλης Ποντίκης –τον οποίο πολλοί στην ομάδα αυτή ξέρουν και εμπιστεύονται– είχε ήδη δείξει ότι η Κύμη των τέλη 19ου–αρχών 20ού αιώνα δεν ήταν μόνο ναυτική πόλη, αλλά και πόλη βιοτεχνίας και πρώιμης βιομηχανίας (μεταξουργεία, μικρά εργοστάσια κ.λπ.).
Αν διαβάσουμε αυτό το τοπικό αφήγημα μαζί με τη μελέτη της Μακρή για την ιστορία του λιγνίτη στην Ελλάδα, φαίνεται ότι η Κύμη λειτουργεί ως πρότυπο της ελληνικής εκβιομηχάνισης σε μικρογραφία:
• το κράτος δοκιμάζει εδώ μια δημόσια επιχείρηση (Εθνικό Ανθρακωρυχείο),
• στη συνέχεια μπαίνουν ιδιωτικές εταιρείες με διεθνείς διασυνδέσεις,
• ο λιγνίτης τροφοδοτεί τόσο ναύσταθμους και ατμόπλοια όσο και τοπικές βιοτεχνίες,
• και η πόλη που μέχρι τότε ζούσε κυρίως από το εμπόριο οίνου, σύκων, δημητριακών αποκτά ένα «μαύρο» σκέλος παραγωγής – το οποίο όμως είναι στενά δεμένο με τη θάλασσα.
Αυτό είναι ίσως το πιο «αντισυμβατικό» σημείο: για να καταλάβουμε τη βιομηχανική ιστορία της Κύμης δεν αρκεί να μιλήσουμε για ναυπηγεία και εμπορικά πλοία. Πρέπει να βάλουμε δίπλα στο καράβι την στοά, το βαγονέτο, τον ιπποσιδηρόδρομο και τη βρώμικη, επικίνδυνη δουλειά των μιναδόρων.
6. Από το «ανθρακοθήριο της Κύμης» μέχρι το CoalHeritage: όταν τα ορυχεία γίνονται γεωκληρονομιά
Για τους παλαιοντολόγους και γεωλόγους, η λεκάνη Κύμης–Αλιβερίου είναι επίσης κομβική. Στα παλιά λιγνιτωρυχεία της Κύμης, ήδη από το 1916, βρέθηκαν απολιθωμένα σπονδυλωτά, ανάμεσά τους το γνωστό «ανθρακοθήριο της Κύμης», πρόγονος του σημερινού ιπποπόταμου, που έφερε στο φως η έρευνα του Melentis (1966) και νεότερες εργασίες.
Σε μελέτη για τα παλαιοντολογικά ευρήματα της Δυτικής Μακεδονίας σημειώνεται ότι η λιγνιτοφόρος λεκάνη Κύμης–Αλιβερίου, μαζί με της Βεγόρας, αποτελεί μία από τις πλουσιότερες θέσεις της Ευρώπης σε απολιθωμένη χλωρίδα και πανίδα του Μειοκαίνου. Δηλαδή, τα ίδια στρώματα που τροφοδότησαν τα καμίνια των ατμοπλοίων αποτελούν σήμερα «βιβλίο» της γεωλογικής ιστορίας της Μεσογείου.
Στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα CoalHeritage, που χαρτογραφεί την κληρονομιά του άνθρακα σε πέντε χώρες, οι ερευνητές επέλεξαν –εκτός από το Αλιβέρι, την Πτολεμαΐδα και τη Μεγαλόπολη– και τα υπόγεια λιγνιτωρυχεία της Κύμης ως ένα από τα βασικά ελληνικά παραδείγματα. Υπογραμμίζουν ότι τα ορυχεία της Κύμης λειτουργούν από το 1833 και σταματούν οριστικά γύρω στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο· σήμερα σώζονται μερικές στοές, κτίρια, τμήματα γραμμών και εναέριας μεταφοράς, «μερικώς διατηρημένα».
Με άλλα λόγια, αυτό που η τοπική μνήμη γνωρίζει ως «στοά του Όθωνα», «μουράγιο» της Πλατάνας ή «Ρίχτης» στο λιμάνι, η ευρωπαϊκή βιβλιογραφία το βλέπει πλέον ως γεωκληρονομιά και βιομηχανική κληρονομιά πρώτης γραμμής. Αυτό συνδέει απευθείας την Κύμη με την ευρωπαϊκή συζήτηση για το τι κάνουμε «μετά τον άνθρακα»: κλείνουμε απλώς τις στοές ή τις μετατρέπουμε σε χώρους μνήμης, εκπαίδευσης και ήπιας τουριστικής χρήσης;
7. Κύμη, Αλιβέρι, Πτολεμαΐδα: ένα «ανθρακικό τόξο» με κέντρο την Εύβοια
Η μελέτη της Μακρή και των συνεργατών της για την ιστορία του λιγνίτη στα ελληνικά σχολικά εγχειρίδια δίνει ένα χρήσιμο συνοπτικό πλαίσιο:
• πρώτο λιγνιτωρυχείο με λειτουργία από το 1833 στην περιοχή Κύμης·
• πρώτη προσπάθεια συστηματικής εκμετάλλευσης στο Αλιβέρι το 1873, με υπόγεια εξόρυξη από το 1896·
• μαζική ανάπτυξη λιγνιτωρυχείων στην Πτολεμαΐδα από τη δεκαετία του 1950 και στη Μεγαλόπολη από τη δεκαετία του 1960.
Στη δεκαετία του 1950, το Αλιβέρι φιλοξενεί το πρώτο μεγάλο ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο ΔΕΗ, τροφοδοτούμενο από τα τοπικά λιγνιτωρυχεία· εκεί συγκροτείται και το πρώτο μεγάλο «μουσείο» της ελληνικής λιγνιτικής ιστορίας, το σημερινό εκθετήριο «Αλιβέρι – Μνήμες λιγνίτη».
Η θέση της Κύμης μέσα σε αυτό το «ανθρακικό τόξο» είναι ιστορικά δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με το μέγεθος του κοιτάσματος:
• είναι η πρώτη περιοχή όπου το κράτος πειραματίζεται με δημόσιο ανθρακωρυχείο,
• είναι ένα από τα παλαιότερα υπόγεια ορυχεία λιγνίτη στην Ευρώπη που συνδέονται άμεσα με ναυστάθμους και μεταφορές,
• και λειτουργεί ως «προθάλαμος» για την ανάπτυξη του Αλιβερίου και, αργότερα, των μεγάλων ενεργειακών κέντρων της χώρας.
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα και μαζί της και η Εύβοια βρίσκεται σήμερα σε φάση απολιγνιτοποίησης. Τα τελευταία χρόνια καταγράφονται ιστορικά χαμηλές παραγωγές λιγνίτη, με μακροπρόθεσμο στόχο την πλήρη έξοδο από τον άνθρακα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η μνήμη των ορυχείων γίνεται λιγότερο σημαντική· το αντίθετο: όπως δείχνει το CoalHeritage, η «μετάβαση» είναι και ευκαιρία να ξαναδιαβάσουμε το τοπίο και την ιστορία.
8. Τι σημαίνουν όλα αυτά για την τοπική ιστορία της Κύμης;
Για όσους έχουν διαβάσει τον Ποντίκη, έχουν ακούσει ιστορίες για τους Βαυαρούς μιναδόρους, έχουν περπατήσει στο Έντζι ή έχουν δει τις φωτογραφίες του Ρίχτη, πολλά από τα παραπάνω δεν είναι «είδηση». Το καινούργιο στοιχείο είναι ότι:
1. Η Κύμη εμφανίζεται πλέον ρητά στη διεθνή βιβλιογραφία ως το πρώτο πεδίο εκμετάλλευσης λιγνίτη στο ελληνικό κράτος (Makri κ.ά.; CoalHeritage), με χρονολόγηση που επιβεβαιώνει αυτό που έλεγαν ήδη τα τοπικά κείμενα.
2. Το Εθνικό Ανθρακωρυχείο της Κούμης αναδεικνύεται ως μια από τις πρώιμες δημόσιες επιχειρήσεις της χώρας, κάτι που ενδιαφέρει όχι μόνο τους ιστορικούς της ενέργειας αλλά και όσους μελετούν το ελληνικό κράτος, την πελατειακή πολιτική και τη διαχείριση των φυσικών πόρων τον 19ο αιώνα.
3. Η «σχολή της Κύμης» αποκτά πανελλήνια διάσταση, καθώς βλέπουμε τους Κυμαίους μιναδόρους να μετακινούνται στα Γαλατάκη, στη Λέσβο και αλλού· άρα η ιστορία του χωριού γίνεται μέρος της ιστορίας της ελληνικής εργατικής τάξης στις εξορυκτικές βιομηχανίες.
4. Τα ορυχεία συνδέονται με την παλαιοντολογία και τη γεωκληρονομιά, από το ανθρακοθήριο της Κύμης μέχρι την αναγνώριση της λεκάνης Κύμης–Αλιβερίου ως ευρωπαϊκού σημείου αναφοράς για τη μελέτη του Μειοκαίνου.
5. Η ευρωπαϊκή συζήτηση για την «μετά τον άνθρακα» εποχή όπως την αποτυπώνει το CoalHeritage δίνει ένα νέο πλαίσιο για να ξανασκεφτούμε τις στοές της Καζάρμας, τα ίχνη του ιπποσιδηρόδρομου ή τα ερειπωμένα κτίρια στο Έντζι, όχι ως «παλιοσιδερικά» αλλά ως σημεία όπου τέμνονται η παγκόσμια ιστορία της ενέργειας, η τοπική μνήμη και η φυσική ιστορία της γης.
Για την τοπική κοινότητα και ιδιαίτερα για όσους μεγάλωσαν με ιστορίες για μιναδόρους, «Βαυαρούς» και στοές οι προφορικές αφηγήσεις και οι τοπικές καταγραφές αποτελούν βασικό και αναντικατάστατο τμήμα των πηγών για την ιστορία των λιγνιτωρυχείων. Οι νεότερες μελέτες (από τη Σαπουνάκη‑Δρακάκη μέχρι τη Μακρή και τον Krassakis) δεν στέκονται «απέναντι», αλλά διαλέγονται με αυτό το υλικό: στηρίζονται σε όσα έχουν ήδη συγκεντρώσει τοπικοί ιστορικοί όπως ο Ποντίκης, η ομάδα της ΒΙ.Δ.Α., η «Φωνή των Ανδρονιάνων – Δενδρών» και τα σχολεία της Κύμης, και προσθέτουν ένα ευρύτερο συγκριτικό και επιστημονικό πλαίσιο γύρω τους.
Βιβλιογραφία
• Krassakis, Pavlos, et al. “CoalHeritage: Visualising and Promoting Europe’s Coal Mining Heritage.” Mining 4, no. 3 (2024): 489–509.
• Makri, Kyriaki, Christos Roumpos, and Apostolos Antoniadis. “The Mining History of Greece in School Textbooks: The Case of Lignite.” Materials Proceedings 5, no. 1 (2021): 47.
• Sapounaki‑Drakaki, Lydia. «Το Εθνικό Ανθρακωρυχείο της Κούμης. Η ιστορία μιας πρώιμης δημόσιας επιχείρησης». Στο Μ. Ποντίκης (επιμ.), Κύμη 19ος–20ός αιώνας. Ιστορία και Πολιτισμός. Κύμη: Δήμος Κύμης – ΔΕΠΑΚ, 2001, 91–92.
• Fiedler, Karl Gustav. Πραγματογνωμοσύνη για τον λιγνίτη και τα σιδηρομεταλλεύματα στα περίχωρα της Κούμης (1834). Νεοελληνική μετάφραση στο: Γυμνάσιο Κύμης, «Το Εθνικό Ανθρακωρυχείο της Κούμης». PDF, 2025.
• Ποντίκης, Μιχάλης, επιμ. Κύμη 19ος–20ός αιώνας. Ιστορία και Πολιτισμός. Κύμη: Δήμος Κύμης – Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης Κύμης, 2001.
• «Ανθρακωρυχείο Καζάρμας Κύμης – Έντζι». I Love Kymi, 15 Ιανουαρίου 2023.
• ΒΙ.Δ.Α. – Βιομηχανικά Δελτία Απογραφής. «Ανθρακωρυχείο Καζάρμας Κύμης – ΕΝΤΖΙ», 18 Ιουλίου 2018.
• Παπανικολάου, Ιωάννης κ.ά. «ΕΥΒΟΙΑ – Τα μεταλλεία Μονής Γαλατάκη».
• Melentis, J. “Brachyodus onoideus from Kalimeriani (Kymi, Evia) and the Miocene Mammal Fauna of Greece.” Διάφορα παλαιοντολογικά δημοσιεύματα, 1960s (αναφέρεται σε νεότερες ελληνικές μελέτες).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου